Σεπ 23, 2018 Κινηματογράφος 0
του Γιάννη Φραγκούλη
O κινηματογράφος και η λογοτεχνία «παντρεύτηκαν» σήμερα στα Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια. Ο συγγραφέας-δημοσιογράφος Παύλος Μεθενίτης υποδέχτηκε τρεις σημαντικούς κινηματογραφιστές, που αυτή τη φορά ήρθαν στο Φεστιβάλ Δράμας με την ιδιότητα του συγγραφέα, τον Κώστα Φέρρη, την Ελισάβετ Χρονοπούλου και το Δημήτρη Αθανίτη.
«Κάποτε», θυμήθηκε ο Κώστας Φέρρης, σκηνοθέτης του θρυλικού «Ρεμπέτικου», «μελετώντας για ένα σενάριο στη Γαλλία, σκέφτηκα πως η σωστότερη προσέγγιση θα ήταν να ανακαλύψουμε και να προσεγγίσουμε τον κινηματογράφο από την αρχή, όπως ένοιωσε ο Μελιές στην πρώτη προβολή των Λιμιέρ το 1895. Θυμάμαι πως τότε είχαμε γεμίσει τσιτάτα τους τοίχους του σπιτιού. Κράτησα τις σημειώσεις μου, και στην πορεία σκέφτηκα πως θα ήταν ενδιαφέρον να τις αξιοποιήσω σε ένα βιβλίο. Όταν, μετά από δεκαετίες, και ύστερα από έναν καβγά, το ΥΠΠΟ μου απένειμε τελικά μια τιμητική σύνταξη των 700 ευρώ -και λέω καβγάς, διότι κάποιοι έλεγαν πως ο Φέρρης είναι… πάμπλουτος-, σκέφτηκα: «Και τώρα θα κάνω το κέφι μου. Και ξεκίνησα τη συγγραφή του βιβλίου».
Όπως εξήγησε, ήθελε να βρει εκείνα τα στοιχεία που «δικαιώνουν τον κινηματογράφο ως λόγο, ως τον τρίτο λόγο, μετά τον προφορικό και τον γραπτό». Και ονόμασε το βιβλίο του «Η Αλχημεία του σινεμά», καθώς «αλχημεία ίσον θέση-αντίθεση-ανάλυση-σύνθεση».
Η Ελισάβετ Χρονοπούλου εμπνεύστηκε το θέμα της συλλογής διηγημάτων της «Ο έτερος εχθρός» που διαδραματίζεται στην Κατοχή, τα πρώτα χρόνια της κρίσης. «Καθώς πήγαινα στη δουλειά μου, έβλεπα νεοάστεγους που έμοιαζαν με το φιλόλογό μου στο σχολείο. Κρατούσαν μια βαλίτσα στο χέρι, και είχαν ένα βλέμμα χαμένο. Θυμάμαι πως συνεχώς μου ερχόταν στο νου μΊα γελοία φράση: «Τι θα απογίνουμε;». Όλο αυτό συνειρμικά με πήγε στην Κατοχή. Άρχισα να ψάχνω αρχεία, μαρτυρίες και στο τέλος προέκυψε το βιβλίο».
«Αυτό που νομίζουμε πολιτισμό, αυτή η ανθρωπιά της Δυτικής κοινωνίας, αυτή η κόκκινη γραμμή», υπογράμμισε, «ανατρέπεται σε μία στιγμή. Σε μία στιγμή ξαναγίνεσαι θηρίο. Γιατί το θηρία είναι πάντα εκεί, απλώς σε συνθήκες ηρεμίας κοιμάται. Ο μόνος τρόπος να ηττηθεί αυτός ο εχθρός ήταν η Αντίσταση, ο δρόμος ο συλλογικός. Η πεποίθηση πως «Δεν έχει η ζωή αξία, η αξιοπρέπεια έχει αξία». Έχουν γραφτεί πολλά γι’αυτό. Εμένα όμως με ενδιέφεραν οι ιστορίες των ηττημένων. Των ηττημένων από αυτόν τον εχθρό».
Τα 25 μικρά αφηγήματα του Δημήτρη Αθανίτη, όπως είπε, είχαν ως αφετηρία μΊα σειρά από δικά του βιώματα και συναντήσεις –συναντήσεις που επεδίωξε ή που έγιναν τυχαία. Σ’αυτή την πινακοθήκη προσώπων, παρελαύνουν σταρ, διάσημοι συγγραφείς και σκηνοθέτες μαζί με πρόσωπα σχεδόν περιθωριακά, όλοι τους αναπόσπαστα κομμάτια της προσωπικής μυθολογίας του σκηνοθέτη: από τον Κλωντ Σαμπρόλ, τον Μπεν Γκαζάρα και η Νίκο των Βέλβετ Αντεργκράουντ, μέχρι το Σίμο τον Υπαρξιστή, τον Θανάση Βέγγο ή ακόμη τη Μαργαρίτα Καραπάνου και τον Μιχάλη Κακογιάννη.
Ακολουθούν αυτούσιες οι παρουσιάσεις του Παύλου Μεθενίτη για τα τρία βιβλία:
«Ο κινηματογράφος είναι ο λόγος. Ο τρίτος λόγος του ανθρώπου, που μετά τον προφορικό και το γραπτό, ήρθε να συμπληρώσει την ανθρώπινη έκφραση με τη μιμητική και αναπαραστατική άρθρωση των κινούμενων εικόνων».
Φίλες και φίλοι, τα Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια του 41ου Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας έχουν την χαρά να φιλοξενούν τον άνθρωπο που έγραψε το απόσπασμα, από τον πρόλογο του βιβλίου του, που μόλις σας διάβασα. Μιλώ για τον Κώστα Φέρρη και το πόνημά του «Η Αλχημεία του Σινεμά» , από τις εκδόσεις Παρισιάνου Α.Ε.
Αυτό το έργο, όπως διαβάζω στην τελευταία σελίδα, γράφτηκε «σταδιακά από τις 3 Ιουλίου 1971 στο Παρίσι, στο χωριό Bizou, τις Causses Mejean, και το Roussillon στη Γαλλία, και στη συνέχεια στην Αθήνα από το 1974 ως τον Ιούνιο του 2017, με απανωτές διορθώσεις και βελτιώσεις, αλλά και μεγάλα διαστήματα αδρανείας». Όπως καταλαβαίνετε, η «Αλχημεία του Σινεμά» είναι η Βίβλος, το Μανιφέστο του Κώστα Φέρρη, η Αναφορά του, όχι στον Γκρέκο, όπως έκανε και έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης, αλλά μάλλον στην υπέρτατη θεότητα του Απολύτου, με άλφα κεφαλαίο, την οποία διακονεί ο συγγραφέας, ως λειτουργός του Λόγου των εικόνων.
Στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Απόλυτο», ο Φέρρης γράφει: «Το Απόλυτο είναι εδώ, τώρα, παντού, πάντα, αρχή και τέλος και πέρα από το τέλος και την αρχή, ενιαίο και διαχωρισμένο, είναι και δεν είναι. Το Απόλυτο είναι Αλήθεια και λήθη, και τα πάντα, είναι αλήθεια και λήθη συνάμα, και τίποτα δεν είναι από μόνο του, και τα πάντα είναι το καθένα χωριστά».
Όπως ακούσατε, η «Αλχημεία του Σινεμά» λίγο διαφέρει από τα κρυπτικά, εσωτεριστικά γραφτά των αλχημιστών του Μεσαίωνα που επεδίωκαν να ανακαλύψουν το ελιξήριο της νεότητας, για την κατάργηση του θανάτου, και τη «φιλοσοφική λίθο», μία ουσία που θα μετέτρεπε τα ευτελή μέταλλα σε χρυσό. Λίγο διαφέρει από τα ερμητικά κείμενα των αλχημιστών που μιλούσαν για την ψυχή των μετάλλων. Για να μην πιάσουμε τώρα τους Εβραίους ραβίνους, που χρησιμοποιώντας απόκρυφες θεουργικές τεχνικές έπλαθαν ανθρωποειδή πλάσματα από χώμα, τα περίφημα «γκόλεμ», ζωοποιώντας τα με τη μαγική δύναμη της καβαλιστικής τους αλχημείας, που μιλούσε για τις βαθύτερες σχέσεις όλων των υλικών στοιχείων με τη θεότητα, με το Απόλυτο… Κάτι παρεμφερές λέει κι ο Φέρρης, που δεν καταπιάνεται, στο βιβλίο, του, μόνο με την Τέχνη και την τεχνική του Κινηματογράφου, αλλά στοχάζεται πάνω της, φιλοσοφεί.
Ίσως ψάχνει να βρει την φιλοσοφική λίθο, που θα μετατρέπει τις ευτελείς εικόνες σε γάργαρο και φωτεινό Λόγο. Ίσως ψάχνει για το κινηματογραφικό ελιξήριο της νεότητας του πνεύματος, για εκείνη τη συνάρθρωση εικόνων που θα ξανακάνουν τα μάτια μας καινούρια, νεανικά…
Άλλωστε, μια που μιλάμε για τον Λόγο, σε κάθε του μορφή, ας μην ξεχνάμε πως οι ίδιες οι λέξεις αφηγούνται μία ιστορία, όπως ακριβώς κι οι εικόνες. Έτσι, η ίδια η λέξη «αλχημεία», που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να τιτλοφορήσει τη μελέτη του, σημαίνει τον συνδυασμό της προδρομικής επιστήμης της Χημείας με τη Φιλοσοφία κατά τον Μεσαίωνα. Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας δίνει όμως και μια δεύτερη σημασία: αλχημεία είναι και ο συνδυασμός ετερόκλιτων στοιχείων με ανορθόδοξο τρόπο, ώστε να επιτύχει κανείς συγκεκριμένο αποτέλεσμα -όμως κάτι τέτοιο δε συμβαίνει και με τον κινηματογράφο ή, πιο σωστά, σύμφωνα με τον Φέρρη, με τον κινησιογράφο;
Να σας θυμίσω πως η λέξη «αλχημεία» είναι ένα αντιδάνειο, από τη γαλλική «alchimie», που κι αυτή προέρχεται από το λατινικό «alchimia». Αυτή με τη σειρά της κατάγεται από το αραβικό «al kimiya». «Al» το άρθρο «η» και «kimiya», που σημαίνει «φιλοσοφική λίθος», από την ελληνική λέξη «χημεία», φίλες και φίλοι, που σημαίνει την «τέχνη μετατροπής των μετάλλων, που ασκούσαν κυρίως οι Αιγύπτιοι»…
Οι Αιγύπτιοι! Είδατε πώς δένουν όλα όμορφα, πώς κουμπώνουν, κυρίες και κύριοι; Ο Κώστας ο Φέρρης, γεννήθηκε στο Κάιρο, με κυπριακές και λιβανέζικες ρίζες στην οικογένειά του… Συνεπώς, ως σύγχρονος κοσμοπολίτης αλχημιστής, είναι φυσικό να χρησιμοποιεί, όχι μέταλλα και φωτιά, αλλά εικόνες, φως και λέξεις, για να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Να σας διαβάσω, για να καταλάβετε, ένα σύντομο βιογραφικό του, από το βιβλίο «Κώστας Φέρρης, Της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών» – έχει ως εξής: «Σκηνοθέτης και σεναριογράφος, κινηματογράφου, Τηλεοράσεως, Θεάτρου και άλλων θεαμάτων, Θεατρικός συγγραφέας, Λιμπρετίστας, Στιχουργός, Θεωρητικός του Οπτικοακουστικού, Παραγωγός ταινιών και μουσικής, Ηθοποιός ενίοτε… Τραγουδιστής, κατά καιρούς δημοσιογράφος, εκδότης, Δάσκαλος σκηνοθεσίας, Τηλεοπτικός παρουσιαστής, με έξι Διεθνή Βραβέια και περισσότερα από 45 εθνικά, ο Κώστας Φέρρης, αν μη τι άλλο είναι ο πλέον πολυπράγμων Αναγεννησιακός δημιουργός της Ευρώπης».
Φίλες και φίλοι, μόνο ευτυχή θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτή τη συγκυρία: αυτός ο Homo Universalis που κάθεται δίπλα μου γεφυρώνει με τον πλέον παραστατικό τρόπο τον Κινηματογράφο και τη Λογοτεχνία -το Λόγο των Εικόνων με τον Γραπτό Λόγο. Χαίρομαι επίσης που παρουσιάζω ένα βιβλίο, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί βασικό μέρος της διδακτέας ύλης σε όποια Ανώτατη Σχολή Κινηματογραφικών Σπουδών, εντός ή εκτός Ελλάδας, στην οποία ο Κώστας Φέρρης θα έχει, υποθέτω, την έδρα του Τρίτου Λόγου…
Διαβάστε το φίλες και φίλοι, όποια κι αν είναι η σχέση σας με τον κινηματογράφο, ερωτική, επαγγελματική, ή και τα δύο. Πάρτε και διαβάστε την «Αλχημεία του Σινεμά», για να έχετε και κάτι άλλο, ένα ακόμα έργο του Κώστα Φέρρη στην ταινιο-βιβλιοθήκη σας εκτός από το διάσημο «Ρεμπέτικο», τη ταινία του, που βραβεύτηκε με την Αργυρή Άρκτο του Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1984, και με το Μέγα Βραβείο του Φεστιβάλ Αλεξάνδρειας του 1985. Διαβάστε την Αλχημεία όπως θα διάβαζε κανείς ένα αλχημιστικό εγχειρίδιο, για να δείτε με άλλο μάτι το φως, τις εικόνες, το μύθο και τη δράση, και την εσώτερη σημασία τους, που δε θα μπορούσατε ποτέ να φανταστείτε πως έχουν, ούτε όταν βλέπατε, οι παλιότεροι όπως εγώ, τους «Εμπόρους των εθνών» και τη «Μενεξεδένια Πολιτεία», τα ιστορικά σίριαλ, τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 από την Δημόσια Τηλεόραση, διά χειρός Κώστα Φέρρη, του Προφήτη του Τρίτου Λόγου.
Φίλες και φίλοι, έχω την χαρά να σας παρουσιάσω τα διηγήματα της Ελισάβετ Χρονοπούλου, με τίτλο «Ο έτερος εχθρός», από τις εκδόσεις «Πόλις». Η Ελισάβετ, να θυμίσω πως είναι ένας άνθρωπος του κινηματογράφου -για περισσότερο από τρεις δεκαετίες έχει εργαστεί ως σκηνοθέτης, σεναριογράφος και μοντέζ στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Επίσης, στην όμορη τέχνη του κινηματογράφου, τη λογοτεχνία, η Χρονοπούλου έχει αφήσει ήδη το στίγμα της: έχει εκδώσει άλλη μια συλλογή διηγημάτων, την πρώτη της, με τον τίτλο «Φοράει κοστούμι», από τις ίδιες εκδόσεις.
Εδώ, να πω αρχικά πως τα διηγήματα που συμπεριλαμβάνονται στον «Έτερο εχθρό» προσωπικά τα «είδα» περισσότερο, και λιγότερο τα διάβασα. Ουσιαστικά, ήταν δέκα γραπτές ταινίες μικρού μήκους ή, αν θέλετε, δέκα μικρά επεισόδια που απάρτιζαν μια μεγάλη, σπονδυλωτή ταινία. Και το λέω αυτό επειδή ο χωρόχρονος όλων ήταν ενιαίος, η Κατοχή, όπως και η ηθική τους πλευρά είχε μιαν ανάλογη συνοχή. Μιλώ για εκείνα τα συγκεκριμένα υπεδάφη της ανθρώπινη ψυχής, απ’όπου η Ελισάβετ εξορύσσει τον χαρακτήρα των ηρώων και των ηρωίδων της.
Όμως, ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Φίλες και φίλοι, ο «Έτερος εχθρός» είναι ένα βιβλίο που απηχεί τον ορυμαγδό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως το βιώσαμε στην Ελλάδα. Όμως, στην πραγματικότητα καταπιάνεται με ένα μόνο πράγμα: το πώς επεμβαίνει η Ιστορία, με γιώτα κεφαλαίο, στην ζωή των ανθρώπων. Κι όταν λέω «επεμβαίνει» φανταστείτε μια κατολίσθηση ογκόλιθων πάνω από ένα χωριό, ή, ένα παλιρροϊκό κύμα να πυργώνεται πάνω από μία βάρκα -κάπως έτσι.
Ένα χρυσό δαχτυλίδι, που κάποτε κοσμούσε ένα γυναικείο δάχτυλο, γίνεται λάφυρο και καταλήγει σ’ένα άλλο χέρι, ενός κοριτσιού, που έχει ερωτευτεί ο λαφυραγωγός, ένας τρομαχτικός οπλαρχηγός, ο οποίος πεθαίνει με βέβαιο θάνατο. Μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβεις, και όντως τη λαμβάνει αυτός αφού όμως πρώτα χαρίσει το δαχτυλίδι στη μικρή. Εδώ από κάπου, από την άκρη του πλάνου, χαμογελά ο Καββαδίας: «χέρι με χέρι ξέπεσε και στα δικά μου χέρια, πολλά ‘χουν δει τα μάτια μου, μ’αυτό μού φέρνει τρόμο»… Κι όλα αυτά με μια πρόζα ξερή, τραχιά, σαν να διαβάζεις συγγραφείς του ’50.
Στο διήγημα «Δεν θα’ ταν πάνω από 30», ένα παιδάκι βλέπει ένα βετεράνο στρατιώτη του έπους του ’40 να προπηλακίζεται από τους αστυνομικούς που μοιράζουν δωρεάν ρούχα στους κουρελήδες φαντάρους που έχουν γυρίσει από το Μέτωπο. «Εμένα φοβάσαι;» ρωτάει αυτός το κοριτσάκι, ημίγυμνος και θυμωμένος. Κι όμως, ναι, αυτόν φοβάται το παιδί, αυτόν θα φοβάται για το υπόλοιπο της ζωής της.
Ο φόβος και η απάθεια προς το αποτρόπαιο: αυτός είναι ο άλλος εχθρός, φίλες και φίλοι, ο έτερος εχθρός, πλην του λιμού. Κι αν κάτσεις και το σκεφτείς είναι κάτι τρομερό, γιατί όντως ο φόβος και η αδιαφορία, η αναισθησία είναι κάτι σαν λοιμός, με όμικρον -γιώτα, σα μολυσματική νόσος, όχι του σώματος, αλλά της ψυχής…
Διαβάζω, που λέτε, τα διηγήματα της Ελισάβετ και μου φαίνεται πως η Κατοχή, ο Δεύτερος Παγκόσμιος, ο Εμφύλιος εξακολουθούν να μαίνονται στις ψυχές των ανθρώπων. Είναι τόσο βαθιά τα τραύματα; Ναι, είναι, λέει η Ελισάβετ. Ναι, οι άνθρωποι γίνονται σκόνη από το τυφλό βήμα της ρουφιάνας της Ιστορίας, αποδεικνύοντας πόσο μικροί, λίγοι και κοντοί είναι, όταν η Ανάγκη η Παντάνασσα, κι όχι ο Χρόνος ο Πανδαμάτωρ, τους περιαρπάξει.
Στο «Ουδέν το αξιοσημείωτον» δύο παιδάκια που λιμοκτονούν ξεφορτώνονται το πτώμα της γιαγιάς για να κρατήσουν τη μερίδα της του ψωμιού. Στο «ένα μέτρο απόσταση» ένα αγοράκι αρνείται να αγγίξει τη μάνα του, από τη στιγμή που αυτή αρνείται μία μπουκιά ψωμί στον ίδιο της τον αδελφό, ο οποίος πεθαίνει από την αφαγιά, καθώς η μαμά ταΐζει το παιδί της ψωμί με μαρμελάδα, αγορασμένη πιθανώς από τις ύποπτες δουλίτσες του υφασματέμπορα συζύγου με τους κατακτητές.
Ποιος μπορεί να κατηγορήσει αυτούς, εκ των υστέρων, όταν δεν έχει βρεθεί σε παρόμοια πρέσα; Όχι εγώ, ούτε η Χρονοπούλου, που απλώς τους εκθέτει, σ’αυτές της τρομακτικής απλότητας και δύναμης ιστορίες -απλώς! Μόνο όσοι ζήσανε αυτά τα χρόνια θα μπορούσαν να καταλάβουν πόσο αμείλικτο είναι αυτό το «απλώς».
Η Ελισάβετ, μετά από ενδελεχή έρευνα -αρκεί να δει ο αναγνώστης τη βιβλιογραφία στο τέλος του βιβλίου- επιλέγει τα στιγμιότυπα, τις ιστορίες της Κατοχής, με χειρουργική ακρίβεια. Τί θέλει να δείξει, να τεκμηριώσει ζωντανεύοντάς τις; Θα σας τα πει η ίδια. Αυτό που μπορώ να πω εγώ σαν αναγνώστης είναι το εξής: να δώσει ο Θεός να μη βρεθούμε εμείς και τα παιδιά μας, και τα παιδιά των παιδιών μας, στη θέση που βρέθηκαν οι ήρωες του «Έτερου εχθρού».
Να δώσει ο Θεός να μην αναγκαστούμε εκ των πραγμάτων να διαπιστώσουμε πόσο μικροπρεπείς, πόσο ασήμαντοι, πόσο εγωκεντρικοί και συμφεροντολόγοι και σκληροί και απάνθρωποι και κτητικοί, αρπακτικοί και πλεονέκτες μπορούμε να γίνουμε. Εύκολα, δυστυχώς πολύ εύκολα, όταν η ανάγκη μας χτυπήσει την πόρτα. Ο Θεός να δώσει, κι αν κάποιοι έχουν πρόβλημα με το μέγα υποκείμενο της φράσης, δεν τρέχει τίποτα: ο καθένας και η καθεμία ας βάλουν την ανώτερη δύναμη της επιλογής τους: η Τύχη, το Χάος, η Αναγκαιότητα, η Πάλη των Τάξεων, ή οι Εξωγήινοι – όποιος κι αν είναι ο αφέντης του, ο δούλος, φίλες και φίλοι, δεν παύει να είναι ο χειρότερος εχθρός του εαυτού του.
Όταν ένας καταξιωμένος, στον τομέα του, δημιουργός, παρουσιάσει ένα έργο τέχνης άλλου είδους, άλλης κατηγορίας, αντιμετωπίζεται συνήθως με επιφυλακτικότητα. Ένας τραγουδιστής να ζωγραφίζει; Ένας ποιητής να κάνει κολάζ; Ένας σκηνοθέτης να γράφει;
Οι «Μυστικές συναντήσεις» είναι το πρώτο βιβλίο του σκηνοθέτη Δημήτρη Αθανίτη. Εδώ, στα Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια του Φεστιβάλ Δράμας, είναι ίσως ο καταλληλότερος χώρος για να παρουσιαστεί ένα βιβλίο ενός καλλιτέχνη των εικόνων, γιατί οι «Συναντήσεις» είναι όντως κάτι σαν χάρτινος κινηματογράφος -τουλάχιστον εγώ αυτή την εντύπωση είχα όταν το διάβαζα.
Για τον Δημήτρη Αθανίτη σα σκηνοθέτη δεν πρόκειται να μιλήσω πολύ -άλλοι, ασφαλώς αρμοδιότεροι εμού, θα μπορούσαν να πουν πολλά πράγματα για ένα δημιουργό που εδώ και εικοσιτέσσερα χρόνια φτιάχνει οπτικούς κόσμους, σύμπαντα εικόνων. Η πρώτη ταινία του, το «Αντίο Βερολίνο», του 1994, ακόμα συζητιέται και προβάλλεται, ενώ η τελευταία, «Ο αόρατος», κυριολεκτικά έχει κάνει το γύρο της Γης. Είναι πολυπροβεβλημένη, πολυσχολιασμένη και πολυβραβευμένη παντού -κυριολεκτικά.
Μετά, ο Δημήτρης θα μας πει σε ποια και πόσα διεθνή φεστιβάλ προβλήθηκε ο Αόρατος, καθηλώνοντας το εντελώς ετερόκλητο κοινό της. Το οποίο όμως, αν και διαφορετικό, αν και προερχόμενο από ριζικά διαφορετικά πολιτιστικά περιβάλλοντα, βρήκε στην ταινία ειλικρίνεια, δύναμη, ευαισθησία και αισθητική δεξιοτεχνία.
Όμως, όπως είπα, δεν θα επεκταθώ επ’ αυτού. Γιατί έχω στα χέρια μου την τελευταία ταινία του Δημήτρη Αθανίτη, μόνο που είναι χάρτινη -τις «Μυστικές Συναντήσεις». Θα το έλεγα, το βιβλίο, μία «μυθιστορηματική αυτοβιογραφία τεκμηρίωσης», εάν υπάρχει βέβαια ένας τέτοιος, μάλλον αδόκιμος όρος.
Όμως, πώς να περιγράψει κανείς μία συλλογή, ένα αρμονικό σύνολο 25 κείμενων, 26 με την εισαγωγή, που ναι μεν αφορούν σε υπαρκτά πρόσωπα, αλλά στην πραγματικότητα είναι ισάριθμες νοητικές και συναισθηματικές περιπλανήσεις του συγγραφέα; Καμιά σημασία δεν έχει εάν έγιναν όντως αυτά που περιγράφει ο Δημήτρης, καμιά σημασία δεν έχει εάν πράγματι έκανε ο Αθανίτης τις σκέψεις που περιγράφει, εάν του είπαν ό,τι λέει πως του είπαν, και εάν είπε ό,τι λέει πως είπε. Το σημαντικό είναι ότι τα κειμενάκια, τα μικρά διηγήματα, είναι αυτόνομα αφηγήματα, αυτοτελή γραφτά, με ήρωες και πλοκή, που έχουν αρχή, μέση και τέλος. Είναι όντως περιπλανήσεις σε ένα κόσμο ιδεών, που, όμως, καθώς ο συγγραφέας τυγχάνει και σκηνοθέτης, εικονοποιούνται άμεσα πίσω από τα μάτια του αναγνώστη.
Μία σκέψη, μία συνάντηση, μία αναζήτηση, μία κουβέντα ανείπωτη, μία σύντομη συζήτηση, μία έντονη ανάμνηση: το ωραίο με το βιβλίο του Αθανίτη είναι ότι όλα αυτά μετατρέπονται σε ταινίες μικρού μήκους, που παίζονται και ξαναπαίζονται μέσα στο μυαλό του αναγνώστη μετά το διάβασμα του βιβλίου, με τη φαντασία του να χρησιμεύει ως μηχανή προβολής.
Ένα μυστικό τοπίο συντίθεται από τις ιστορίες του Δημήτρη, ένα αιθερικό σώμα τόπων και ανθρώπων, με τον ίδιο να πλέκει τις συνάψεις μεταξύ τους: Ο Λουίς Μπουνιουέλ κι ο Σίμος ο Υπαρξιστής, ο Μιχάλης Κακογιάννης κι ο Νίκος Ξανθόπουλος, ο Βέγγος κι ο Φασμπίντερ, ο Μπεν Γκαζάρα κι ο Κώστας Καφάσης, η Κυβέλη και η Nico.
Ήρωες μιας προσωπικής μυθολογίας, ηρωίδες ιδιωτικής χρήσεως, όσιοι και αγίες ενός ατομικού εορτολογίου, που συνετέθη από τη ματιά και το μυαλό του Δημήτρη Αθανίτη, όχι από τότε που πρωτοκοίταξε μέσα από το βιζέρ, αλλά από τότε που πρωτοάνοιξε βιβλίο και άρχισε να αναρωτιέται ποιος είναι αυτός ο ίδιος, ποιο είναι αυτό το φαντασμαγορικό σύμπαν εντός του οποίου βρέθηκε, ποια είναι η σχέση μεταξύ τους, και κυρίως, τί θα γίνει μετά…
Διαβάστε, φίλες και φίλοι, τις «Μυστικές συναντήσεις», αφήνοντας κατά μέρος την επιφυλακτικότητά σας. Ναι, ο Δημήτρης Αθανίτης έγραψε βιβλίο -και γιατί όχι; Ο Ελύτης έκανε κολάζ…
Σεπ 14, 2024 0
Σεπ 08, 2024 0
Σεπ 07, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη