Ο θεσσαλονικιός συγγραφέας Γιώργος Ιωάννου έβγαζε ένα περιοδικό, που το ονόμαζε «Φυλλάδιο», από το 1979 ως το 1985. Η ιδιαιτερότητα του περιοδικού ήταν ότιο ίδιος έγραφε ολόκληρη την ύλη του, δηλαδή έμοιαζε περισσότερο με προσωπικό ημερολόγιο ή χρονογράφημα, όπως άλλωστε και τα βιβλία του, παρά με τυπικό περιοδικό. (Αν ζούσε σήμερα φαντάζομαι ότι θα είχε κι αυτός μπλογκ). Σε ένα από τα τεύχη, λοιπόν, διαβάζουμε μια ενδιαφέρουσα ξεχασμένη πληροφορία:
Το καλοκαίρι του 1983, η γνωστή τραγουδίστρια Joan Baez επισκέφτηκε τη χώρα μας και έδωσε μια συναυλία στο Ηράκλειο. Πριν αρχίσει το τραγούδι, δήλωσε:«Αφιερώνω το τραγούδι αυτό στους πολιτικούς κρατούμενους της Κίνας, της Κορέας και της Ελλάδας…». Το ακροατήριο φυσικά πάγωσε. Σε λίγο ήρθε η διευκρίνηση από τους διοργανωτές. Η Τζόαν εννοούσε τους κρατούμενους της χούντας.Το κοινό ξέσπασε σε ζητωκραυγές. «Τρέχα-γύρευε», σχολίασε ο Ιωάννου.
Υπάρχουν δηλώσεις που γίνονται με την χαρακτηριστική αφηρημάδα των στερεότυπων φράσεων που χρησιμοποιούνται σε όλες τις συναυλίες των διεθνώς καταξιωμένων καλλιτεχνών. Όμως η τραγουδίστρια είχε το προφίλ της πολιτικοποιημένης,ευαισθητοποιημένης, αλλά και πληροφορημένης καλλιτέχνιδος. Ο Ιωάννου απορούσε τόσο με την τραγουδίστρια όσο και με το «έξαλλο» κοινό της.
Αυτή η μικρή ιστορία μας επαναφέρει το ερώτημα της αυθεντικότητας των διάσημων πολιτικοποιημένων καλλιτεχνών και των κοινωνικών μηνυμάτων που προβάλει μια τέχνη που φορέας της είναι η πολυεθνική βιομηχανία. Υπάρχει και το γνωστότερο παράδειγμα του Bob Dylan, ο οποίος είχε αποκαλύψει ότι ο κοινωνικός χαρακτήρας του είχε επιβληθεί από την εταιρία του (πολυεθνική), ενώ ο ίδιος αδιαφορούσε για την πολιτική.
Γενικότερα, για τον τρόπο που χειρίστηκε η βιομηχανία της pop culture την κοινωνική διαμαρτυρία των sixties-seventies υπάρχουν δύο προσεγγίσεις: Η πιο διαδεδομένη υποστηρίζει ότι το κατεστημένο οικειοποιείται ό,τι το απειλεί και μ’αυτό τον τρόπο το μετατρέπει σε κάτι ακίνδυνο.
Η δεύτερη -και κάπως αιρετική- λέει πως τα καπιταλιστικά συμφέροντα έδωσαν την αποφασιστική ώθηση στο κλίμα αμφισβήτησης της εποχής-σε μεγάλο βαθμό το δημιούργησαν για σκοπούς της αγοράς.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη διάσημη φωτογραφία του Τσε Γκεβάρα που τυπώθηκε αμέτρητες φορές, από ταμπακιέρες μέχρι μποξεράκια. Η εικόνα αυτή αποτελεί ένα σύμβολο της Απελευθέρωσης, αλλά και του μεταπολεμικού καπιταλισμού. Η αναπαραγωγή της μορφής του επαναστάτη απέφερε μεγάλα κέρδη στους καπιταλιστές. Αν δεχτούμε ότι το σύστημα καπηλεύτηκε τη μορφή του, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι διεύρυνε το κοινό του κουβανού αντάρτη. Δημιούργησε νέες αγορές, νέα προϊόντα, τον ενέταξε στο αναγνωρισμένο corpusτων καταναλωτικών προϊόντων και φυσικά τον νομιμοποίησε στη συνείδηση του καταναλωτή.
Μια αναπάντεχη πληροφορία μας έρχεται από τον τομέα του μάρκετινγκ. Η βιομηχανία που ωφελήθηκε περισσότερο από τα κινήματα αμφισβήτησης της εποχής ήταν αυτή του… μπλουτζίν. Το ύφασμα-σύμβολο της επαναστατημένης νεολαίας,που βγαίνει σε παντελόνια και μπουφάν,έγινε παγκόσμιο προϊόν την εποχή εκείνη. Οι μελέτες του τομέα μάρκετινγκ της εν λόγω βιομηχανίας αποκαλύπτουν το αποκλειστικό ενδιαφέρον για την εξέλιξη των κινημάτων της νεολαίας.
Η (υπο)κουλτούρα που αντιλήφθηκε την «παγίδα» του συστήματος ήταν το πανκ της δεκαετίας του ’80, που αρνήθηκε να συμπεριλάβει στον κανόνα του κάθε έτοιμο προϊόν από το φόβο της «μόλυνσης» από την αγορά. Μέσα από τους underground εναλλακτικούς χώρους αναδύθηκε η κουλτούρα του D.I.Υ. (Do It yourself -Φτιάξ’το μόνο σου) που ευαγγελιζόταν μια τέχνη «χειροποίητη», η εκδίκηση του «ερασιτεχνισμού»*, πεισματικά έξω από τα συμφέροντα της αγοράς, την εποχή που η λογική και η μαζική αισθητική της οικονομίας της αγοράς είχαν κατακλείσει τα πάντα.
Βεβαία, η αυτονομία του DIΥ ήταν εξαρτημένη -πλήρωνε φόρο υποτελείας. Γιατί μπορεί να προτιμούσε τις ερασιτεχνικές εγγραφές σε κασέτες από τους δίσκους βινυλίου που προϋπόθεταν συμμετοχή στο εμπορικό κύκλωμα, το βίντεο και τα φιλμ των 8 και 16 χιλ. από το 35άρι, ή τα πατάρια από τις «επίσημες πρεμιέρες», όμως οι πρώτες ύλες -οι κασέτες, οι μπομπίνες, τα φιλμ- βρίσκονταν στα χέρια μερικών πολυεθνικών.
Ωστόσο, ο ρομαντισμός του underground είναι αυθεντικός και συγκινητικός. Όσοι πέρασαν από το χώρο του underground punk δύσκολα εντάσσονται στην ταξινόμηση των καταναλωτικών ομάδων. Αν και η εξέλιξη δεν ήταν η προσδοκώμενη. Στα διδάγματα του DIΥ βασίστηκε η συγκεκριμένη μορφή που ανέπτυξε το πιο προσοδοφόρο κομμάτι της βιομηχανίας του διαδικτύου…
Προφανώς καμιά πάλη για καλλιτεχνική γνησιότητα δεν ακυρώνεται. Σημασία έχει η θέση από την οποία βλέπουμε την πολυεπίπεδη και πολυσήμαντη πραγματικότητα.
Και για να επιστρέψουμε στον Γιώργο Ιωάννου, ο οποίος είχε το χάρισμα με μια εύστοχη κουβέντα να βάζει τα πράγματα στη θέση τους: ο Ιωάννου,λοιπόν, δήλωνε αριστερός γιατί απλούστατα «έτσι είμαι κουρδισμένος».
Μιχάλης Αγραφιώτης
(Μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών)
* «…η βιομηχανία της κουλτούρας εξαφάνισε τα σκουπίδια του χθες μέσω της απαγόρευσης και της εξημέρωσης του ερασιτεχνισμού» Μάξ Χορκχάιμερ και ΤέοντορΑντόρνο, Η βιομηχανία της κουλτούρας: Ο Διαφωτισμός ως εξαπάτηση των μαζών
Δεκ 03, 2022 0
Δεκ 16, 2020 0
Δεκ 12, 2020 0
Απρ 19, 2020 0
Φεβ 20, 2015 1
Απρ 10, 2014 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 22, 2024 0
Οκτ 20, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη