Αυγ 24, 2019 Κινηματογράφος 0
Ο Γιάννης Βογιατζής είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία εν ενεργεία έλληνας ηθοποιός. Εξακολουθεί να είναι μάχιμος και να μας διδάσκει ήθος που οφείλει να ποιεί ο ηθοποιός, ακόμα και στον πιο μικρό ρόλο. Ο Βογιατζής, έχοντας παίξει σε εμβληματικές θεατρικές παραστάσεις, υψηλής αισθητικής και ευρείας αποδοχής, από κοινό και κριτικούς, «Γκόλφω», σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου, «Ερρίκος ο Δ΄», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου, έπαιξε στη φετινή θεατρική σαιζόν στην παράσταση «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε», του Λουίτζι Πιραντέλο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου, που, μετά από μεγάλη επιτυχία, θα επαναληφθεί και του χρόνου.
Συνεχίζει να παίζει στο έργο «Ο μισάνθρωπος», του Μολιέρου, στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, όπου, στο σιωπηλό ρόλο που ερμηνεύει μεταδίδει εύλογα όσα θα έλεγε, με την καθαρή αλήθεια της υποκριτικής του. Πάντοτε σεμνός, ο Γιάννης Βογιατζής διακρίνεται για το πάθος και την απόλυτη αφοσίωση στην τέχνη του που εμπνέεται και οδηγείται από ανθρώπινες αξίες που καλλιέργησε η γενιά του, με τα τραγικά βιώματα του πολέμου και της γερμανικής κατοχής που υποσυνείδητα πέρασαν στους ρόλους του, χαρίζοντάς τους αυθεντικότητα που μένει και αγγίζει το θεατή στο πέρασμα του χρόνου. Αυτή η καλοσυνάτη φιγούρα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, με το ευγενικό του χιούμορ, το διατηρεί ακόμα και σήμερα. Τον ευχαριστώ από καρδιάς για τη συνέντευξη που μου παραχώρησε, σε τόσο φιλικό κλίμα, στο φιλόξενο σπίτι του, και για τη χαρά μιας συζήτησης που ήταν σπουδαία εμπειρία για εμένα.
Ποιες είναι οι συνεργασίες σας με τους σκηνοθέτες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου ξεχωρίζετε ως πιο αρμονικές και ιδανικές;
Εγώ θα το κρίνω κάπως οικογενειακά. Έχεις μια οικογένεια με πέντε-έξι παιδιά. Δεν ξεχωρίζεις ποιο είναι το καλό σου παιδί και ποιο δεν είναι. Εφ’όσον έχεις αυτά τα παιδιά, αυτή είναι η πραγματικότητα. Και θα πολεμήσεις με την πραγματικότητα που έχεις. Για να επιλέξεις να συμμετέχεις σε μία ταινία, πάει να πει ότι έχεις διαβάσει το σενάριο και σου αρέσει, ο σκηνοθέτης σου πάει, δηλαδή ταυτίζεσαι με τις απόψεις του και τις σκέψεις του και αυτό το πράγμα σε ενεργοποιεί και έχεις πει το ναι, οπότε οφείλεις να είσαι απόλυτα σωστός. Εγώ θα κάνω τη δουλειά μου, σε εισαγωγικά «δουλειά» γιατί η δουλειά του ηθοποιού δεν είναι ακριβώς δουλειά, είναι μια προσφορά, είναι το «είναι» του, είναι το «υπάρχει» του. Γιατί, αλλιώς αν το πάρεις καθαρά επαγγελματικά, τότε δεν κάνεις τη σωστή τέχνη. Η τέχνη η σωστή, είναι κάτι πλέον της δουλειάς, είναι κάτι που υπερβαίνει το ωράριο και τους όρους της εργασίας, είναι κάτι που σου ενεργοποιεί το είναι σου, την ψυχή σου, τα συναισθήματά σου, τις γνώσεις σου ολόκληρες και δείχνεις κάποιον άνθρωπο. Γιατί στον κινηματογράφο δεν πρέπει να παίζεις το ρόλο, είσαι ο ρόλος, πρέπει να ταυτίζεσαι πάντοτε με το ρόλο, αλλιώς δεν έχει καμία απολύτως αξία το να παίξεις το ρόλο, δηλαδή να σκεφτείς πως θα το τονίσεις, τι θα κάνεις για να τα πεις σωστά, δηλαδή ένα χτένισμα ενός ψεύδους. Το ψέμα όμως δεν μπορεί να κάνει τέχνη. Η τέχνη είναι κάτι που βγαίνει από τα έγκατα της ψυχής του ηθοποιού, να το ζήσει, να το χαρεί, να υπάρξει. Και τότε λυτρώνοντας τον εαυτό του, ερμηνεύοντας αυτό το ρόλο και ταυτιζόμενος με το ρόλο, τότε νομίζω ότι πετυχαίνει και το έργο του.
Οι ρόλοι που παίξατε τότε στον κινηματογράφο είχαν ως κοινό στοιχείο τον τύπο του καλοσυνάτου ανθρώπου που κατά κάποιο τρόπο ήταν το «θύμα» μιας καταπίεσης από τους γύρω του. Αυτό ήταν θέμα επιλογής των σκηνοθετών επειδή ίσως ταίριαζε με το χαρακτήρα σας;
Δεν θα το έλεγα ότι μου ταίριαξαν οι ρόλοι. Συνέπεσε να παίξω τους συγκεκριμένους ρόλους σε κάποιες ταινίες ίσως γιατί θα σκεφτήκανε οι σκηνοθέτες ότι αυτόν τον ρόλο πρέπει να τον κάνει ο Βογιατζής και έτσι με επέλεξαν να κάνω αυτούς τους ρόλους. Εν τω μεταξύ, δράττομαι της ευκαιρίας να σας πω ότι στον κινηματογράφο -και γενικά στην τέχνη του ηθοποιού- δεν έχει σημασία αν ο ρόλος είναι μεγάλος ή μικρός, αν είναι ένας κακός ή ένας καλός άνθρωπος, πρέπει να είναι κατά βάση ένας αληθινός άνθρωπος κι εφ’όσον είναι ένας αληθινός άνθρωπος τότε θα έχει επιτυχία και ο ηθοποιός, σα συμμετοχή στην τάδε ταινία, και αν αυτός έχει αρκετά μεγάλο ρόλο, θα έχει και μία πιο βαρύνουσα γνώμη πάνω στην ερμηνεία του αλλά και στην εμπορικότητα της ταινίας, γιατί δεν μπορείς να πεις θα έκανα μία ταινία-αριστούργημα, αλλά δεν πήγε κανένας άνθρωπος να την παρακολουθήσει. Ο κινηματογράφος είναι μαζικό είδος «διασκέδασης», το διασκέδασης εντός εισαγωγικών, δεν είναι κάτι που υπάρχει για ορισμένους ανθρώπους, απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους, είναι ένα είδος «τροφής» ο κινηματογράφος, το θέατρο μπορεί να είναι μία επιλογή, όχι ο κινηματογράφος. Και μάλιστα τώρα με την τηλεόραση, που επαναλαμβάνει συνεχώς όλες τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, ο κόσμος τάχει μάθει απ’έξω σχεδόν όλα τα κινηματογραφικά μας έργα.
Είστε, και όχι μόνο επειδή το πιστεύω εγώ, αλλά και όλος ο κόσμος θεωρώ, ένας ηθοποιός που ποιεί ήθος. Αυτό, σχετίζεται άμεσα με όλη εκείνη τη γενιά των ηθοποιών, όπως εσείς, που έζησαν τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της κατοχής και έτσι είχαν αξίες και ανθρωπισμό, βάσει αυτών των βιωμάτων τους;
Είναι πολύ εύστοχη η ερώτηση που μου κάνετε! Οι παλιοί ηθοποιοί, λόγω ηλικίας, έχουνε ζήσει και την κατοχή και το δράμα του ελληνικού εμφύλιου, και έχουνε βιώματα, πράγματα τα οποία ένας νεώτερος ηθοποιός του σήμερα τα έχει ακούσει να τα διηγούνται, εμείς τα έχουμε ζήσει, και αυτό είναι ένα βίωμα που έχει μπει μέσα στη ψυχή σου, και όταν έχει ζήσει μία πραγματικότητα, τότε η μεταφορά της σε έργα τέχνης είναι αληθινή, γι’αυτό και οι ερμηνείες των παλιών ηθοποιών και τα ηθογραφικά σενάρια, όπως ήταν τα περισσότερα, εκείνης της εποχής περιέγραψαν τη ζωή της Αθήνας εκείνης της προπολεμικής και της ίδιας ακριβώς μεταπολεμικής εποχής και έχουμε εμπειρίες καθοριστικές για το είναι της ψυχής μας. Αυτό θέλουμε δε θέλουμε, μεταδίδεται και στους ρόλους μας, χωρίς να το ξέρεις, αλλά στα τρίσβαθα της ψυχής σου, υπάρχει στην ερμηνεία που κάνεις. Γι’αυτό οι ερμηνείες είναι πιο δυνατές, πιο βιδωμένες, με πιο γνώση.
Έτσι βλέπετε και τις διαφορές στην υποκριτική νέων ηθοποιών σήμερα που ερμηνεύουν ρόλους ηρώων εκείνης της εποχής του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου, της κατοχής, ή της απελευθέρωσης της χώρας, μετά την κατοχή, σε σχέση με τις ερμηνείες των ηθοποιών που τα έζησαν στο πετσί τους;
Ασφαλώς, γιατί οι νέοι σήμερα αυτά τα γεγονότα είτε τα έχουν ακούσει από διηγήσεις των παππούδων τους ή τα έχουν διαβάσει, ή δει στην τηλεόραση και σε ντοκιμαντέρ. Άλλο είναι όμως να τα έχεις δει, άλλο να τα έχεις ακούσει και πολύ άλλο να τα έχεις διαβάσει.
Θα ήθελα ένα σχόλιο για την σχέση της παλιάς κωμωδίας των ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου με τις σύγχρονες κωμωδίες, με τηλεοπτικό ύφος, χωρίς κινηματογραφική οπτική και αισθητική και θα έλεγα ένα ποιοτικό χιούμορ, μια και η αληθινή κωμωδία πάντα εμπεριέχει και την τραγωδία σα δύο όψεις στο ίδιο νόμισμα.
Χαίρομαι γι’αυτήν την ερώτηση που δείχνει και την παιδεία σας πάνω στο θέμα. Πράγματι η κωμωδία δε νοείται χωρίς το τραγικό στοιχείο. Όταν για παράδειγμα, πιάνεις τη γυναίκα σου μ’έναν εραστή και δρας σαν εγκληματίας, να τους σκοτώσεις, όταν σηκώνεις το όπλο να τραυματίσεις ή να πληγώσεις έναν άνθρωπο που λατρεύεις, ο πρώτος που πονάει δεν είναι αυτός που θα φάει τη μαχαιριά, είσαι εσύ που δίνεις τη μαχαιριά. Ο πόνος αυτός πρέπει να είναι ένας πόνος πολύ μεγάλος. Γι’αυτό είναι πολύ μικρές οι αποστάσεις της τραγωδίας και της κωμωδίας. Δεν υπάρχει κωμικός και τραγικός ηθοποιός!
Κάποτε, μούχε πει ο Λογοθετίδης, όταν μάλιστα του είχε πει ο Ορφέας Ζάχος, ο ηθοποιός, για μένα, τούτος εδώ θα γίνει σπουδαίος κωμικός ηθοποιός και ο Λογοθετίδης μου είπε «Άκου εδώ νεαρέ μου, δεν υπάρχει κωμικός ή τραγικός ηθοποιός, δεν υπάρχει μεγάλος και μικρός ρόλος, υπάρχει μόνο καλός ηθοποιός». Δεν θα το ξεχάσω ποτέ και το τηρώ. Ουαί κι’αλίμονο αν πεις ένα μωρέ. Δύο κουβέντες είναι ο ρόλος και τις κάνεις δύο κουβέντες αδιάφορες. Δεν θα γράψει αυτό στο κινηματογράφο αν δε γράψει στη ψυχή σου, που είναι πολύ πιο δύσκολη τέχνη, εντός εισαγωγικών το «τέχνη» και από το θέατρο. Γιατί στο θέατρο κάθε μέρα διορθώνεις το ρόλο, τον εμβαθύνεις, ενώ στον κινηματογράφο έχεις μάθει τα λόγια, και αφού τα διαβάζεις και ζεις με το ρόλο, τον ερμηνεύεις και ερμηνεύοντάς τον κάνεις έναν άνθρωπο αληθινό και αυτός ο ρόλος μένει και συζητιέται.
Κι όταν συζητιέται, είναι αυτό που λέμε ένα κλασσικό πράγμα γι’αυτό οι περισσότερες από τις παλιές ελληνικές ταινίες λέμε ότι είναι κλασσικές, έχουνε μέσα τους την αλήθεια της πραγματικότητας, έχουνε το δράμα και την τραγωδία και την κωμωδία, γιατί οι άνθρωποι εκείνης της εποχής με τα βάσανά τους έχουν δώσει και την πρώτη ύλη για να γράψουν οι συγγραφείς τα σενάριά τους.
Μιλάτε για το βίωμα που ο ηθοποιός φέρει στο ρόλο του;
Θα σας πω ακόμα κάτι που είναι ακριβώς πάνω στην ερώτηση που κάνετε. Όταν πήγα να βρω δουλειά στο θέατρο, πήρα φόρα και πήγα στο θέατρο Μπουρνέλλη, όπου έκαναν πρόβα στο έργο «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ». Ήταν ο σκηνοθέτης, ο Κατσέλης, και ο Φωτόπουλος, συζητούσαν και μου λένε: «Τι θέλεις εσύ;». Λέω: «Λάθος» και έφυγα. Μου φώναξαν: «Ηθοποιός είσαι; Έλα.». Λέω «Ναι, δουλειά θέλω, αλλά με συγχωρείτε.» και έφυγα. Μου φώναξαν: «Έλα εδώ ρε. Ανέβα πάνω στη σκηνή!». Με επέλεξαν και οι δύο, εκείνη τη στιγμή έψαχναν κάποιο ηθοποιό να πει δύο κουβεντούλες. Τις έλεγα εγώ; «Με πετσούλα, με πετσούλα». Ήμουν σε ένα ρόλο κρατούμενου από τους Γερμανούς, Τσέχος στρατιώτης, έκαναν κλίσμα συνέχεια, για να πεινάνε πολύ και να τους τιμωρούν. Ήταν Χριστούγεννα και είχαν γαλοπούλα και φώναζα εγώ: «Με πετσούλα, με πετσούλα» και γινόταν χαμός στο θέατρο γιατί την πετσούλα την ένοιωθα, τη ζούσα, υπήρχε μέσα μου η ανάμνηση της πείνας, της κατοχής.
Κάντε μου ένα σχόλιο για το χιούμορ στις κωμωδίες του σύγχρονου κινηματογράφου, σε σχέση με τον παλιότερο.
Υπάρχουν κάποιες κωμωδίες που κάνουν επιτυχία επειδή ο κόσμος θέλει μόνο να ξεδώσει, να ξεχαστεί από τα προβλήματά του. Υπάρχουν και αυτά που σκάβουν βαθιά τον ανθρώπινο χαρακτήρα, καμιά φορά κουράζουν τον άνθρωπο και δεν μπορεί να τα δει γιατί του θυμίζουν οικεία κακά και αυτά, τις περισσότερες φορές, τα αποφεύγουμε. Βλέπεις κάτι ελαφρύ που εκείνη τη στιγμή θα γελάσεις και θα ξεφαντώσεις, μετά από πέντε μέρες δε θα το θυμάσαι καθόλου.
Πως σχολιάζετε κωμικά σύγχρονα έργα που περιέχουν σεξουαλικά υπονοούμενα και χιούμορ με σεξιστικό περιεχόμενο για να κάνουν περισσότερα εισιτήρια, δελεάζοντας το κοινό με ευτελή σενάρια, φτηνού τηλεοπτικού ύφους;
Πιστεύω ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν τέτοια θέματα με ποιοτικό τρόπο ώστε, ελκύοντας το κοινό, το έργο να μιλήσει για βαθύτερα θέματα.
Η γνώση, το ταλέντο ή το γερό στομάχι πιστεύετε ότι βοηθούν και αναδεικνύουν ένα σημερινό ηθοποιό στον κινηματογράφο και το θέατρο;
Είναι όλα αυτά μαζί και για τους νέους που δεν πέρασαν όσα πέρασε η δικιά μου γενιά, είναι η συνεχής μελέτη και λέω μελέτη εννοώντας όχι το διάβασμα, με την έννοια ότι συμμετέχω ενεργά στο σενάριο που διαβάζω, δηλαδή το μελετώ σημαίνει το γνωρίζω και το γνωρίζω σημαίνει διδάσκομαι το συγγραφέα και καταλαβαίνω αυτά που λέει, και όταν τα καταλαβαίνω βγαίνουν και στη δουλειά μου και αυτό δεν αφορά μονάχα τον ηθοποιό, αλλά και κάθε άνθρωπο που θέλει να έχει παιδεία, γιατί όταν λέμε παιδεία δεν εννοούμε καθόλου την παπαγαλία, συζητάμε για ανθρώπους που τους γίνεται βίωμα αυτό που διάβασαν και, πέφτοντας στο κρεβάτι τους να κοιμηθούν, το βράδυ σκέφτονται αυτό το έργο και ονειρεύονται πάνω σε αυτό και προεκτείνουν ίσως αυτά που λέει ο συγγραφέας, με δικές τους σκέψεις και θελήσεις. Την άλλη μέρα που ξυπνούν είναι κάπως σοφότεροι για τη ζωή.
Σχετικά με αυτό που είπατε στο τέλος, σχολιάστε μου την αξία του αυτοσχεδιασμού, με λόγια εκτός κειμένου που έβαζαν οι παλιότεροι ηθοποιοί στις κωμωδίες, στο θέατρο και στον κινηματογράφο.
Ένας μεγάλος σκηνοθέτης διακρίνει εύκολα το σωστό αυτοσχεδιασμό και τον εντάσσει στο έργο του. Ο «μικρός» σκηνοθέτης που νομίζει και διατυμπανίζει ότι τα ξέρει όλα, με τη δουλειά του προσπαθεί να επιβληθεί, απλώς αποδεικνύει έμπρακτα ότι δε γνωρίζει και δε νοιώθει τίποτα.
Ποια ήταν τα πιο σημαντικά έργα στην πορεία σας στο θέατρο που σας ώθησαν να εξελιχθείτε ως ηθοποιός, και σε γνώση και σε εμπειρία;
Έχω παίξει σχεδόν όλα τα έργα του Σαίξπηρ και του Τσέχωφ, γιατί έχω κάνει επτά χρόνια στο θέατρο Μουσούρη. Έχουμε παίξει και τα πιο ελαφρά έργα. Πάντοτε πρέπει να αντιμετωπίζεις με την ίδια ενσυνειδησία, όπως αντιμετωπίζεις π.χ. ένα Σαίξπηρ ή έναν Αισχύλο, να αντιμετωπίζεις με την ίδια επιμέλεια και ένα πιο ασήμαντο εργάκι, όταν στο εργάκι για παράδειγμα λέει ο ηθοποιός ένα ανεκδοτάκι την ώρα που τρώνε, έχει βαθύτερη έννοια, κάτσε να σκεφτείς γιατί το είπε αυτό, το είπε τρώγοντας σα λυσσασμένος από την πείνα, όπως μου έλεγε η μάνα μου όταν τρώγαμε γιατί θυμόμαστε την πείνα της κατοχής. Το καλύτερο μου φαΐ, ακόμα και σήμερα, είναι ψωμί με μπόλικο λάδι και ελιές, δύο αυγά βραστά ή τηγανιτά. Ίσως είναι οι αναμνήσεις. Δηλαδή, μόλις τέλειωσε η κατοχή και μπορούσαμε να φάμε ότι θέλαμε, τρέχαμε στους φούρνους να πάρουμε πολύ ψωμί, να φάμε λάδι με ψωμί, κάτι που το είχαμε στερηθεί, αυτό ακόμα δε μας έχει φύγει από την παλιότερη γενιά.
Αντιμετωπίσατε στη θεατρική σας διαδρομή δυσάρεστες εμπειρίες από τη συμπεριφορά των ανθρώπων του θεάτρου απέναντι σας;
Άσχετα από το πώς θα μου φερθεί ο κάθε σκηνοθέτης, παραγωγός ή θεατρώνης, στη δουλειά μου σημασία έχει εγώ πως βλέπω τα πράγματα, εγώ πως τα βλέπω. Μπορεί να μου φερθεί σκάρτα, εγώ θα κοιτάξω τι βλέπω σα σωστό και θα προσπαθήσω να το επιβάλλω. Αν επιμένει αυτός, δε θα επιμείνω και εγώ, χωρίς να τσακωθώ. Δεν τσακώνομαι ποτέ, θα του δώσω να καταλάβει ότι όπως νιώθω πως σκέφτεται αυτός, να νιώσει και αυτός το δικό μου τρόπο σκέψης, για το καλό του έργου, θα κάτσουμε να το συζητήσουμε. Σε διαβεβαιώνω ότι βρίσκεται πάντα μια χρυσή τομή και αυτή η χρυσή τομή δίνει μεγάλη επιτυχία.
Βλέποντας εσάς και άλλους ηθοποιούς διακρίνει κανείς ένα ήθος και μία αυθεντική ποιότητα, του ανθρώπου που καθρεπτίζεται, κατά ένα τρόπο, στο ρόλο που ερμηνεύει στο θέατρο. Πως το σχολιάζεται αυτό;
Όταν ο ηθοποιός νιώθει το ρόλο και τον ερμηνεύει με πηγαία χαρά, την ώρα που είναι ο ρόλος δεν παύει να είναι ο εαυτός του. Παίζοντας διαφορετικές εμπειρίες, ζώντας καταστάσεις που δε θα τις ζήσει στην ιδιωτική του ζωή, κάθε νέος ρόλος σου δίνει διαφορετικές εμπειρίες, σε πλουτίζει μέσα σου, σαν ψυχή, σα συναίσθημα, σαν πείρα ζωής. Αυτό το είδος δημιουργίας σου προκαλεί μεγάλη χαρά μέσα σου, αυτό σε λυτρώνει και σε ευχαριστεί. Εφόσον ευχαριστεί εσένα, ευχαριστεί και το θεατή και δεν μπορείς να έχεις την αναίδεια και το θράσος να νιώσει ο θεατής αυτό που αισθάνεσαι αν πρώτα δεν το αισθάνεσαι εσύ στο ρόλο που ενσαρκώνεις. Πρώτα το επιβάλεις εσύ στον εαυτό σου για να έχεις την προσδοκία να το καταλάβει ο θεατής. Τότε είναι επιτυχία.
Με την πρόσφατη εμπειρία σας στο ρόλο που παίξατε στο «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου, στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά, κάντε μου ένα σχόλιο για τη σημασία και την αξία της σιωπής στο θέατρο.
Στο σπουδαίο αυτό έργο με την εξαιρετική σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά και τη σπουδαία ερμηνεία όλων των ηθοποιών, με μία επιτυχημένη διανομή, γνώριζε ο Γιάννης τις δυνατότητες κάθε ηθοποιού. Βγαίναμε, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός και εγώ, στη σκηνή την ώρα που έμπαινε ο κόσμος στο θέατρο χωρίς να έχουμε από το σκηνοθέτη συγκεκριμένη οδηγία στο τι θα κάνουμε, λέγοντάς μας ξέρετε τι θα κάνετε, λειτουργούσαμε ανάλογα με το κοινό ώστε οι θεατές να μπουν στο νόημα του έργου. Παίζω τον υπηρέτη στο έργο και, με τη συνοδεία της μελωδίας, δεν υπάρχει καμιά σιγή, γιατί και στη σιωπή μπορείς να ακούς του κόσμου τα πράγματα και εκεί φαίνεται η τέχνη του ηθοποιού.
Μου είχατε πει στο τηλέφωνο ότι εγώ και όταν παίζω θέατρο, κινηματογράφο κάνω, πως το εννοείτε ακριβώς;
Όπως είπαμε και νωρίτερα, πιστεύω ότι τόσο στον κινηματογράφο όσο -και περισσότερο- στο θέατρο δεν παίζεις απλώς το ρόλο, πρέπει να είσαι ο ρόλος. Είναι πολύ σημαντικό να πιστεύεις και εσύ και ο θεατής ότι δεν μπορεί να κάνει άλλος αυτό το ρόλο. Λένε ότι πρέπει να μάθεις τα λόγια σου, όχι! Εγώ ποτέ δεν ξέρω τι λέω στο ρόλο. Ξέρω όμως πάντοτε τι πρέπει να κάνω. Και κάνοντάς το μου έρχεται το κείμενο. Και όταν είναι σπουδαίο το έργο και ο συγγραφέας, αυτή η αλήθεια του να βγαίνει ο θεατρικός λόγος όπως τον αισθάνεσαι, επιβάλλεται και δύναται να μένει το έργο και η παράσταση ως κάτι κλασικό.
Πως διαχειρίζεστε και αντιμετωπίζεται το τρακ παίζοντας στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, όπως άλλοι ηθοποιοί έχουν αναφέρει ότι πριν βγουν στη σκηνή είχαν σχεδόν παραλύσει ψυχολογικά από το μεγαλείο και την ιδιαιτερότητα αυτού του θεάτρου;
Σε αυτό το ναό της τέχνης, με την ιστορία που έχει, όταν πήγαιναν στα αρχαία χρόνια και λίγο μετέπειτα οι θεατές να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις με το φως του ήλιου, λόγω τεχνικής αδυναμίας να φωτίσουν τη νύχτα, αισθάνεσαι ένα μεγάλο δέος, όχι τρακ. Μου ήρθε, πριν να αντικρύσω το τεράστιο πλήθος, των 16.000 περίπου θεατών, να γονατίσω και να φιλήσω το έδαφος της θυρίδας. Ήταν για εμένα ένα προσκύνημα όλο το διάστημα που έμεινα στο θέατρο της Επιδαύρου και όλες οι αναμνήσεις, οι γνώσεις και η εμπειρία που είχα από το αρχαίο θέατρο μου ήρθαν ακριβώς τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκα. Έμεινα άφωνος από το δέος, κόντεψα να πεθάνω, όπως όταν πήγα στην Αγία Σοφία, στην Κωνσταντινούπολη. Αυτό το δέος πέρασε ασυνείδητα μέσα στην ερμηνεία μου και στο ρόλο που έπαιξα στο θέατρο της Επιδαύρου. Στο θέατρο η μεγάλη ανταμοιβή σου είναι η χαρά που παίρνεις ταυτιζόμενος με το ρόλο.
[vsw id=”dqxbvmsJtM0″ source=”youtube” width=”640″ height=”440″ autoplay=”no”]
Έχετε εισπράξει, φαντάζομαι, το σεβασμό και την αναγνώριση από τους νέους ηθοποιούς, σκηνοθέτες και συντελεστές, στα θέατρα που παίζετε τα τελευταία χρόνια.
Έχω μείνει πραγματικά κατάπληκτος με το ήθος, το σεβασμό και την αγάπη που μου δείχνουν όλοι ανεξαιρέτως και αισθάνομαι τύψεις που, λόγω ηλικίας, δεν μπορώ να ανταποκριθώ όσο θα ήθελα.
Μου έχετε πει, κατ’ιδίαν, ότι ο ηθοποιός έχει αρχή μα δεν έχει τέλος. Κάντε μου ένα σχόλιο πάνω σε αυτό.
Σημαίνει ότι είμαι ταγμένος σε αυτό. Τρελαίνομαι όταν δεν παίζω στο θέατρο. Είναι στο DNA μου αυτό. Σε μία συνέντευξη σε ένα συνάδελφό σας, είχα πει ότι όταν γίνει ένας μεγάλος σεισμός στην Ελλάδα, εγώ θα τρέξω μέσα σε ένα θέατρο για να σωθώ.
Πιστεύετε ότι ο νέος ηθοποιός και ο καλλιτέχνης πρέπει να παίρνει θέση για την κρίση ή την παρακμή που ζούμε στην εποχή μας, λόγω πολιτικών ή άλλων ευθυνών;
Κατ’αρχήν, οφείλω να πω ότι ο ηθοποιός, ως γνήσια ελληνική λέξη, σημαίνει αυτό που ποιεί τα ήθη. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και σημαίνει απόλυτη γνώση και δημοκρατία μέσα σου. Από τον καιρό που γεννήθηκα σε αυτή τη χώρα όλο ακούω να τσακώνονται όλοι μεταξύ τους, να υπάρχουν έριδες στα κόμματα. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι όλα αυτά, να είμαι σε μία απόσταση, να τα βλέπω λίγο μακριά, να μη με επηρεάζουνε πολύ και καταστρέψουν την ψυχή μου, να είμαι σε ίσες αποστάσεις, να μπορώ να τους κρίνω όλους, να μπορώ να τους ερμηνεύω.
Τι ρόλο έπαιξε η οικογένειά σας στην ψυχολογική σας ισορροπία, ανάμεσα στο θέατρο και τη ζωή, πως ζείτε τον ελεύθερο χρόνο σας εκτός θεάτρου;
Βοηθητικό αλλά και πρωταρχικό ρόλο. Ας πούμε, έχω χάσει τη γυναίκα μου εδώ και δύο μήνες, όταν βγαίνω στη σκηνή αισθάνομαι ότι είναι δίπλα μου, απευθύνομαι σε αυτήν και αν πιάσω κάτι πολύ ωραίο στην ερμηνεία λέω: «Αχ να μην είναι ο γιος μου από κάτω, ο εγγονός μου ή η νύφη μου, οι άνθρωποι που αγαπώ πολύ να δούνε αυτό το πράγμα να το χαρούνε». Λυτρώνομαι όταν προσφέρω κάτι καλό στους ανθρώπους και ιδιαίτερα στους δικούς μου ανθρώπους, τους οποίους υπεραγαπώ.
Απρ 14, 2022 0
Μαρ 06, 2022 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη