Απρ 10, 2021 Κινηματογράφος 0
Γιώργος Αυγερόπουλος συνέντευξη | στο Γιάννη Φραγκούλη
Είδαμε την ταινία του Γιώργου Αυγερόπουλου, «Παρόντες», παραγωγής 2021, της οποίας το μοντάζ τέλειωσε το Φεβρουάριο του 2021, λίγο πριν να προβληθεί διαδικτυακά. Ο λόγος της είναι κινηματογραφικός. Απευθύνεται σε ανθρώπους που τολμούν να δουν και να επεξεργαστούν μία άλλη άποψη.
Μιλά με ουσιαστικό τρόπο για την επιδημία του covid-19. Αντιπαραθέτει απόψεις και, στο τέλος, οδηγείται σε μία σύνθεσή τους. Όχι μόνο για την ταινία, αλλά και για τον τρόπο εργασίας του, εν συντομία για τη διαδρομή του σα δημοσιογράφος και σκηνοθέτης, μιλήσαμε με το Γιώργο Αυγερόπουλο, με τρόπο ουσιαστικό και ευχάριστο. Σας την παρουσιάζουμε.
Θυμόμαστε την πορεία σου από τον «Εξάντα», στο «Agora I» και στο «Agora IΙ», ταινίες οι οποίες, κατά την άποψη μου, ως κριτικός κινηματογράφου, ξεπερνούν τον τηλεοπτικό και φτάνουν στον κινηματογραφικό λόγο.
Ναι, είναι μία μετεξέλιξη, αν θέλετε, και μία ισορροπημένη εμπειρία, να το πω. Άλλωστε είναι κάτι που βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη και εγώ ο ίδιος μαθαίνω από κάθε έργο που κάνω και αποτελεί μία άσκηση ύφους, δε σας κρύβω, κάθε μία δουλειά.
Επομένως, όντως ο «Εξάντας» του 2000 δεν έχει καμία σχέση με τον «Εξάντα» του 2006 και οι ταινίες που έγιναν μόλις ο «Εξάντας» τελείωσε, εξαιτίας του βίαιου κλεισίματος της ΕΡΤ, το 2013, ήταν μία τελείως διαφορετική γλώσσα αυτή που χρησιμοποιήθηκε, ένα άλλο ύφος, δεν είχε καμία σχέση με όλα τα προηγούμενα.
Όπως επίσης ο τρόπος χρηματοδότησης δεν είχε καμία σχέση. Είχαμε πάρει τη μικρή μας βάρκα και είχαμε ανοιχτεί στον ωκεανό της διεθνούς αγοράς, μετά τις δύο μεγάλου μήκους, το «Agora I, από τη δημοκρατία στις αγορές» και το «Δεσμώτες», στη συνέχεια, καταγράφοντας, έτσι, τα χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Τώρα έρχεται πλέον αυτή η παραγωγή, οι «Παρόντες», που είναι εγχώρια…
Πριν να πάμε σε αυτή την παραγωγή. Πως ήταν το πέρασμα από δημοσιογράφος στο σκηνοθέτη.
Δια πυρός και σιδήρου. Έπρεπε να πνίξω λίγο το δημοσιογράφο που έχω μέσα μου, χωρίς να το διαλύσω, σας μιλάω από καρδιάς τώρα, για να βγάλω περισσότερο τη δημιουργικότητά μου, προς τα εμπρός.
Είναι κάτι το οποίο έχει πολύ μεγάλη σημασία για εμένα, η δημιουργικότητα. Παίζω μουσική, γράφω τραγούδια και δε σας κρύβω ότι η παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ προσομοιάζει πάρα πολύ με αυτό. Σε κάνει να βγάλεις πράγματα που θέλεις να τα πεις, γιατί αν δεν τα πεις θα σκάσεις.
Μεταφράζεις όμως το γραπτό και προφορικό λόγο σε αυτόν την εικόνας και πάρα πολύ δημιουργικά έχω δει.
Είναι ακριβώς… Κοιτάξτε, εγώ, από τη στιγμή που έμπλεξα, να το πω έτσι, με την κινούμενη εικόνα, όταν άρχισα να ασχολούμαι με το τηλεοπτικό ρεπορτάζ, το 1990, κατάλαβα ότι αυτό είναι ένα τεράστιο εργαλείο.
Δηλαδή, ότι μπορείς να πεις μία ιστορία χρησιμοποιώντας δύο γλώσσες: αυτή τη δικιά σου, αυτή που μιλάμε τώρα, και αυτή της κινούμενης εικόνας. Αν η μία επικαλύπτει την άλλη πρόκειται για μία αποτυχία, αν, όμως, κινούνται παράλληλα, μπορείς να πεις πολύ περισσότερα πράγματα στους ανθρώπους.
Έτσι, λοιπόν, ως νεαρός ρεπόρτερ, ζήτησα από τους καμεραμέν, του MEGA,τότε, να μου δώσουν τα βιβλία που έκαναν στη Σταυράκου. Άρχισα και διάβαζα. Στη συνέχεια καθόμουν στο μοντάζ, βράδια, νύχτες ολόκληρες, μιλώντας με τον Τόλη Σαραντάρη, υπέροχο μοντέρ και, κατόπιν, ιδιοκτήτη μιας μεγάλης εταιρείας παραγωγής, που μου εξηγούσε, γιατί κόβουμε εδώ, πως κόβουμε εδώ, είχε γυρίσει από τη Νέα Υόρκη ο άνθρωπος και το είχε σπουδάσει.
Κάπως έτσι άρχισα τα πρώτα μου δειλά δειλά βηματάκια, να το πω έτσι. Όταν άρχισε ο «Εξάντας», όταν μπλέχτηκα με την παραγωγή ντοκιμαντέρ, για την ακρίβεια, από το 2000 και μετά, έβαλα σε εφαρμογή όλα αυτά τα πράγματα.
Είμαι τυχερός που έρχομαι από το χώρο της δημοσιογραφίας, μπορώ να εστιάσω στην πληροφορία, μπορώ να τη διαλύσω, να την αξιολογήσω, να τη χειριστώ, αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να μάθω πολύ καλά τη γλώσσα της εικόνας.
Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση, είναι ότι δε δίνεις ένα σαφέστατο μήνυμα πολιτικό, το αφήνεις να υπονοείται στην αρχή, σιγά σιγά το μεταλλάσεις, με αριστουργηματικό τρόπο, ελισσόμενος, και στο τέλος ο θεατής μπορεί να φτιάξει τη δική του άποψη για αυτό που βλέπει. Έτσι καλείς το θεατή να γίνει συνδημιουργός της αφήγησής σου. Έτσι δεν είναι;
Είναι δύο πράγματα. Το πρώτο είναι ότι θεωρώ, από την αρχή, από τη στιγμή που κτίζω το σενάριο ότι έχω απέναντί μου νοήμονες ανθρώπους που μάλλον είναι πιο έξυπνοι από εμένα. Tαυτόχρονα δεν πρέπει να τους προσβάλλω σε κανένα επίπεδο και, πολύ περισσότερο, στην αισθητική τους. Από εκεί αρχίζω.
Επίσης, δε θεωρώ ότι απευθύνομαι σε Έλληνες. Θεωρώ ότι απευθύνομαι σε ένα διεθνές κοινό, μεταξύ των οποίων είναι και οι Έλληνες. Επομένως, αυτοί είναι οι δύο πυλώνες, να το πω έτσι, που κτίζω το σενάριό μου.
Ως μία ταινία ντοκιμαντέρ, είναι δεδομένο, πιστεύω -και όλοι μας το αναγνωρίζουν- ότι η θέση του δημιουργού βρίσκεται πάντα μέσα στο έργο του. Aκόμα και αν εκείνος δεν έχει αρθρώσει ούτε λέξη. Ο τρόπος με τον οποίο κάνει τις σκηνές να εναλλάσσονται μεταξύ τους, αυτό από μόνο του αποτελεί θέση και, άλλωστε, να σας το πω και αλλιώς, η δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ είναι εξ’ορισμού, μία πολιτική πράξη, με την έννοια που έδινε στην πολιτική ο Αριστοτέλης…
Μπορείτε να διαβάσετε την κριτική της ταινίας του «Παρόντες» εδώ
Στο «Περί ποιητικής»…
…Ακριβώς. Επομένως, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους θεατές. Ο κάθε θεατής βλέπει την ταινία με τα δικά του μάτια και με τις δικές του προσλαμβάνουσες. Είναι εντυπωσιακό το πώς ο κάθε ένας ερμηνεύει μία συγκεκριμένη σκηνή, ας πούμε του έργου που έστελναν μηνύματα, για παράδειγμα.
Αυτό μου συμβαίνει συνέχεια, δε θέλω να δώσω μασημένη τροφή στον άνθρωπο, δε θέλω να τα κάνω «λιανά» και να του πω «νάτο, έτσι είναι», αλλά ταυτόχρονα δε θέλω να τον αφήνω στο σκοτάδι. Επομένως, χρησιμοποιώ τη μέθοδο, όντως που είπατε, για να φτάσω σε συμπεράσματα, θέλω να αφήσω στον άλλο το περιθώριο να σκεφτεί. Αν του το δώσεις μασημένο και του το δώσεις να το φάει, δε θα σκεφτεί.
Θέλω να αφήνω τους ανθρώπους να σκέφτονται για το τι συμβαίνει. Και, ξέρετε, αυτό πολλές φορές λειτουργεί στους θεατές, ακριβώς με τον τρόπο που είπα: δηλαδή, βλέπει ο καθένας με τα δικά του μάτια.
Για παράδειγμα, δέχτηκα μηνύματα που έλεγαν: αυτό είναι ένα έργο που είναι μία σκέτη προπαγάνδα. Γιατί; Γιατί βρισκόμαστε σε έναν καιρό πόλωσης, βρισκόμαστε σε έναν καιρό που είναι εξαιρετικά δύσκολος. Έχει μπλεχτεί η δημοσιογραφία τόσο πολύ με την πολιτική τα τελευταία δέκα χρόνια που όποιος κάνει κριτική στην όποια εξουσία, είτε είναι κινηματογραφιστής, δημοσιογράφος, που, αν θέλετε, είναι και η δουλειά του, ή αν είναι ενεργός πολίτης, τότε, αυτόματα, κατατάσσεται στην αντιπολίτευση και κάνει προπαγάνδα. Της όποιας αντιπολίτευσης. Έχουμε περάσει στον παραλογισμό.
Έχεις δίκιο. Δεν υπάρχει η δημοσιογραφία που ξέραμε. Και εγώ από δημοσιογράφος ξεκίνησα και κατέληξα και εγώ σκηνοθέτης, γιατί είναι μοιραίο νομίζω αυτό. Αλλά η δημοσιογραφία που ξέραμε εκείνα τα χρόνια, τώρα πλέον σπανίζει.
Έτσι είναι δυστυχώς. Ευτυχώς που υπάρχουν προσπάθειες που γίνονται στην Ελλάδα, όπως αυτή που έκανε το Imed πρόσφατα, με αυτή την ταινία. Προσπαθούν με ένα τρόπο να επανακαθορίσουν, να το πω έτσι, τη δημοσιογραφία, τη διαφάνειά της, τα όρια που έχει με την πολιτική και ούτω καθεξής. Πράγματα αυτονόητα, με τα οποία γελάγαμε τα προηγούμενα χρόνια, πλέον έχουν γίνει ζητούμενο.
Γιώργος Αυγερόπουλος συνέντευξη | Διαβάστε τη βιογραφία του Γιώργου Αυγερόπουλου εδώ
Πως είναι δυνατόν να έχουμε μία παραγωγή του 2021, με ένα καυτό, καθημερινό θέμα, πως το δούλεψες. Είναι πραγματικά θαυμάσιο αυτό.
Ευχαριστώ πάρα πολύ. Με κάνεις και κοκκινίζω (γελάει). Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Πολύ δύσκολο. Το σενάριο είχα αρχίσει να το δουλεύω από τις αρχές Νοεμβρίου, μπορεί και να το είχα δουλέψει από τον Οκτώβρη, τέλος πάντων, δε θυμάμαι αυτή τη στιγμή…
Του 2020;
Του 2020. Άρχισε το μοντάζ με δοκιμαστικές σκηνές να δουλεύει από τα μέσα Δεκεμβρίου και το πήγαμε έτσι μέχρι τη στιγμή που βγήκε η ταινία, δηλαδή, μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου.
Αυτό τι σημαίνει τώρα; Σημαίνει ότι έπρεπε… Αυτή ήταν η δυσκολία της ταινίας, αυτή ήταν η δυσκολία του «Agora» και του «Agora II».
Έπρεπε να βρεις πατήματα που να μην κουνιούνται σε μία ιστορία που ήταν σε εξέλιξη. Υπήρχαν πολλές σκηνές που γράφτηκαν και στη συνέχεια σκίστηκαν, πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων.
Δηλαδή, κάτι σαν τους «Ρεπόρτερ», παλιά;
Όχι. Είχα στο μυαλό μου ένα σκελετό που θα μπορούσε να λειτουργήσει και έναν οδικό χάρτη που θα μας οδηγούσε σε έναν επίλογο. Αλλά υπήρχαν στιγμές στις οποίες προσπαθούσα να στήσω μία σκηνή που μου έκανε εντύπωση σήμερα, αλλά, αν την έβλεπες μετά από μία εβδομάδα, δεν έκανε καμία εντύπωση γιατί είχε συμβεί κάτι πολύ πιο δυνατό από αυτό που πήγαινα να γράψω. Αυτό έφευγε όπως ήταν.
Το πρώτο cut που δημιουργήθηκε ήταν δυόμισι ώρες περίπου. Δε βλεπόταν, ήταν άθλιο, όπως είναι κάθε πρώτο cut. Έτσι έπρεπε να δουλέψουμε πάνω σε κάτι που θα μπορεί να αντέχει στο χρόνο.
Νομίζω πως είναι ένστικτο, σωστή αξιολόγηση της πληροφορίας, εκεί παίζει ρόλο ο δημοσιογράφος, ο οποίος έρχεται, πολλές φορές, σε σύγκρουση με το σκηνοθέτη, γράφοντας κάτι.
«Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γράψτο, γράψτο.» Και έρχεται ο σκηνοθέτης να πει: «Όχι, δεν είναι πολύ σημαντικό, θα το δείξουμε με ένα πλάνο».
Και εκεί έχουμε ένα σωρό τσακωμούς και παρεξηγήσεις.
Ναι, βέβαια, βέβαια. Νομίζω ότι πολλές φορές…, έγινα μονόχνοτος, εκείνη την περίοδο, δε σας κρύβω, δημιουργικά. Μόνο για αυτό μιλούσα, το έβλεπα στον ύπνο μου, και λίγο διπολικός, θα έλεγα. Πάλευαν δύο προσωπικότητες μέσα μου, προσπαθώντας να υπερισχύσει η μία στην άλλη.
Υπάρχει αυτό στην ταινία. Υπάρχουν δύο παράλληλες αφηγήσεις που στο τέλος ενώνονται. Εκεί φτιάχνει ο θεατής τη δική του αφήγηση. Δεν ξέρω αν πιστεύει κάποιος ότι είναι προπαγάνδα ή όχι, αλλά για εμένα είναι κινηματογράφος, στην κυριολεξία.
Τα σχόλια που έχει δεχτεί αυτή η ταινία είναι στο 95% πάρα πολύ θετικά. Ο κόσμος που έβλεπε την ταινία άφησε, από όσους την είδαν, που την είδαν δεκάδες χιλιάδες, δεν έχω αυτή τη στιγμή συγκεκριμένα νούμερα, θα ανακοινωθούν όμως σύντομα.
Αυτό που ξέρω είναι ότι άφησε γύρω στα 4.600 σχόλια πάνω στην πλατφόρμα όπου παιζόταν online. Σταμάτησαν οι ανοιχτές προβολές και θα ανακοινωθεί το επόμενο βήμα σύντομα.
Μέσα σε αυτά τα σχόλια ήταν και 3 αρνητικά. Αυτό το θεωρώ πάρα πολύ λογικό.
Ήταν άνθρωποι που δεν μπορούν, δυστυχώς, να κάνουν, όπως πολλοί συμπολίτες μας, το διαχωρισμό της κριτικής δημοσιογραφίας, του κριτικού κινηματογράφου, αν θέλετε, ούτε με την προπαγάνδα ούτε με την εκάστοτε εξουσία. Δεν μπορούν, είναι ανίκανοι να κάνουν αυτό το διαχωρισμό. Είναι εντυπωσιακό αυτό.
Να σου ευχηθώ να κάνεις συνέχεια τέτοια πράγματα, κάτι που μας χαρίζει και εμάς μεγάλη ευχαρίστηση και απόλαυση, σαν κριτικοί κινηματογράφου και σα δημιουργοί. Καλή επιτυχία σε ότι κάνεις.
Ευχαριστώ πολύ.
Διαβάστε τη φιλμογραφία του Γιώργου Αυγερόπουλου εδώ
Μπορείτε εδώ να ακούσετε την κινηματογραφική εκπομπή Cine Fabula όπου ακούστηκε αυτή η συνέντευξη.
Φεβ 19, 2024 0
Δεκ 10, 2023 0
Ιαν 11, 2023 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 22, 2024 0
Οκτ 20, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη