Σεπ 15, 2017 Κινηματογράφος 0
του Γιάννη Φραγκούλη
Στις 14/9/2017 στις κινηματογραφικές αίθουσες. Μετά την ανάγνωση αυτής της κριτικής μπορείτε να διαβάσετε τις κριτικές των άλλων κριτικών κινηματογράφου που παρατίθενται μετά από αυτό το κείμενο.
Ο Αντόνιο είναι καρδιοκλέφτης στη Ρώμη. Όμως, κάποια στιγμή η φήμη του χαλάει και, στη θέση αυτής έρχεται η σεξουαλική ανικανότητά του. Φεύγει από τη Ρώμη για να πάει στην πατρίδα του, όμως και εκεί θα αποκαλυφθεί η σεξουαλική ανικανότητά του, όταν θα παντρευτεί την όμορφη Μπάρμπαρα. Ο γάμος θα ακυρωθεί, ο Αντόνιο όμως θα βρει τρόπο να αποκαταστήσει τη φήμη του.
Ο Mauro Bolognini είναι πολύ γνωστός στην Ιταλία για τις πολυάριθμες ταινίες του σχετικά χαμηλού προϋπολογισμού, στην εθνική αγορά αυτής της χώρας. Δουλεύοντας ως σχεδιαστής και αργότερα σα βοηθός στο Luigi Bolognini, ξεκίνησε τη σκηνοθετική του καριέρα στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ξεκινώντας με κωμωδίες, πολύ γρήγορα εδραιώθηκε στις παραγωγές που αφορούν στην παράδοση, τη μεταφορά λογοτεχνικών αφηγημάτων που κυριάρχησαν στην ιταλική κινηματογραφική παραγωγή.
Η κλίση του εκδηλώθηκε με την κινηματογραφική μεταφορά λογοτεχνικών έργων από Ιταλούς συγγραφείς, όπως οι Vitaliano Brancati, Alberto Moravia, Italo Svevo που ήταν ο καμβάς για την «καλλιεργημένη αίσθηση των οπτικών στοιχείων των ιταλικών πόλεων» και στη φανέρωση της «οξύνοιας στην κινηματογραφική μεταφορά του χαμένου χρόνου». Αυτά τα στοιχεία οδήγησαν τον κριτικό κινηματογράφου Pietro Bianchi να το χαρακτηρίσει ως «τον πιο προυστικό ανάμεσα στους Ιταλούς σκηνοθέτες». Δεν ήθελε να επιβάλλει το στιλ του ή την προσωπικότητά του μέσα από τις δουλειές του, έτσι τα έργα του δεν εκτιμήθηκαν όσο έπρεπε, ακόμα και στην Ιταλία, παρά την παραγωγή 46 ταινιών, και τη συγγραφή 19 σεναρίων, για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Με ταινίες όπως «La note brava» (1959) και «La giomata balorda» (1960), ο σκηνοθέτης περιδιαβαίνει τα χαμηλά στρώματα των ρομανικών παραγκουπόλεων, ενώ με την «L’eredita ferramonti» (1976) κινηματογραφεί τον Anthony Quinn, ο Bolognini «αιχμαλωτίζει» τη Ρώμη του 1888. Εκτός της Ιταλίας και της Γαλλίας οποιαδήποτε αναφορά σε αυτόν θα έχει να κάνει πιθανόν με τις συνεργασίες του με τον Pier Paolo Pasolini, του οποίου τα κριτικά κείμενα προσδιόριζαν την εγγραφή του στην οθόνη. Ο Pasolini έγραψε το σενάριο για πέντε ταινίες του Bolognini, συμπεριλαμβανομένης και της μεταφοράς του μυθιστορήματος του Vitaliano Brancati, που αναδείχθηκε ως ένα από τα αριστουργήματα του Bolognini, το «Bell Antonio».
Στην «Bell Antonio» έχουμε της τραγική κωμωδία της σεξουαλικής ανικανότητας. Ο Marcello Mastroianni ενσαρκώνει τον Αντόνιο Μανιάνο, ένα όμορφο άντρα που πάσχει από το σύνδρομο του Δον Ζουάν. Πίσω από τα φτερουγίσματα του Αντόνιο, το πώς τραβούσε τις γυναίκες πάνω του, κρυβόταν η σεξουαλική του ανικανότητα. Μετά από την κακή φήμη που δημιούργησε στη Ρώμη, ο συγχυσμένος Αντόνιο επιστρέφει στο σπίτι του στην Κατάνια, όπου οι μύθοι και τα κουτσομπολιά για τις σεξουαλικές περιπέτειές του είχαν πάρει μυθικές διαστάσεις. Ο πομπώδης πατέρας του, Άλφιο Μανιάνο, και η μητέρα του, Ροζαρία, δε γνώριζαν για το πρόβλημα του γιου τους, τον πίεζαν να παντρευτεί την κόρη του συμβολαιογράφου, την Μπάρμπαρα Πουγκλίσι (Claudia Cardinale). Γνωρίζοντας τις επιπτώσεις, ο Αντόνιο διστάζει, αλλά όταν βλέπει τη φωτογραφία της, την ερωτεύεται και δέχεται. Μετά από ένα χρόνο γάμου, το μυστικό του Αντόνιο φανερώνεται και ο πατέρας της Μπάρμπαρα πάει στην εκκλησία για να ακυρώσει το γάμο, σύμφωνα με τις διδαχές της θρησκείας και με τη θέληση του θεού.
Σύντομα η Μπάρμπαρα παντρεύεται το Δούκα του Μπρόντε. Στο ενδιάμεσο, η οικογένεια Μανιάνο βλέπει τη ζωή της να στραπατσάρεται, η περηφάνια να τσαλακώνεται από τα κουτσομπολιά για την ανικανότητα του Αντόνιο. Ο Άλφιο, στην προσπάθειά του να αναδείξει την οικογενειακή φήμη πεθαίνει στα χέρια μιας πόρνης. Ένα φως φωτίζει αυτό το σκοτεινό τοπίο όταν η υπηρέτρια, η Σαντούτζα, μένει έγκυος στο παιδί του Αντόνιο. Στο τέλος ο Bolognini βάζει το δικαιωμένο Αντόνιο μπροστά σε έναν καθρέπτη όπου απορεί όταν ο Εντοάρντο το συγχαίρει επειδή είναι πλέον άντρας. Βλέπουμε πλέον με ζεστασιά τον Αντόνιο, ακόμα στριμωγμένο στον τοίχο, ο οποίος αισθάνεται άνετα μέσα στην κανονικότητά του.
Μία σύνδεση ανάμεσα στο σεξουαλικό σύμπλεγμα της Νότιας Ιταλίας, στους άντρες, και στη φασιστική νοοτροπία είναι το θέμα του μυθιστορήματος του Brancati. Αλλά, απλοποιώντας το θέμα του Brancati, συνδέοντάς το με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξουσία, ο Bolognini δίνει στο «Bell Antonio» δομική δύναμη και εσωτερική λογική που ταξιδεύει το θεατή μέσα από διαδρόμους στην ιταλική πατριαρχική εξουσία, όπου οι άντρες αντιπροσωπεύονται από το σεξουαλικό τους μύθο. Για τον Αντόνιο, πάντως, η στειρότητά του στερεί σε αυτόν την πολιτική του εξουσία. Ο Bolognini, παρά την απόσταση του Αντόνιο από την υποκειμενικότητα της αντρικής ηγεμονίας, απαιτεί διαδράσεις ανάμεσα σε αυτόν και στην προβολή του στον καθρέπτη. Ο πομπώδης πατέρας του που μπορεί να περηφανεύεται ότι είναι διακεκριμένος φασίστας, ικανός να κοιμηθεί με εννέα γυναίκες, απαιτεί από τον Αντόνιο να γραπώσει την πατριαρχική κληρονομιά. Ο Αντόνιο, από την άλλη μεριά, ταλαντεύεται γύρω από την αντρική υποκειμενικότητά του, η οποία έχει πληγωθεί από τη σεξουαλικότητά του, με άλλα λόγια, εκθέτει την πληγωμένη αρρενωπότητά του.
Η σκηνοθεσία του Bolognini είναι καλλιγραφική και έρχεται σε αντίθεση με την αυθεντική εκφραστικότητα που δεν υπάρχει στο «Bell Antonio». Αλλά, ακόμα και με τα τεχνάσματα του διευθυντή φωτογραφίας, Armando Nannuzzi, ο Bolognini δεν πλησιάζει το στιλ του Jean Renoir. Το στιλ του είναι να κάνει σταθερά πλάνα με τα οποία η κάμερα φαίνεται ότι υποκλέπτει την εικόνα. Ο σκηνοθέτης θέλει τον κινηματογραφικό θρυμματισμό στην υποκειμενική αρρενωπότητα, με σπάνιο και ειδικό τρόπο. Δείχνει ότι ο Αντόνιο μπορεί να προβάλλει το φόβο του κοινωνικού ευνουχισμού, ερωτώμενος για τη στειρότητα από έναν καλεσμένο σε μία κοινωνική συγκέντρωση. Μπορεί επίσης να προβάλλει την αγάπη, η οποία καλύπτεται από τα νέφη των αναγκών του, του να γίνει αποδεκτός, έτσι όπως είναι. Προβάλλει τον έρωτα ως προς την Μπάρμπαρα, την οποία δεν έχει ακόμη συναντήσει. Ατενίζοντας τη φωτογραφία, ο Αντόνιο ξαφνικά γυρίζει και αιχμαλωτίζει ένα βλέμμα που έρχεται σε αυτόν από τον ίδιο τον εαυτό του, μέσα από τον καθρέπτη. Ο Bolognini μας δείχνει τον υστερικό χαρακτήρα, μέσα από το ναρκισσιστικό, στην ταυτότητα του Αντόνιο. Η σκηνή του καθρέπτη επανέρχεται μετά την τελετή των Πούγκλισι, όταν ο Αντόνιο κοιτάζει μέσα στην κάμερα, δομώντας το χώρο ανάμεσα στον ηθοποιό και το κοινό του.
Ο Francois Truffaut έλεγε ότι ο κινηματογράφος αρχίζει να γίνεται υποκειμενικός όταν ο ηθοποιός συναντά τη ματιά του κοινού. Ο Bolognini δίνει την κοινή εκδοχή αληθοφάνειας, στον αφηγηματικό χώρο, με κινηματογραφικό τρόπο, την υποκειμενική υπόσταση του Αντόνιο. Μετά την κηδεία του παππού της Μπάρμπαρα, ο Αντόνιο διασχίζει το δρόμο και στρέφει το βλέμμα του στην κάμερα σε «εμάς» σαν «εμείς» να είμαστε από την άλλη μεριά του δρόμου, πίσω από την κάμερα.
Αναγνωρίζοντας την κάμερα, με αυτό τον τρόπο, ο Αντόνιο ανοίγει την πόρτα στην αρρενωπότητα την οποία, παρά την αδυναμία του, έχει ανάγκη για την αποδοχή του από την κοινωνία. Η πόρτα επίσης ανοίγει προς τη δική μας υποκειμενικότητα και συνειδητοποιούμε ότι ο Αντόνιο επιδιώκει να μπει στο δικό μας κόσμο ή στον κόσμο οποιουδήποτε νέου συμβολισμού, αρκεί να γίνει δεκτός. Μέσα από αυτή την υποκειμενική κάμερα ο Bolognini δείχνει στο κοινό ότι ο Αντόνιο θα παντρευτεί την Μπάρμπαρα, ένα βήμα από την καταστροφή σε μία θεωρητική ανυπαρξία, μία διαφορετική θεώρηση για την κατάσταση κάποιου που έχει πληγεί.
Άλλες σκηνές που χρησιμοποιείται η κάμερα είναι όταν ο Αντόνιο τρέχει, αφού έχει μάθει ότι αναγνωρίστηκε η ανικανότητά του, ότι πλήγηκαν οι γονείς του. Πιο νωρίς, τα κινούμενα πλάνα του Αντόνιο που φτάνει στην Κατανία, μας δείχνουν τον ήρεμο και γοητευτικό Mastroianni, μία σεξουαλική εικονογραφία της πόλης, φαλλικά κτήρια, μεγάλοι και σκοτεινοί δρόμοι και διάδρομοι και ακτές που έχουν το σχήμα της καμπύλης. Αλλά, κατά τη διάρκεια της απελπισίας, τρέχει στους ίδιους δρόμους προς το γραφείο του κ Πουγκλίσι, τίποτε δεν μπαίνει μέσα στο κάδρο. Όπως η κάμερα τον ακολουθεί, ο Bolognini και ο Nannuzzi, αφήνουν τον φακό να δείχνει την κίνηση, δίνοντας έμφαση στην απελπιστική κατάσταση του Αντόνιο.
Σκηνοθετείται η πίστη του σε μία νέα συμβολική τάξη, τόσο όσο εύχεται να ξεπεράσει την πατριαρχία, ενώ αυτή έχει εκραγεί πάνω του. Ο Αντόνιο, ο οποίος για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν αδύναμος, πρόδωσε την πατριαρχική δομή της κοινωνίας. Πάντως, αυτή η ταινία μιλά για την επιστροφή στη μητέρα. Οι πρώτες λέξεις του Αντόνιο είναι στη μητέρα του όταν πάει στο πατρικό σπίτι. Η επιστροφή του στο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα δεν είναι σαδομαζοχιστικής φύσης, αλλά συμβολικής, με την έννοια ότι η μητρική πλευρά είναι η μόνη που δε θα τον κρίνει χωρίς να απορρίψει την κατάστασή του.
Ο Bolognini ξεκινά την ταινία όπως η «Χιροσίμα αγάπη μου» που είχε προβληθεί μία χρονιά πριν. Κοντινό στον Αντόνιο και την ερωμένη του από τον καθρέπτη στο κρεβάτι. Αυτή η κυκλική κίνηση της κάμερας είναι η αγαπημένη του σκηνοθέτη, συμβολικά βλέπουμε υποκειμενικά τους δύο εραστές, σα να κάνουμε μία υποκλοπή. Οι γυναίκες στην ταινία κλέβουν, όπως η Μπάρμπαρα που μιλά για την ανικανότητα του Αντόνιο σα να το ήξερε, η κουβέντα της άλλωστε θυμίζει παιχνίδι με στημένα χαρτιά. Οι μανάδες εξαπατούν την πατριαρχία, εκφράζοντας τη θέλησή τους να δεχτούν τα παιδιά τους όπως είναι. Ο σκηνοθέτης υπενθυμίζει ότι ο ρόλος της γυναίκας είναι να διαιωνίζει τις δομές της πατριαρχίας. Η ταινία μιλά μυθολογικά και συμβολικά, ως μία έμμεση και δυνατή κριτική στις κοινωνικές δομές.
Αν και πολιορκείται από όμορφες γυναίκες, αποφασίζει να παντρευτεί τη νεαρή Μπάρμπαρα, η οποία ανακαλύπτει πως, παρά τη φήμη του, είναι ανίκανος να εκπληρώσει τα… συζυγικά του καθήκοντα. Ένα τολμηρό βιβλίο κι ένα σενάριο αντάξιό του αποκαλύπτουν με τον πιο πικρό τρόπο την ηθική υποκρισία και τα ψυχολογικά αδιέξοδα μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ο Μαστρογιάνι είναι ιδανικός στον ρόλο του μελαγχολικού εραστή με το τραυματικό μυστικό, ενώ ο Μπολονίνι δουλεύει υποδειγματικά τα ασφυκτικά, γεμάτα σκιές κάδρα και τις σκηνογραφικές λεπτομέρειες της αρτιότερης ίσως ταινίας του, βραβευμένης με τη Χρυσή Λεοπάρδαλη στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο… Περισσότερα
Πρόκειται για ένα σχόλιο πάνω στις προκαταλήψεις και στο κουτσομπολιό που ταξιδεύει καταστροφικά σε μια κοινωνία και ειδικά στην Κατάνια, η οποία φιμώνεται από τον φασισμό, αλλά και την άμβλυνση ενός κόσμου που συνδέεται με προκαταλήψεις και παραδοσιακές προλήψεις… Περισσότερα
Το θέμα στην ταινία φυσικά δεν είναι η σεξουαλική ανικανότητα, αλλά η αδυναμία μιας συγκεκριμένης κοινωνίας να αποδεχτεί την αλήθεια σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Στη ουσία ο Μπολονίνι περιγράφει μια κοινωνία που φιμώνεται από τον φασισμό, αλλά και την άμβλυνση ενός κόσμου που συνδέεται με προκαταλήψεις και παραδοσιακές προλήψεις… Περισσότερα
BELL’ ANTONIO
Σκηνοθεσία: Mauro Bolognini
Σενάριο: Pier Paolo Pasolini, Gino Visentini, Mauro Bolognini, Vitaliano Brancati (μυθιστόρημα)
Φωτογραφία: Armando Nannuzzi
Μοντάζ: Nino Baragli
Μουσική: Piero Piccioni
Παραγωγοί: Alfredo Bini, Cino Del Duca
Παίζουν: Marcello Mastroianni (Αντόνιο Μανιάνο), Claudia Cardinale (Μάρμπαρα Πουγκλίσι), Pierre Brasseur (‘Αλφιο Μανιάνο), Rina Morelli (Ροζαρία Μανιάνο), Tomas Milian (Εντοάρντο), Fulvia Mammi (Έλενα Αρτιτζόνε), Patrizia Bini (Σαντούτζα), Anna Arena (κα. Πουγκλίσι), Maria Luisa Crescenzi (Φρανσέζα), Jole Fierro (Μαριουτσία)
Χώρα παραγωγής: Ιταλία, Γαλλία
Έτος παραγωγής: 1960
Γλώσσα: ιταλικά
Διάρκεια: 105΄
Είδος: κομεντί
Ημερομηνία εξόδου: 14/9/2017 (αποκλειστικά στον κινηματογράφο Ζέφυρο)
Εταιρεία διανομής: New star (επανέκδοση).
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά: διαβάστε εδώ.
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη