Μάι 16, 2021 Κινηματογράφος 0
Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς | γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Η νέα ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», έρχεται σε απευθείας σύνδεση με το «Σπιρτόκουτο» (2003), αν και χωρίζουν τις δύο ταινίες 17 χρόνια διαφορά. Ο σκηνοθέτης προεκτείνει τη θεματολογία και την αισθητική του.
Η ταινία, που γυρίστηκε στη Λαμία, περιστρέφεται γύρω από μία γοητευτική γυναίκα. Αποφασίζει να εγκαταλείψει τον επιχειρηματία σύζυγό της για έναν ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου και πρώην λαϊκό τραγουδιστή.
Δεν αρκείται όμως σε αυτό. Εγκαταλείποντας τη συζυγική εστία, η μοιχαλίδα παίρνει μαζί της και ένα εκατομμύριο ευρώ. Φυσικά, ο σύζυγος παρανοεί και ορκίζεται εκδίκηση.
Εν τω μεταξύ, ο υπόκοσμος της νύχτας, στη μικρή επαρχιακή πόλη, μπαίνει σε αναβρασμό γύρω από το παράνομο ζευγάρι. Και το κερασάκι στην τούρτα: οι φοβερές μαμάδες των δύο αντεραστών δε θα κάτσουν με σταυρωμένα χέρια.
Δύο άντρες και μία γυναίκα. Αυτή μπαίνει ανάμεσά τους. Αποζητά ένα νέο έρωτα και θέλει να φύγει από τα συζυγικά δεσμά που την καταπιέζουν.
Λίγο πριν να φύγει θα πάρει, από τις οικονομίες του συζύγου της, ένα εκατομμύριο ευρώ. Οι οικονομίες μιας ζωής. Αυτός θα παρανοήσει. Θα βρει παρηγοριά στο αλκοόλ, μετά στη μητέρα του.
Στο τέλος, το δρόμο της εκδίκησης. Με όση βία αυτό συνεπάγεται.
Οι δύο άντρες είναι μάγκες.
Προσδιορίζουμε αυτό τον επιθετικό χαρακτηρισμό ως ντόμπρος, ειλικρινής, αυτάρκης, πεισματάρης, εγωιστής, έτοιμος να εξασκήσει βία για να πετύχει αυτό που θέλει.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο που χωρά μία γυναίκα;
Οι επιλογές της είναι, απ’ότι φαίνεται, συνειδητές. Κατά συνέπεια, πίσω από αυτές κρύβεται ένα βαθιά ριζωμένο ψυχολογικό υπόβαθρο. Αυτό είναι το θεμέλιο του χαρακτήρα της. Πάνω σε αυτόν στηρίζεται όλη η ταινία.
Οι χαρακτήρες των δύο αντρών λειτουργούν βοηθητικά για να αναπτυχθεί τόσο ο δικός της χαρακτήρας, Όπως και η περιγραφή του κοινωνικού πλαισίου, στο οποίο η κοινωνία αναφέρεται και αναπτύσσεται.
Αν δούμε με αυτή την οπτική γωνία τη σεναριακή ανάπτυξη της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη, τότε θα καταλάβουμε πολλά πράγματα.
Θα πρέπει, βέβαια, να παρατηρήσουμε, πρώτα, και, μετά, να αναλύσουμε κάποια σημεία κλειδιά. Θα τα αναφέρουμε στη συνέχεια της κριτικής μας στην «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς».
Η Όλγα, όταν καταφεύγει με το νέο ερωτικό της σύντροφο, επικοινωνεί με τον πατέρα της. Γιατί;
Για να λύσουμε αυτό το πρόβλημα θα πρέπει να δούμε τους χαρακτήρες των δύο αντρών της ζωής της. Και οι δύο ασκούν εξουσία. Αυτό μας φέρνει στην πατρική εξουσία την οποία αποζητά.
Φτάνει σε αυτό το σημείο επειδή ο σύζυγός της δεν της προσφέρει αυτό το εξουσιαστικό βάρος με το οποίο θα ήταν ικανοποιημένη. Ο νέος ερωτικός σύντροφός της χάνει όλο και περισσότερο την εξουσιαστική βαρύτητά του.
Καταφεύγει στον πατέρα, ο οποίος, θα μάθουμε αργότερα, είναι ανήμπορος. Βρίσκει σε αυτόν και το παιδί που ψάχνει μέσα της.
Οι δύο μανάδες. Θέλουν και ασκούν, η κάθε μία με τον τρόπο της, εξουσία στο παιδί τους. Στο σύζυγο και τον εραστή της Όλγας.
Εδώ βλέπουμε την εξουσία να μετατοπίζεται από το πατριαρχικό κέντρο στο μητριαρχικό. Η γυναίκα -που θα πρέπει να γραφτεί «Γυναίκα»- αποκτά τις θεϊκές δυνάμεις που της στέρησαν οι μονοθεϊστικές θρησκείες.
Γίνεται Μητέρα, Ερωμένη, Σύζυγος. Όλα αυτά συνοψίζονται στο «Γυναίκα». Ασκεί καθοριστικό ρόλο στον άντρα που, μπροστά της, υποκύπτει.
Αυτό μπορούμε να το δούμε σε όλες τις αντρικές φιγούρες. Σε αυτές φανταζόμαστε τη Γυναίκα που είναι απούσα -από την αφήγηση- παρούσα όμως, ουσιαστικά, μέσα στον ψυχισμό των αντρών.
Μεγάλο ζητούμενο η ηδονή.
Όλοι οι άντρες ψάχνουν να βρουν την απόλαυση. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να καταλάβουν τι γίνεται. Εδώ η σεναριακή ανάπτυξη ακολουθεί την ψυχαναλυτική θεώρηση.
Η απόλαυση είναι συνέπεια της ηδονής και είναι το όχημα για την κατανόηση και την αντίληψη της πραγματικότητας.
Το φρένο της απόλαυσης είναι ο θυμός.
Σε αυτή την ταινία, όπως και στο «Σπιρτόκουτο» έχουμε μία συνεχόμενη έκρηξη θυμού.
Αυτό το κίνημα τέχνης και αφήγησης που λέγεται υπερρεαλιστικό υπερκείμενο, μας αφήνει να δούμε το θυμό ως κυρίαρχο συναίσθημα. Να το κατανοήσουμε και, αφού το δεχτούμε ως δεδομένο, να προσπαθήσουμε να βρούμε τις πηγές του.
Στο «Σπιρτόκουτο» έχουμε μία πολύ καλή εκδοχή σεναρίου που, στην Αγγλία, υπάρχει στις ταινίες του Mike Lee και του Ken Loach. Ο Οικονομίδης φτάνει, στο «Σπιρτόκουτο», σε ένα ικανοποιητικό σημείο.
Σε αυτή την ταινία πηγαίνει λίγο παραπέρα.
Αφήνει σημεία-κλειδιά με τα οποία θα βρούμε την πηγή του θυμού.
Έτσι όπως αυτό υπάρχει τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες. Θα μπει μέσα στο κοινωνικό πεδίο και θα κάνει μία σχεδόν αναλυτική παράθεση αιτιών. Θα μας βοηθήσει να βρούμε την άκρη του δικού μας θυμού. Έτσι η ταινία θα λειτουργήσει ψυχοθεραπευτικά για τους θεατές.
Όλα αυτά που τυραννούν τον άνθρωπο ενδέχεται να τροφοδοτούν το θυμό.
Η σεναριακή ανάπτυξη συμφωνεί εντελώς με την ψυχαναλυτική θεώρηση. Βλέπουμε, λοιπόν, τις διαφορετικές εκφάνσεις του θυμού, στα διαφορετικά πρόσωπα.
Διακρίνουμε διαφορετικές περσόνες. Φιγούρες που συναντούμε καθημερινά στη ζωή μας. Μπορεί να είμαστε και εμείς.
Η βία είναι παραγωγός του λόγου.
Με αυτή την έννοια, οι βίαιες καταστάσεις είναι δικαιολογημένες. Θεμελιώνονται στο σεναριακό κόσμο της ταινίας. Αυτή είναι ένα τεράστιο παζλ της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Η ιστορία είναι μία καταγραφή της βίας στην κοινωνία, έλεγε ο Έριχ Φρομμ. Ο Οικονομίδης συμφωνεί εντελώς.
Επανερχόμαστε στην ηδονή.
Ο εραστής θα μπορούσε να είχε οποιαδήποτε γυναίκα. Να τις ξεπετά, κάθε βράδυ. Γιατί κόλλησε σε αυτή; Πολύ περισσότερο που αυτή η γυναίκα δεν είναι μία εκθαμβωτική καλλονή.
Είναι, ουσιαστικά, ένα σημαίνον της γυναίκας. Θα μπορούσε να ήταν οποιαδήποτε γυναίκα. Αρκεί να εκπέμπει ερωτικά μηνύματα που ένας άντρας θα τα λαμβάνει. Θα τα δέχεται για να τα βάζει στην ταυτότητά του.
Γιατί αυτή η γυναίκα;
Αυτό το ερώτημα βασανίζει το Γλάρο. Τον εκτελεστή που δε θα σκοτώσει την Όλγα. Ίσως για να τη δοκιμάσει και να βρει αυτό το «γιατί».
Δε θα προλάβει. Θα πεθάνει και αυτός στο βωμό του αίματος. Η Όλγα θα επιζήσει και θα επιστρέψει στον πατέρα της. Στο ήρεμο λιμάνι της ζωής της, όπως της υπαγορεύει το σύνδρομο της Ηλέκτρας.
Η Γυναίκα επιβιώνει.
Η ελπίδα είναι να δομηθεί ένας νέος ειρηνικός κόσμος. Αυτό φαίνεται στον οδηγό ταξί που κουβαλά μαζί του την τυφλή μητέρα του.
Τυφλή που δε βλέπει τις θηριωδίες και που προβλέπει τα μελλούμενα, όπως ο Τειρεσίας. Είναι όμως αυτό δυνατό; Η ταινία δε μας αφήνει πολλές ελπίδες. Μία επιστροφή στη μητριαρχία θα ήταν εφικτή; Σίγουρα όχι, στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού τρόπου ζωής, στον οποίο ζούμε.
Η σκηνοθεσία χαρακτηρίζεται από την ακρίβειά της. Τόσο στη σύνθεση του κάδρου όσο και στην κίνηση των ηθοποιών. Οι ατάκες είναι εύστοχες και η επανάληψή τους αυξάνει την ένταση. Η διδασκαλία των ηθοποιών ήταν υποδειγματική από το Γιάννη Οικονομίδη.
Ο ρυθμός, με το μοντάζ διατηρείται σε υψηλό επίπεδο. Σχεδόν μέχρι το τέλος. Στον επίλογο της ταινίας ο ρυθμός πέφτει για να μας δώσει μία νέα προοπτική.
Η σκηνογραφία και η ενδυματολογία αποδίδουν τόσο τους χαρακτήρες όσο και τη βία της αφήγησης.
Έτσι, με τη μορφή του υποκειμένου, η βία γίνεται πιο έντονη και αποκαλύπτεται, συγχρόνως, το κείμενο που υποβόσκει. Αυτό είναι το ζητούμενο σε αυτή την ταινία.
Οι ηθοποιοί παίζουν απολύτως ρεαλιστικά. Αποδίδουν με απόλυτο τρόπο την κάθε πτυχή του χαρακτήρα τους. Φτάνουν σε μία κορύφωση κάθε στιγμή. Δημιουργούν ένα τοπίο. Μία κορυφογραμμή που κλείνει μέσα της την εύφορη κοιλάδα όπου υπάρχει η πηγή της υστερίας και καλλιεργείται το υστερικό.
Αυτό το βλέπουμε σε ρεαλιστική απεικόνιση, μέσα από την εκφορά του λόγου τους και της κινήσεις τους. Πότε αργές και περιγραφικές, πότε κοφτές και απότομες που διακόπτουν το λόγο.
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης
Σενάριο: Γιάννης Οικονομίδης, Χάρης Λαγκούσης, Δημοσθένης Παπαμάρκος
Φωτογραφία: Δημήτρης Κατσαΐτης
Μοντάζ: Γιάννης Χαλκιαδάκης
Μουσική: Jean-Michel Bernard, Μπάμπης Παπαδόπουλος
Ήχος: Γιάννης Γιαννακόπουλος, Νικόλας Κωνσταντίνου
Παραγωγοί: Jean-Michel Bernard, David Danesi, Γιάννης Οικονομίδης, Χρήστος Κωνσταντακόπουλος, Elie Meirovitz, Πάνος Παπαχατζής, Ingmar Trost
Παίζουν: Βασίλης Μπισμπίκης (Μάνος), Βίκυ Παπαδοπούλου (Όλγα), Γιάννης Τσορτέκης (Ηρακλής), Στάθης Σταμουλακάτος (Γλάρος), Βαγγέλης Μουρίκης (Ντίνος), Γιώργος Γιαννόπουλος (Λάμπρος), Λένα Κιτσοπούλου (Βιβή), Αντώνης Κοτζιάς (Σάκης), Φωκιών Μπόγρης (Βαγγέλης), Θεόδωρος Κανδηλιώτης (Τζίμης), Πέτρος Ζερβός (κ. Γιώργος)
Χώρα: Ελλάδα, Κύπρος, Γαλλία, Γερμανία
Γλώσσα: ελληνικά
Διάρκεια: 140΄
Έτος παραγωγής: 2020
Είδος: τραγωδία, αστυνομική
Ημερομηνία εξόδου: 5/3/2020
Εταιρεία διανομής: Tulip.
Για ππερισσότερα στοιχεία για τους συντελεστές και τα τεχνικά θέματα πηγαίνετε εδώ
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη
Δ | Τ | Τ | Π | Π | Σ | Κ |
---|---|---|---|---|---|---|
1 | ||||||
2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 |
9 | 10 | 11 | 12 | 13 | 14 | 15 |
16 | 17 | 18 | 19 | 20 | 21 | 22 |
23 | 24 | 25 | 26 | 27 | 28 | 29 |
30 | 31 |