Ιούλ 24, 2017 Κινηματογράφος 0
του Γιάννη Φραγκούλη
Στις 20/7/2017 στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Αν και είχε κρυφό πόθο να σπουδάσει στο Centro Sperimentale di Cinematografia, ως έφηβος, ο Pasolini έφτασε στο δρόμο του κινηματογράφου αργά στην καριέρα του. Με το «Accattone» (1961) ξεκινά την κινηματογραφική του καριέρα ως σκηνοθέτης, ενώ από το 1954 έχει δουλέψει ως σεναριογράφος για ταινίες μεγάλου και μικρού μήκους, ανάμεσά τους «Οι «Νύχτες της Καμπίρια» και η «Γλυκειά ζωή». Βοηθός του ήταν ένας νέος ποιητής που τότε άνοιγε τα φτερά του, ο Bernardo Bertolucci. Ο Pasolini είχε αναγνωρισθεί ήδη ως κορυφαίος ποιητής, μυθιστοριογράφος και διανοούμενος της γενιάς του.
Κατά κάποιο τρόπο το «Accattone» και όλα τα έργα που «έμπλεξαν» τον Pasolini με τον κινηματογράφο, μέχρι το 1975, τη χρονιά που βρέθηκε δολοφονημένος, έκανε άλλες 25 ταινίες ως σκηνοθέτης και συνολικά έγραψε 56 σενάρια για κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές ταινίες, όλα αυτά δείχνουν τη λογοτεχνική και ιδεολογική θέση του που σημάδεψε τόσο τον κινηματογράφο του όσο και αυτόν της γενιάς του αλλά και την πολιτική σκηνή της Ιταλίας. Μετά από το παραλήρημα που δημιούργησε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ragazzi di vita» (1955), που έγινε ταινία το 1959 με τον τίτλο «La note brava», το οποίο εστίαζε στα ρομανικά χωριά και στις μικρές πόλεις που πλήττονταν από τις σκληρές συνθήκες επιβίωσης και που βρίσκονταν στο περιθώριο αυτής της γρήγορης διαδικασίας που ονομάστηκε «οικονομικό θαύμα», ο Pasolini είχε δυσκολίες να μείνει σιωπηλός, μετά τη συνεργασία, στο σενάριο με σημαντικούς σκηνοθέτες που μίλαγαν περισσότερο για το ιταλικό αστικό τοπίο της πρωτεύουσας. Μετά από περισσότερο από 12 ταινίες, ως σεναριογράφος, με συνεργασίες με το Mauro Bolognini, στα πρώτα του έργα, και το Fellini στο «La dolce vita» (1960) αποφάσισε να πάρει τη θέση του πίσω από την κάμερα με το «Accattone».
Η ειρωνεία είναι ότι ο Fellini ήταν ο πρώτος που βοήθησε το Pasolini στη σκηνοθεσία, με την εταιρεία του που μόλις είχε ιδρυθεί, αλλά έμεινε έκπληκτος με τα πρώτα πλάνα που ο Pasolini είχε τραβήξει και απέσυρε αμέσως την υποστήριξή του. Όμως με την υποστήριξη του Mauro Bolognini βρέθηκε άλλος παραγωγός, ο Alfredo Bini, που από τότε ήταν ο παραγωγός του Pasolini, συμπεριλαμβανομένου και του «Οιδίποδα τυράννου» («Oedipus re»), το 1967.
Το «Accattone» και το «Mamma Roma» σεναριακά έχουν επηρεαστεί από τις αφηγήσεις των μικρών χωριών, γυρισμένες και οι δύο το 1962, ιστορίες που είχε ο ίδιος ο Pasolini είχε γράψει, στο «Ragazzi di vita» κα στο «Una vita violenta». Ζούσε κοντά σε ένα από αυτά τα χωριά και, όταν έφτασε στη Ρώμη, εντυπωσιάστηκε από το προβιομηχανικό και σχεδόν πρωτόλειο τρόπο ζωής, αυτών των περιοχών, που αναδείκνυαν μία επική και μυθική διάσταση, έναν κόσμο περιθωριοποιημένο που τον είχε αφήσει πίσω η ιστορία και η πρόοδος, αντιστάθηκαν στη νεοκαπιταλιστική καταναλωτική κοινωνία, δείχνοντας έτσι μία ανθρωπολογική μεταφορά, σύμφωνα με τον Pasolini, μέσα από την καταστροφή του παραδοσιακού αγροτικού πολιτισμού. Στο «Accattone», για πρώτη φορά, γιορτάζεται αυτός ο πολιτισμός, με την υλική του φτώχεια και την αταβιστική βία, τη μιζέρια και τη φαινομενική ανηθικότητα, ίσως εξαιτίας αυτής, αναδεικνύεται ως ένας τόπος αντίστασης της επέκτασης της ηθικής της μπουρζουαζίας και της θρησκείας της αφθονίας και του καταναλωτισμού.
Όταν η ταινία παίχτηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ της Βενετίας, το 1961, δίχασε τους κριτικούς κινηματογράφου και με μία παράξενη κίνηση που έχει τις ρίζες της στον πανικό, η κυβερνητική λογοκρισία χαρακτήρισε την ταινία ως ακατάλληλη.
Από τη μεριά τους, πολλοί από τους υποστηρικτές της είδαν την επανέκδοση του νεορεαλισμού στον καμβά της κοινωνικής ηθικής, στην οποία αυτή βασίστηκε. Ακόμα και τώρα, αν τη δει κάποιος, είναι φανερό, σε πείσμα των επιφανειακών ομοιοτήτων του κλασικού νεορεαλιστικού κινηματογράφου, οι πτωχές κοινωνικές τάξεις, τα εξωτερικά πραγματικά τοπία, οι ερασιτέχνες ηθοποιοί, ο ντοκιμαντερίστικος τρόπος, η ταινία έχει χαρακτήρα λυρικό και εξπρεσιονιστικό παρά νεορεαλιστικό και, πολύ περισσότερο, μας δείχνει αυτό που ο Pasolini ήθελε να κάνει αργότερα, να θεωρητικοποιήσει το «φτωχό κινηματογράφο».
Ενώ η ταινία δείχνει να γνωρίζει τις βάσεις του νεορεαλισμού, δε δέχεται ούτε την ηθική στάση ούτε τις κοινωνικές αναφορές του. Ο βιογράφος του Pasolini, ο Enzo Siciliano γράφει ότι «το «Accattone» δεν είναι μία ταινία πολιτικής διαμαρτυρίας. (…) Το «Accattone» πηγαίνει προς τον πνευματικό θηβετισμό και ο άγγελός του είναι κάτι σαν ένας θείος υπουργός που προκαλεί ένα ιερό μυστήριο και προσφέρει μία μεσολάβηση για ένα ρίσκο για τη ζωή, χωρίς ανταπόδοση». Στην πραγματικότητα, όπως και σε άλλους εικονολάτρες σκηνοθέτες αυτής της εποχής, ο Pasolini δεν ενδιαφέρεται να απομυθοποιήσει και να αποαγιοποιήσει αλλά να επαναφέρει το ιερό στην ανθρώπινη υπόσταση ακόμα και όταν αυτό σημαίνει την επανάκληση του πρωτόγονου συνδέσμου ανάμεσα στη βία και στο ιερό, τις σκοτεινές ρίζες των ιερών μυστηρίων και της ιδέας για την τραγωδία, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες.
Η στρατηγική του Pasolini, στη θεώρησή του για την επαναφορά του ιερού, πρωτοεμφανίζεται εδώ, είναι όμως ένα χαρακτηριστικό του στιλ του, είναι η πρακτική της βιαίας μόλυνσης του μητρώου, του υψηλού και του χαμηλού, του χριστιανισμού και του ανιμισμού, της αγάπης και του μίσους, τους ιερού και του προφανούς. Ο θάνατος υπάρχει από την αρχή στην ταινία, έχουμε τη φιγούρα που παραπέμπει στο Χριστό και από εκεί στην πνευματική δωρεά ανάμεσα στους δύο ληστές, όπου πλέον ο σταυρός αγκαλιάζει όλο το σώμα.
Το σύμπλεγμα της οπτικής ηθικής που μπολιάζει αυτές τις αναφορές είναι πολύ μακριά από τις υπεραπλουστεύσεις του αριστερού ουμανισμού που επηρέασε τον κλασικό νεορεαλισμό, φαίνεται στην ταινία με λιτό τρόπο, αλλά πολύ εμφανή και σχεδόν μανιεριστικά, ως οπτικό στιλ. Αντίθετα με τις υπερφίαλες προηγούμενες αναφορές, τα πλάνα του Pasolini είναι προσεγμένα σκηνοθετημένα και σχολαστικά μονταρισμένα.
Ο Bondanella σημειώνει ότι: «Συνθέτει το κάθε πλάνο σα μία αυτόνομη οντότητα, το κινηματογραφικό ισοδύναμο της ποιητικής εικόνας, παρά σα μία ολοκληρωμένη άποψη μιας μεγάλης αφηγηματικής δομής. Αυτή η αυτονομία της κάθε εικόνας είναι τόσο έκδηλη στο «Accattone» που κάποιοι κριτικοί τη θεώρησαν σα μία τεχνική ανωριμότητα στο νέο καλλιτεχνικό του μέσο».
Ο ίδιος ο Pasolini αστειευόταν αργότερα σχετικά με την έλλειψη γνώσεων των τεχνικών θεμάτων, όταν έκανε το «Accattone», δεν είναι η άγνοια των δυνατοτήτων της κάμερας αλλά περισσότερο ο διαφορετικός τρόπος της οπτικής αναπαράστασης που χαρακτηρίζει το μοναδικό εικονογραφικό στιλ της ταινίας. Ακόμη, αναφέρει ως ισχυρές κινηματογραφικές επιρροές τους Dreyer, Mizoguchi και Chaplin, ενώ οι πραγματικές επιρροές του είναι από τις οπτικές μνήμες των δασκάλων της ζωγραφικής, αυτά που είχε μελετήσει στις πανεπιστημιακές του σπουδές, στο Μπολόνια, με τον ιστορικό της τέχνης, το Roberto Longhi.
Μπορούμε να δούμε τη μετωπικότητα των ανθρωπίνων φιγούρων που είναι έκδηλη στις σεκάνς όπου η κάμερα κινείται αργά-αργά βλέποντας κάθε πρόσωπο, όπως το μάτι κινείται στα μεγάλα έργα ζωγραφικής ανακαλύπτοντας τα θέματα, το μέρος και το όλο. Με αυτή την έννοια ο Ακατόνε θα μπορούσε να ήταν ένα στοιχείο από το «Νεκρό Χριστό» του Μαντέγκα. Είναι μία αισθητική πρόταση που δουλεύει εδώ ο σκηνοθέτης, μία στρατηγική που θέλει να αναστήσει το ιερό, στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, να απομονώσει το θάνατο και να του αφαιρέσει κάθε νόημα, όταν κάνει τον παραλληλισμό με το Χριστό.
Λόγω της πνευματικής μυωπίας η κυβερνητική λογοκρισία της εποχής χαρακτήρισε την ταινία ιερόσυλη, ενώ, αντίθετα το θρησκευτικό και το ηθικό μέρος ήταν πολύ ψηλά. Ακόμη, σε πείσμα όσων θέλουν να δουν στην ταινία το νεορεαλισμό και την πολιτική διαμαρτυρία, υπάρχει ο λυρισμός και ο εκφραστικός ανιμισμός που υψώνουν τη ζωή, πέρα από τα όρια, παρά να την περιορίζουν στην καλή κοινωνία και στο μαζικό πολιτισμό.
Υπάρχει η πνευματική ενατένιση που εξυψώνει την πρωτόγονη μορφή και την φτώχεια, την οποία μπορούμε να παραλληλίσουμε με το «φτωχό θέατρο» του Grotowski, πλούσιο όμως σε ποιητικά στοιχεία, με άλλα λόγια έχουμε μία αξιοσημείωτη καλλιτεχνική και διανοητική ωριμότητα. Μία κινηματογραφική δυναμική που δε βρήκε όμοιό της στην παγκόσμια κινηματογραφία, ειδικά στο δίπολο ζωή και θάνατος, όπου ο θάνατος αποενοχοποιείται και απόδαιμονοποιείται.
Η πρώτη ταινία του Παζολίνι είναι ένα κράμα όψιμου νεορεαλισμού και χριστιανικής αλληγορίας, με φόντο το υπο-προλεταριάτο της Ρώμης, έναν κόσμο που γνώριζε τόσο καλά ο ποιητής του “Μια βίαιη ζωή”… Περισσότερα
Το μέγεθος της επιτυχίας του Παζολίνι εδώ, προσδιορίζεται από την προσπάθεια του να περιγράψει την αδράνεια μέσα από μια δράση. Και η δράση αυτή όντας ουσιαστικά «μη δράση» έπρεπε να φορτιστεί με συμπεριφοριακές λεπτομέρειες απόλυτης ακρίβειας και αποτελεσματικότητας. Έτσι, το Ακατόνε δομείται εξ ολοκλήρου πάνω στην οξύτατη ματιά ενός μελετητή που τυχαίνει να ‘ναι και ποιητής: η λεπτομέρεια χάνει τη σχολαστική της επιστημοσύνη και γίνεται διάσταση της «καθαρής» ποίησης. Πριν απ’ το καθετί, το Ακατόνε είναι η ταινία ενός ποιητή… Περισσότερα
ACCATTONE
Σκηνοθεσία: Pier Paolo Pasolini
Σενάριο: Sergio Citti, Pier Paolo Pasolini
Φωτογραφία: Tonino Delli Colli
Μοντάζ: Nino Baragli
Παραγωγοί: Alfredo Bini, Cino Del Duca
Παίζουν: Franco Citti (Βιτόριο/Ακατόνε), Franca Pasut (Στέλλα), Silvana Corsini (Μανταλένα), Paola Guidi (Ασέντζα), Adriana Asti (Αμόρε), Luciano Conti (Μοϊκάνο), Luciano Gonini (Πιέντε), Renato Capogna (Ρενάτο), Galeazzo Riccardi (Κίπολα), Leonardo Muraglia (Μαμολέτο)
Χώρα παραγωγής: Ιταλία
Έτος παραγωγής: 1961
Γλώσσα: ιταλικά
Διάρκεια: 117΄
Είδος: δράμα
Ημερομηνία εξόδου: 20/7/2017
Εταιρεία διανομής: New Star (μόνο στον κινηματογράφο Ζέφυρο).
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά: διαβάστε εδώ.
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη