Απρ 01, 2015 Κινηματογράφος 0
Κριτική ταινιών | Έχει ειπωθεί ότι η κριτική μιας ταινίας είναι ένα δημιούργημα που μπορεί να υπάρχει ανεξάρτητα απ’την ταινία στην οποία αναφέρεται. Στην πραγματικότητα αυτό ισχύει, αλλά αποκλειστικά και μόνο για τις κριτικές που είναι τέτοιες και δεν είναι στείρες πολεμικές ή ναρκισσιστικές αφηγήσεις. Είναι πολύ ενδιαφέρον, λοιπόν, να ερευνήσουμε τις δομές μιας κριτικής κινηματογράφου και, σε δεύτερο επίπεδο, να προτείνουμε κάποιες μορφές της, σε μια προσπάθεια προσδιορισμού της.
Θα ξεκινήσουμε με τον προσδιορισμό της κριτικής κινηματογράφου για να φτάσουμε στην ανάλυση των δομών της και να τελειώσουμε με τη σύνθεση, δηλαδή την τελική δομή που θα πρότεινε αυτό το κείμενο.
Εκ των προτέρων θεωρούμε δεδομένο ότι απαραίτητα εφόδια για μια ολοκληρωμένη κριτική είναι η καλή γνώση των θεωρητικών βάσεων, τόσο στη θεωρία της αφήγησης, γενικότερα, και του κινηματογράφου ειδικότερα, όσο και στην ψυχολογία και την κοινωνιολογία, αλλά και γνώσεις στην τεχνική του κινηματογράφου, ειδικά στο μοντάζ.
Το αντικείμενο μελέτης μας είναι η ταινία, κινηματογραφική ή τηλεοπτική. Με δεδομένο ότι θέλουμε να κάνουμε ολοκληρωμένη εργασία και η κριτική μας να διαβάζεται και μετά την προβολή της ταινίας, ίσως και μετά από αρκετά χρόνια, τότε απαραίτητο είναι η εργασία μας να έχει επιστημονική χροιά.
Αυτό μπορούμε να το δούμε στις κριτικές του Βασίλη Ραφαηλίδη (βλέπε το «Λεξικό ταινιών», πέντε τόμοι, εκδόσεις Αιγόκερως) που διαβάζονται ακόμη και αφορούν στις παλιές ταινίες. Ένα άλλο παράδειγμα είναι το βιβλίο με τις κριτικές του Αντώνη Μοσχοβάκη, να αναφέρουμε επίσης τα βιβλία που έχει γράψει ο Αλέξης Δερμεντζόγλου.
Ο αναγνώστης μπορεί να συγκρίνει αυτές τις κριτικές, όπως και αυτές του Νίκου Κολοβού και του Γιάννη Μπακογιαννόπουλου για να καταλάβει τι εννοούμε όταν μιλάμε για επιστημονικότητα στη συγγραφή μιας κριτικής κινηματογράφου. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι θα αναφερθούμε στην ανάλυση και στη σύνθεση.
Το πρώτο ζήτημα που θα εξετασθεί είναι αν η κινηματογραφική τέχνη είναι αυτόνομη, σχετικά με τις άλλες τέχνες.
Αν δούμε την ταινία σα μια αφήγηση και τη βάλουμε σαν τέτοια μέσα στην αφήγηση της πραγματικής ζωής, τότε θα δούμε ότι αυτό που θα λέγαμε κινηματογράφος έχει στενή σχέση ή για να το πούμε καλύτερα εντάσσεται σε αυτό που λέμε ενιαίος χώρος αφήγησης, άρα η κινηματογραφική τέχνη έχει πολύ στενή σχέση με τις άλλες τέχνες.
Κατά συνέπεια, ο κριτικός κινηματογράφου δεν μπορεί να αγνοήσει τη θεωρία και την ιστορία των άλλων τεχνών. Αν το κάνει αυτό το κείμενό του δε θα μπορεί να έχει αναφερόμενα ούτε καν στην ίδια την ταινία, η κριτική θα είναι χωρίς νόημα και θα μοιάζει με ένα προσωπικό σημείωμα που ενδιαφέρει αυτόν τον ίδιο και ίσως τους φίλους του.
Κρατάμε λοιπόν σα δεδομένο την πλήρη ενημέρωση τόσο όσον αφορά στην ιστορία όσο και στη θεωρία των άλλων τεχνών, της ζωγραφικής, της γλυπτικής, της μουσικής, του θεάτρου, της αρχιτεκτονικής και του χορού.
Με αυτό τον τρόπο μπορεί να επεκταθεί το κινηματογραφικό κείμενο σε άλλα και να έχουμε αυτό που λέμε διακειμενικότητα, μέσα στην τέχνη.
Αυτό που πετυχαίνουμε είναι να βλέπουμε την ανάπτυξη των χαρακτήρων, όπως γίνεται στην πραγματική ζωή, τελικά να πιστοποιούμε αν αυτοί οι χαρακτήρες και οι μεταξύ τους συνδέσεις μπορούν να έχουν κάποια βάση σε αυτή την αφήγηση ή αν αυτή ξεφεύγει προς άλλους δρόμους, άλλες τεχνοτροπίες, π.χ. απ’το ρεαλισμό στο σουρεαλισμό κ.λπ., και με ποιο τρόπο, για να δούμε τελικά αν αυτό το έργο έχει τις βάσεις του στα ήδη κεκτημένα της αφήγησης ή είναι κάτι το πρωτοποριακό.
Θα ξεκινήσουμε με την ανάλυση του κειμένου. Μπορούμε ή έχουμε το δικαίωμα να τεμαχίσουμε την αφήγηση για να μπορέσουμε να αναλύσουμε τα διάφορα κομμάτια χωριστά πριν να κάνουμε τις απαραίτητες συνδέσεις;
Την απάντηση σε αυτό ερώτημα τη δίνουν οι μελέτες του Προπ. Ήταν ο πρώτος που τόλμησε να τεμαχίσει την αφήγηση των μαγικών παραμυθιών, απ’τη συλλογή του Αρσένιεφ. Ανακάλυψε ότι μπορεί κάποιος να χωρίσει την αφήγηση σε διάφορα κομμάτια που θα είναι με μια σχετική αυτονομία.
Οι συνδετικοί κρίκοι είναι αυτά τα στοιχεία που δίνουν την αιτία για να υπάρχει μια συνέχεια. Κατηγορήθηκε ότι ακολουθεί το φορμαλισμό, τότε στη Σοβιετική Ένωση, αλλά ήταν η αρχή για να καταλάβουμε ότι έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε αυτό που έκαναν οι γλωσσολόγοι ήδη απ’τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ξεκινώντας από μια λέξη για να φτάσουν σε ένα φώνημα και τελικά στο σημαίνον και στο σημαινόμενο.
Μπορούμε λοιπόν να ακολουθήσουμε τη σημειωτική ανάλυση και να την εφαρμόσουμε στην ανάλυση που θέλουμε να κάνουμε στην ταινία που επιθυμούμε να κριτικάρουμε.
Μπορούμε να φτάσουμε στο σημαίνον -στην αφηρημένη και πολυσημειακή απόδοση μιας έννοιας, που έχει δύο ή περισσότερες νοηματικές αποδόσεις- και στο σημαινόμενο -στην απόλυτα προσδιορισμένη σημασία του σημαίνοντος.
Έχουμε την ευκολία να ανακαλύψουμε αυτό που είναι ρεαλιστικό ή αυτό που θα το χαρακτηρίζαμε υπερρεαλιστικό, όπως και τις ενδιάμεσες αποχρώσεις τους. Έχουμε κάνει έτσι την αρχή και ολοκληρώνουμε τη σημειολογική και εννοιολογική ανάλυση του κειμένου της ταινίας.
Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα διάφορα σημεία, σημαίνοντα και σημαινόμενα, όταν έχουν ενταχθεί σε μία σειρά αποτελούν συντάγματα κωδίκων, τα οποία μπαίνουν σε μια αλληλουχία για να έχουμε το κείμενο.
Κατά συνέπεια, το κείμενο αποτελείται σειρές κωδίκων, ο κάθε κώδικας από μια σειρά σημείων και τα σημεία από το σημαίνον και σημαινόμενό του. Με αυτή την έννοια, φτάνουμε στο σημείο να ξεχωρίσουμε και το χαρακτήρα της αφήγησης.
Μπορούμε να πούμε αν έχουμε να κάνουμε με ρεαλισμό, υπερρεαλισμό, ποιητική αφήγηση, μαγικό ρεαλισμό ή νεορεαλισμό. Κατά συνέπεια έχουμε ένα μέτρο για να συγκρίνουμε, άρα να κρίνουμε την αφηγηματική γραμμή που αυτή η ταινία ακολουθεί.
Ανάλογος είναι ο τρόπος που ακολουθούμε για την αισθητική ανάλυση. Έχουμε και εδώ σημαίνοντα και σημαινόμενα, τα οποία έχουν σχέση με τα σύμβολα με τα οποία σχετίζονται. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι να μπορούμε να κάνουμε τις συνδέσεις, άρα θα πρέπει να έχουμε γνώσεις της ιστορίας της Τέχνης για να βρούμε τα αναφερόμενά τους.
Πιθανότατα, όπως και στο γραπτό και προφορικό λόγο, να πρέπει να κάνουμε αναγωγές σε μυθικά στοιχεία, απ’την εθνική ή παγκόσμια μυθολογία. Σε αυτό το σημείο η αισθητική και η εννοιολογική ανάλυση ενώνονται για να έχουμε μια ενιαία και ολοκληρωμένη ανάλυση του φιλμικού κειμένου.
Επειδή κάθε αφήγηση αποτελείται από χαρακτήρες, έχουμε την ανάγκη να αναλύσουμε αυτούς τους χαρακτήρες, όσον αφορά στην ψυχολογία τους, το καθένα χωριστά και τις συνδέσεις τους, για να φτάσουμε στα συμπλέγματά τους.
Θα μπορούσαμε έτσι να δούμε αν ο λόγος που έχουν αυτοί οι χαρακτήρες έχει βάση ή προτείνει κάτι καινούργιο. Θα ανατρέξουμε στη βοήθεια των ψυχαναλυτικών σχολών.
Τελικά, όλα αυτά θα συνδεθούν με την ανάλυση των τεχνικών χαρακτηριστικών. Ο φωτισμός και ο ήχος δίνουν τη χροιά και αποσαφηνίζουν την απόδοση της ατμόσφαιρας. Ένα πλάνο μπορεί να γίνει πιο ρεαλιστικό ή λιγότερο, πιο αφηρημένο ή λιγότερο, να είναι χαοτικό ή σατυρικό, να συμβολίζει ή απλά να συνδέει δύο διαφορετικές σεκάνς.
Πως όμως τα πλάνα ή οι σεκάνς συνδέονται μεταξύ τους; Ο μόνος τρόπος να τα συνδέσουμε είναι το μοντάζ. Θα ανατρέξουμε στις γνώσεις μας για τα πέντε διαφορετικά είδη του μοντάζ, στη θεωρία του Αϊζενστάιν είτε σε αυτή του Βερτώφ για να δούμε πως τα πλάνα συνδέονται μεταξύ τους, ποιος είναι ο ρυθμός τους, αν και πως παράγονται τρίτες έννοιες, αν υπάρχουν εναλλαγές και που, αν περιγράφονται οι χαρακτήρες επαρκώς ή όχι.
Σε κάθε απάντηση υπάρχει η διερεύνηση του γιατί, αυτή η απάντηση θα αποκρυσταλλώσει την άποψή μας για το είδος και τη σχολή όπου η ταινία τοποθετείται.
Θα μπορούσαμε την ανάλυσή μας να την παρουσιάσουμε κάπως έτσι:
Καταλήγουμε σε ένα συμπέρασμα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η κριτική μας έχει τελειώσει. Ακριβώς το αντίθετο. Αυτή τη στιγμή ξεκινά η σύνθεση του κειμένου μας. Έχουμε πλέον όλα τα στοιχεία για να συνθέσουμε αυτό που θα είναι η κριτική μας για την ταινία με την οποία θα ασχοληθούμε. Μπορούμε να προχωρήσουμε στη σύνθεση του κειμένου μας.
Ανατρέχουμε στα στοιχεία που μας έχει δώσει η ανάλυσή μας, όπως αναφέρουμε πιο πάνω, αυτή θα είναι η αποθήκη των απόψεων που θα πρέπει να αναπτυχθούν, έτσι ώστε να μας δώσουν ένα κείμενο που μπορεί να ξεπερνά το εύρος της ίδιας της ταινίας. Το ζητούμενο είναι να ανοίξουμε το φιλμικό κείμενο στο κοινωνικό συνειδητό ή ασυνείδητο. Να το τοποθετήσουμε στα κοινωνικά δρώμενα.
Είναι πλέον αποδεκτό ότι η Τέχνη «μεταφράζει» αυτό που λέμε «πραγματικότητα» σε μια μυθική της αναπαράσταση, σε ένα αναφερόμενό της. Το βασικό φίλτρο είναι οι ιδέες του δημιουργού της. Κατά συνέπεια η κριτική θα πρέπει να στραφεί τελικά και να δει την «πραγματικότητα», με τις διαφορετικές εκφάνσεις της.
Με άλλα λόγια, η «πραγματικότητα» αποδίδεται έτσι όπως τη συνθέτει ο δημιουργός της ταινίας και έτσι όπως ανασυντίθεται απ’το θεατή. Έχουμε λοιπόν διαφορετικές αποδόσεις, όσοι είναι οι θεατές και επίσης όσες διαφορετικές είναι οι ψυχικές καταστάσεις σε κάθε θεατή. Η κριτική μας κατέχει ένα σημείο σε αυτό το σύμπαν των πραγματολογικών συνθέσεων και ανασυνθέσεων.
Μετά απ’αυτά θα νόμιζε κανείς ότι η κριτική έχει περισσότερο αντικειμενικά παρά υποκειμενικά στοιχεία. Ακριβώς το αντίθετο.
Κατά πρώτο λόγο η ανάλυσή μας, ακόμα και αν βασίζεται στη θεωρία, τα αποτελέσματα είναι προϊόν της δικής μας αντιληπτικής λειτουργίας, άρα έχουν έντονα τη δόση της υποκειμενικότητας.
Κυρίως όμως η σύνθεση αυτών των δεδομένων είναι υποκειμενική. Το κείμενό μας έχει και στοιχεία της ψυχικής μας κατάστασης, αυτή τη στιγμή που το συνθέτουμε, επειδή η αντιληπτική μας ικανότητα μεταβάλλεται ανάλογα με τα συναισθήματά μας.
Το κείμενο δεν αναφέρεται μόνο στην ταινία, αλλά, αφού, έτσι ή αλλιώς, έχει σχέση με τα συναισθήματά μας, αναφέρεται στην πρόταση για τη δεδομένη κοινωνική κατάσταση και, ενδεχομένως, υπάρχουν οι αναγωγές στη σημερινή κατάσταση που ζούμε.
Κατά συνέπεια το κείμενο είναι επίσης μια πρόταση δική μας, τόσο όσον αφορά στην ανάγνωση του φιλμικού κειμένου όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο αναφέρεται. Το καλύτερο εδώ θα ήταν το κείμενο που γράφουμε να έχει και λογοτεχνική υφή, για να είναι πιο εύκολο στην ανάγνωσή του.
Ένας καλός έλεγχος είναι απαραίτητος. Τόσο για να αποφευχθούν «λάθη», που οφείλονται σε μια παρόρμηση ή σε μια συναισθηματική φόρτιση, και αποδίδουν νοήματα που ουσιαστικά δε θα θέλαμε να έχουν αποδοθεί έτσι στο κείμενο.
Το κείμενο είναι έτοιμο να δημοσιευθεί και να δοκιμασθεί από τους θεατές, τους δημιουργούς και, κυρίως, απ’το χρόνο. Ένα κακό κείμενο εύκολα ξεχνιέται, ένα καλό κείμενο βοηθά το θεατή να δει αυτό που δεν είχε παρατηρήσει, να εκπαιδευτεί, όπως και το σκηνοθέτη να λάβει υπόψη του κάποιες διορθωτικές παρατηρήσεις. Με αυτή την έννοια η κριτική δεν είναι πολεμική άλλα βοήθεια προς τους δημιουργούς μιας ταινίας.
Γιάννης Φραγκούλης
(Το κείμενο αυτό ήταν μέρος της παρουσίασης στη Σχολή Κινηματογράφου στο ΑΠΘ, στη Θεσσαλονίκη, την Τρίτη 31/12/2015)
Οκτ 28, 2023 0
Μαρ 29, 2020 0
Ιούλ 30, 2018 0
Ιούλ 30, 2018 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη