Νοέ 06, 2016 Κινηματογράφος 0
Η δεύτερη μέρα θέασης ταινιών στο 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ήταν πιο τυχερή. Τουλάχιστον μία ταινία μας εξέπληξε ευχάριστα, μας συγκίνησε και μπορούμε να την κρατήσουμε στην αποθήκη με τα ενδιαφέροντα έργα. Ακόμη μία φορά η γειτονική χώρα μας «έβαλε τα γυαλιά».
Η ταινία των Baris Kaya και Soner Caner, «Ραούφ» («Rauf»), τούρκικη και κούρδικη παραγωγή, ήταν στην κυριολεξία ένα διαμάντι. Η περιοχή στην οποία εξελίσσεται η ιστορία είναι το Κουρδιστάν. Πρωταγωνιστής είναι ο εννιάχρονος Ραούφ που δε θέλει να παρακολουθήσει το σχολείο αφού ο δάσκαλός του είναι πολύ αυστηρός και αυταρχικός απέναντι του. Ο πατέρας του αποφασίζει να το στείλει σε ένα φίλο του μαραγκό. Ο Ραούφ δέχεται με ευχαρίστηση και αποδεικνύει ότι είναι καλός μαθητευόμενος και εξαιρετικός χαρακτήρας. Η αλήθεια όμως είναι κάπως διαφορετική.
Ο μικρός Ραούφ είναι κρυφά ερωτευμένος με την κόρη του δασκάλου του και για αυτό πηγαίνει στο σπίτι και εργαστήριό του για να μάθει αυτή την τέχνη. Η κοπέλα είναι πολύ μεγαλύτερη και λαμβάνει κάποια γράμματα, τα οποία τα διαβάζει κρυφά. Ο Ραούφ πιστεύει ότι είναι από κάποιο εραστή της, προσπαθεί λοιπόν να αποδείξει ότι είναι καλύτερος από αυτόν. Οι φίλοι του τού δίνουν συμβουλές για το τι θα κάνει, έτσι ώστε να κερδίσει την κοπέλα. Τις ακολουθεί πιστά, χωρίς να εκδηλώνει με σαφή τρόπο τον έρωτά του για αυτήν. Αινιγματική φιγούρα είναι η γριά που κάθεται σε μία καρέκλα και αγναντεύει το βουνό όπου γίνονται οι μάχες του κουρδικού στρατού με αυτόν της Τουρκίας. Μένει εκεί ακίνητη και αμίλητη.
Οι σκηνοθέτες δίνουν αργά πλάνα όπου χρειάζεται να ηθογραφήσουν, κόβουν τις λεπτομέρειες και πηγαίνουν κατευθείαν στο θέμα. Τα πολύ γενικά πλάνα είναι απλώς περιγραφικά και τα κοντινά περιγράφουν τις λεπτομέρειες. Στο τέλος μαθαίνουμε ότι η κοπέλα πρόκειται να ανέβει στο βουνό και να ενταχθεί στο αντάρτικο των Κούρδων. Ζητά από το Ραούφ να τις φέρει ένα μαντίλι ροζ με λουλούδια. Αυτός δεν μπορεί να το βρει όταν πηγαίνει στην πόλη να πουλήσει τη χήνα της μητέρας του. Υπόσχεται όμως για την επόμενη φορά. Η επόμενη φορά απλά δεν υπάρχει.
Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που ο Ραούφ παίρνει μία καρέκλα και κάθεται ακριβώς δίπλα στη γριά. Αγναντεύει και αυτός το βουνό. Εδώ λύνεται το μυστήριο: Το παλιό, η γριά, είναι δίπλα στο νέο, τον Ραούφ, οι δύο βλέπουν το μέλλον, τη βία και την καταστροφή, το σκοτωμό των ανθρώπων και από τις δύο μεριές, την διάλυση της κοινωνίας σε αυτό το μέρος της γης. Μετά από αυτό η γριά, το παλιό, παύει να υπάρχει. Έχει δώσει τη θέση της στο νέο, το Ραούφ, που ενεργεί. Μιλά επιτέλους μαζί του και ο λόγος της δίνει πνοή σε μία υποσχόμενη νέα κοινωνία.
Η αντίδραση του Ραούφ είναι άμεση, βαθιά ανθρώπινη και γεμάτη από έρωτα όταν μαθαίνει ότι η κοπέλα έχει σκοτωθεί. Με απλές γραμμές το σενάριο εξελίσσεται και μας δείχνει το σεβασμό στον άνθρωπο που θα έπρεπε να υπήρχε από την τουρκική κυβέρνηση. Πηγαίνει στο λόφο, μαζεύει τα ροζ λουλούδια και τα σκορπάει πάνω στη βάρκα και στον ποταμό, στο δρόμο του φέρετρου της νέας κοπέλας. Είναι εκπληκτικός ο απλός τρόπος αφήγησης, γεμάτος δύναμη, συμβολισμό, για την οικονομία του λόγου, και συγκινησιακή φόρτιση. Το σίγουρο είναι ότι η ταινία γυρίστηκε πριν το δήθεν πραξικόπημα και ότι οι σκηνοθέτες θα είναι πλέον στο στόχαστρο του φασιστικού καθεστώτος του Ερντογάν.
Τη θέση της γυναίκας στην Αλγερία περιγράφει η ταινία του Rayhana, «Στην ηλικία μου ακόμα κρύβομαι για να καπνίσω» («I still hide to smoke»), παραγωγή από την Αλγερία, τη Γαλλία και την Ελλάδα. Όλη η ταινία γυρίζεται σε ένα χαμάμ για γυναίκες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το καταφύγιό τους, για να συζητήσουν κάποια πράγματα, για να βρουν καταφύγιο από τις επιθέσεις των αντρών, για να εκφρασθούν ελεύθερα.
Η γυναίκα που διαχειρίζεται το χαμάμ είναι και αυτή θύμα της αντρικής βίας. Κρύβεται, στην ηλικία της, για να καπνίσει! Μέσα σε αυτό το μικρόκοσμο υπάρχουν οι κωμικές καταστάσεις, τα δράματα, οι απελπισίες, οι υποταγές στους άντρες, οι πληγωμένες καρδιές. Δεν επιτρέπονται οι πολιτικές συζητήσεις, προφανώς για να μην εκδηλωθεί και εδώ η μεταφερόμενη βία από τους συζύγους, τους αδελφούς και τους πατεράδες.
Η γυναίκα είναι αλλοτριωμένη, υπόδουλη σε μία παράλογη βία, ανίκανη να αντιδράσει για να ανατρέψει αυτή την κατάσταση. Ο λόγος της είναι σχεδόν παραληρηματικός. Εκφράζεται από την ίδια και απευθύνεται πάλι στην ίδια, ανακυκλώνοντας μία βίαιη και απελπιστική κατάσταση. Φτάνει λοιπόν στην ψύχωση, ο σκηνοθέτης το δείχνει με πολύ απλό τρόπο.
Την πλευρά των νεαρών δείχνει η ταινία του Fernando Guzzoni, «Χέσους» («Jesus»), συμπαραγωγή Γαλλίας, Χιλής, Γερμανίας, Ελλάδας και Κολομβίας. Στο Σαντιάγκο της Χιλής, ο 18χρονος Χέσους προσπαθεί να διαχειριστεί τη ζωή του. Φαίνεται καθαρά η αδυναμία του να επικοινωνήσει, η βία είναι ένας παραβατικός τρόπος επικοινωνίας, αλλά ο μοναδικός στην περίπτωσή του. Μέσα από αυτό το παράδειγμα του Χέσους θα δούμε τη διάλυση της χιλιανής κοινωνίας.
Η αφήγηση της ταινίας απευθύνεται σε όλους, τουλάχιστον αυτούς που ζουν στις «πολιτισμένες» κοινωνίες, όπου ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα νούμερο. Η ταινία είναι ένα ψηφιδωτό αυτής της κοινωνίας και το άσχημο τέλος λειτουργεί σαν κάθαρση.
Δολοφόνος μπορεί να είναι μόνο ένας αρτιμελής; Όχι, απαντά η ταινία του Attila Till, «Δολοφονικά αμαξίδια» («Kills on wheels»), παραγωγή από την Ουγγαρία. Παρακολουθούμε μία παρέα ατόμων με κινητικά προβλήματα να καταφέρνουν μία χαρά στον πόλεμο της μαφίας. Οι σκηνές είναι απρόσμενες, το χιούμορ πικρό και οι εκπλήξεις πολλές.
Η δράση είναι πλούσια σε μία ταινία που βρίσκεται ανάμεσα στη περιπέτεια και την κωμωδία. Μία κομεντί, ας την πούμε. Η βία όμως, σε αυτή την περίπτωση είναι μία μορφή επικοινωνίας και διαμαρτυρίας. Το απρόσμενο είναι εδώ και μας κοροϊδεύει. Η ταινία όμως δεν πηγαίνει παραπέρα. Μένει σε μία σάτιρα που δεν έχει ολοκληρωθεί. Εκεί τελειώνει, μαζί με το ενδιαφέρον του θεατή.
Στην ελληνική περίπτωση της Σοφίας Εξάρχου, έχουμε ένα φαύλο κύκλο. Το «Park», συμπαραγωγή Ελλάδας και Πολωνίας, έρχεται μετά από τις ταινίες μικρού μήκους «Απόσταση» (2006) και «Mesecina» (2009) που είχαν κάτι να πουν. Αυτή η μεγάλου μήκους της επαναλαμβάνει ατέρμονα ένα βίαιο λόγο που εγγράφεται στην ελληνική κοινωνία.
Προφανώς η σκηνοθέτης δεν ήταν έτοιμη για την ταινία μεγάλου μήκους. Η επανάληψη του ίδιου και του ίδιου αφηγηματικού λόγου ενοχλεί. Η ταινία δεν μπαίνει στην ουσία του θέματος και βλέπει με λαγνεία την απόλαυση μέσα από την άρνηση της κοινωνικής συνοχής και της επιθυμίας να δομηθεί ένα νέο κοινωνικό στάτους. Η άρνηση και η καταστροφή έχουν την ιδιότητα να εκφέρουν ένα γοητευτικό λόγο, με την έννοια ότι γκρεμίζουν ένα σάπιο σύστημα, αλλά μη ολοκληρωμένο, αν δεν προτείνουν κάτι καινούργιο.
Δυστυχώς αυτό συμβαίνει με αυτή την ταινία που αναφέρεται στην εγκατάλειψη των κτιρίων του ολυμπιακού χωριού, τη βία που εξασκούν κάποια νεαρά άτομα. Που όμως απευθύνεται αυτή η βία; Τι προτείνει; Ποια κοινωνία επιθυμούν αυτοί οι άνθρωποι; Ερωτήματα που δεν απατά η ταινία και αφήνει την αφήγησή της ημιτελή. Συμφωνούμε βέβαια με τον προβληματισμό της ταινίας, όμως θα περιμέναμε μία σαφή τοποθέτηση για να έρθει το καινούργιο, κάτι που η σκηνοθέτης το έχει παραβλέψει.
Γιάννης Φραγκούλης
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Νοέ 01, 2024 1
Νοέ 04, 2023 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη