Μάι 19, 2020 Κινηματογράφος 0
γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Πρώτη μέρα των εργασιών του 22ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Τις ταινίες τις βλέπουμε on line, δηλαδή από την υπολογιστική μας μονάδα. Έτσι έχουμε την ευκαιρία να δούμε όσες ταινίες θέλουμε κατά μόνας. Αυτό, για εμάς τους κριτικούς κινηματογράφου δεν είναι κακό, το αντίθετο: βλέπουμε την ταινία και αμέσως μετά γράφουμε για αυτή. Ξεκινάμε λοιπόν με την ταινία του Μανόλη Σφακιανάκη, του Γιώργου Αυγερόπουλου, του Βασίλη Λουλέ και της σχολικής ομάδας που συντόνιζε, των Αντρέα Αναστασιάδη και Παναγιώτη Αχνιώτη, όχι με αξιολογική σειρά. Συνεχίζουμε με σύντομη κριτική για την κάθε ταινία.
Θα ξεκινήσουμε την αναφορά μας στις ελληνικές ταινίες που προβλήθηκαν στο 22ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης με την ταινία του Μανόλη Σφακιανάκη, «Η πύλη του σκοταδιού», 44΄, 2019, Ελλάδα. Η ταινία αναφέρεται στην πολιορκία και στην τελική πτώση του Χάνδακα, όπως ονομαζόταν τότε το Ηράκλειο της Κρήτης, όταν το κατέλαβαν οι Οθωμανοί το 1649. Οι φωνές των αόρατων αφηγητών (voice over) προσπαθούν να δώσουν στην ταινία μία άλλη διάσταση, να αναδείξουν το συναίσθημα που μπορεί κάποιος να βιώσει από την απώλεια αυτής της πόλης της Κρήτης. Δεν καταφέρνουν όμως παρά να είναι μία ακόμα αφήγηση, μονότονη, που δίνει τηλεοπτικό χαρακτήρα στην ταινία, στερώντας της οποιαδήποτε κινηματογραφική αρετή αφού το μοντάζ περιορίζεται μόνο σε κάποιες φευγαλέες εικόνες, όχι σε παράλληλες αφηγήσεις που θα παρακινήσουν το θεατή να σκεφτεί κάτι παραπάνω από την απλή ιστορική αφήγηση, όπως το γιατί και τα πως έπεσε αυτό το επιβλητικό κάστρο.
Η επιστροφή του Γιώργου Αυγερόπουλου, με την ταινία «AgoraII-δεσμώτες», 110΄, 2020, Ελλάδα-Γερμανία-Γαλλία, είναι η συνέχεια της ταινίας «Agora-από τη δημοκρατία στις αγορές», η οποία έχει προβληθεί σε διάφορα Φεστιβάλ και έχει κερδίσει αρκετά βραβεία. Σε αυτή την ταινία ακολουθείται παρόμοια αφηγηματική πλοκή, η αναφορά σε αυτό που θα ονομάζαμε «πραγματικότητα», αποδιδόμενη με ρεπορτάζ και με προσωπικές μαρτυρίες από τους πρωταγωνιστές του σχεδίου που έβγαλε την Ελλάδα από τη χρεοκοπία. Με το μοντάζ αποδίδεται τόσο το ρεπορτάζ όσο και τα παράπλευρα γεγονότα που, όλα μαζί, πλέκουν μία εικόνα αυτή μιας χώρας που πλέει προς ένα άγνωστο μέρος, σχεδόν στα τυφλά, έχοντας σαν όπλα μία κάποια εθνική περηφάνια. Αυτό που φαίνεται -χωρίς να γίνεται έκδηλο- είναι η μαζική υστερία ενός μεγάλου μέρους των Ελλήνων που μεταφέρουν τον πυρήνα του προβλήματος από το θέμα της ριζικής αλλαγής του προσδιορισμού του εθνικού στόχου, την εκ βάθρων ανασύσταση της εθνικής ταυτότητας, σε επιμέρους θέματα, δείχνοντας μία χώρα που παραπαίει ανάμεσα στην ολική καταστροφή και στην ηθελημένη άγνοια του ξεπουλήματος κάθε εθνικού και κοινωνικού πλούτου.
Ο Αυγερόπουλος πιάνει στοιχεία αυτής της εικόνας και τα ανασυνθέτει, χωρίς όμως να μπορεί να μπει στο θέμα που είναι το πιο φλέγον: Ποια είναι η εθνική ταυτότητα που η Ελλάδα έχει ανάγκη σήμερα; Πως μπορούν οι Έλληνες να κρατήσουν ψηλά τη σημαία τους; Η Ελλάδα βάλλεται από φασιστικές οργανώσεις και κύματα οικονομικών μεταναστών ή από τη συνεχιζόμενη προδοσία των πολιτικών, της αριστερής, κεντρώας και δεξιάς παράταξης; Το ύφος της ταινίας ξεπερνά την τηλεοπτική αφήγηση, όχι όμως τόσο που θα μπορούσαμε να την κατατάξουμε στην κινηματογραφική, αφού οι αφηγηματικές αντιθέσεις δεν είναι τέτοιες που θα μπορέσουν να αναδείξουν τις πρωταρχικές ιδεολογικές γραμμές, οι οποίες έχουν αναδειχθεί από μία δευτερεύουσα κατάταξη, δομώντας μία νέα «πραγματικότητα», μία επαναστατική διαδικασία που γίνεται in vivo στην κοινωνία, εν αγνοία των πολιτών, κρυμμένη από τους «αναλυτές» της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, φτιάχνει όμως μία νέα όψη της ελληνικής κοινωνίας που σε λίγα χρόνια θα πρέπει να τη δεχτούμε για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε σαν έθνος. Το ιδεολογικό μοντάζ, εδώ, θα έδειχνε αυτές τις αντιθέσεις και, με αυτό τον τρόπο θα μιλούσε για την ανάγκη μιας επανάστασης, ιδεολογικής, κοινωνικής και οικονομικής, με σκοπό την ανάδειξη ενός κοινωνικού μοντέλου πιο φιλικό στον άνθρωπο. Έτσι η ταινία θα ήταν βαθιά δομικά πολιτική, όπως αυτές των αδελφών Νταρντέν, για να φέρουμε ένα παράδειγμα από τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Μένει, λοιπόν, ανάμεσα στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο, θέλει αυτή την πνοή για να γίνει ένα άρτιο κινηματογραφικό έργο.
Στη Γερμανία μία ομάδα από το ελληνικό σχολείο της Στουτγάρδης και ο Βασίλης Λουλές, ο οποίος είχε τη σκηνοθετική επιμέλεια, έκαναν την ταινία «Αδελφές ψυχές» («Soulmates»), 20΄, 2019, συμπαραγωγή Ελλάδας και Γερμανίας. Μιλούν μετανάστες από διάφορα μέρη του κόσμου, το θέμα της συζήτησής τους είναι τα ζώα με τα οποία έρχονται σε επαφή. Ιστορίες συγκινητικές, αστείες, βαθιά ανθρώπινες. Ο άνθρωπος και το ζώο ολοκληρώνουν μία επαφή που τους δίνει την ψυχική ισορροπία που χρειάζονται για να ζήσουν αρμονικά, να είναι δυνατοί, να μην έχουν τόσες ψυχικές ασθένειες. Η αφήγηση είναι δεμένη και καλά μονταρισμένη που δε χάνει το ρυθμό της. Κάτω από το αφηγηματικό κείμενο υπάρχει το πάθος της ψυχής, η ανάγκη για αρμονία με τη φύση, η δυσλειτουργία στο ψυχρό αστικό περιβάλλον. Η σκηνοθετική ματιά του Βασίλη Λουλέ σαφώς αναγνωρίζεται, αν έχεις γνώση από τις δουλειές του, όμως δεν περνά στην αφήγηση των μαθητών, εξ’ου και η φρεσκάδα του φιλμικού κειμένου.
Με τον αγγλικό τίτλο «Tongue», η ταινία του Ανδρέα Αναστασιάδη και του Παναγιώτη Αχνιώτη, 60΄, 2019, Κύπρος, μας βάζει μέσα στον άγνωστό μας χώρο της ακροαριστεράς στην Κύπρο. Αυτή η ταινία είναι γεμάτη πληροφορίες, με αφορμή το θάνατο του Κώστα Αχνιώτη ιχνηλατείται το πεδίο της αριστεράς που δε γνωρίζει τους εθνικιστικούς διαχωρισμούς, ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων, δέχεται τον άνθρωπο σα μία ξεχωριστή οντότητα, βάζει την οικολογία και την εκπαίδευση μέσα στην αριστερή ιδεολογία, βρίσκει τη γλώσσα (tongue) των αγώνων του καταπιεσμένου ανθρώπου στην Κύπρο και ανεβάζει στο βάθρο της Ανθρωπιάς αυτές τις προσπάθειες για την εξάλειψη της ταξικής ανισότητας που δε γνωρίζει εθνικισμούς μόνο την έχθρα των καταπιεστών. Το μειονέκτημα της ταινίας είναι ο κακός ήχος. Τα πλεονέκτημα είναι η δημιουργική πλοκή του ντοκουμέντου με το ονειρικό, έτσι ώστε να αποδοθεί το επιθυμητό που υπάρχει βαθιά κρυμμένο και καταπιεσμένο στο ασυνείδητο του κάθε ανθρώπου. Μία ταινία που μας δείχνει μία άλλη, όμορφη, αληθινή και γοητευτική Κύπρο.
Διακόπτουμε εδώ για να δούμε, στη συνέχεια, άλλες ελληνικές ταινίες, συμπαραγωγές με άλλες χώρες, για κάποιες από αυτές, που θα μας ερεθίσουν για να αναφερθούμε στο κινηματογραφικό ή τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ, όπως παρουσιάζεται σε αυτή τη διοργάνωση του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΛΙΣΤΑ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ
Μαρ 23, 2024 0
Μαρ 23, 2024 0
Μαρ 04, 2023 0
Φεβ 26, 2023 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη