Νοέ 19, 2017 Κινηματογράφος 0
του Γιάννη Φραγκούλη
Στις 16/11/2017 στις κινηματογραφικές αίθουσες. Μετά την ανάγνωση αυτής της κριτικής μπορείτε να διαβάσετε τις κριτικές των άλλων κριτικών κινηματογράφου που παρατίθενται μετά από αυτό το κείμενο.
Μία οικογένεια, με πολλά προβλήματα, κυρίως οικογενειακά, βρίσκεται σε ένα σπίτι στο Καλέ, στο όριο της διάβασης προς την Αγγλία, και βιώνει τις προβληματικές της καταστάσεις. Η ευρωπαϊκή υψηλή κοινωνία δοκιμάζεται σε ένα οντολογικό δράμα, όπου η βία συσσωρεύεται και είναι έτοιμη να ξεσπάσει.
Θα ήταν περιττό να πούμε ότι το επίθετο στον τίτλο είναι ένα από τα παιχνιδίσματα του Haneke. Το «Happy end» είναι ένας σατιρικός εφιάλτης που αφορά στην ευημερία της ευρωπαϊκής υψηλής αστικής τάξης, όπως είναι, τέλεια, λαμπερή, ανελέητη. Δεν είναι κάτι το καινούργιο για αυτό το σκηνοθέτη, αλλά ένας δρόμος που ήδη ακολουθεί, με την ίδια έμπνευση. Σε αυτή την ταινία θα βρούμε ένα σατανικό έργο που αναφέρεται στη δυναστεία των χαμένων ψυχών.
Υπάρχουν σχεδόν όλα τα κλασικά θέματα και οι αγαπημένες εικόνες του Haneke: οικογενειακές δυσλειτουργίες, εκδίκηση μεταξύ των γενεών, η δηλητηριώδης και ανυπόφορη ενοχή και η επιστροφή της καταπίεσης. Ο τρόμος του θανάτου, ενός θανάτου που μοιάζει με απελευθέρωση, μία γραμμή που θα μας οδηγήσει από αυτή την ταινία στην προηγούμενή του, την «Αγάπη» («Amour») (2012). Έχουμε, λοιπόν, τη διακριτική έγνοια, η οποία καταγράφεται στον κινηματογράφο, για αυτά που υπάρχουν στη δική μας συμπεριφορά και δεν τα έχουμε δει. Συνδυάζει αυτό το θέμα με το ενδιαφέρον για την καταγραφή συμπεριφορών όπως παρατηρείται από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης και από τα βίντεο στο διαδίκτυο.
Πάντως, συχνά ο κινηματογράφος του Haneke πλησιάζει το συμβατικό τρόμο και τα θρίλερ. Το «Happy end» δεν είναι εξαίρεση. Είναι ένα είδος κινηματογράφου που ο ίδιος το έχει εφεύρει. Είναι ένα δικό του έργο, μία όμορφη σύνθεση, ένα μωσαϊκό τρόμου, φωτογραφημένο από το Christian Berger, με καθαρό φως και πλάνα μεγάλης διάρκειας. Ένα πρόσωπο από τους χαρακτήρες δε φαίνεται ποτέ εντελώς καθαρά. Η αφήγηση, μερικές φορές, αναπτύσσεται παραλείποντας κάποια πράγματα, τα οποία θα μας δυσαρεστήσουν, αφήνοντάς μας να μαντέψουμε κάποια από αυτά.
Θα βρούμε ακόμη στοιχεία κωμικά και απίθανες φάρσες, ακόμη την προβολή του «Happy days», του Samuel Becket, την ασυνήθη παρουσία του βρετανού ηθοποιού, του Toby Jones, την παραθαλάσσια τοποθεσία, όλα αυτά μας κάνουν να αναρωτηθούμε αν ο Haneke, όπως και ο Alain Resnais, ακολουθεί τον υποεκτιμημένο μάστορα των ταινιών όπου κυριαρχεί η αγωνία, τον Alan Ayckboum. Τα κωμικά στοιχεία είναι ξεκάθαρα, έχουν φόντο έναν αριστοκρατικό καμβά, μία οικογενειακή γιορτή και τη μουσική σύνθεση, στοιχεία που υπάρχουν εκεί για να μας εξαπατήσουν.
Η Isabelle Hupert παίζει την Ανα Λοράν, την οικοδέσποινα ενός πολύ ωραίου σπιτιού στο Καλέ, η οποία έχει πάρει την επικερδή οικογενειακή επιχείρηση κατασκευών και μεταφορών από τον πατέρα της Τζορτζ, εδώ ο Jean-Louis Trintignant. Αυτός πάσχει από άνοια και υπηρετείται από το Ρασίντ και τη Τζαμίλα, δύο Μαροκινούς, οι οποίοι, πολύ συχνά, πέφτουν θύματα ρατσιστικής επίθεσης. Η Άνα είναι μαζί με ένα Βρετανό δικηγόρο, το Λόρενς, τον οποίο ενσαρκώνει ο Toby Jones. Το περιβάλλον του σπιτιού ήταν γεμάτο στο φόβο και το άγχος. Η Άνα είναι μεθυσμένη και δημιουργεί ένα ατύχημα στο οποίο εμπλέκεται και ο Πιέρ. Ο αδελφός της, ο Τόμας, τον υποδύεται ο Mathieu Kassovitz, κρατεί καλά τα μυστικά του, πρέπει όμως να δει τη δωδεκάχρονη κόρη του, από το διαλυμένο γάμο του, να τη δεχτεί και να την εντάξει στην οικογενειακή ατμόσφαιρα. Η Ηβ, έχει αυτοπειθαρχία, είναι γνώστρια των ηλεκτρονικών υπολογιστών, η μητέρα της είναι σε κακή κατάσταση στο νοσοκομείο, μετά από υπερβολική δόση ναρκωτικών, δεν μπορεί να έχει ξεκάθαρη άποψη για το τι γίνεται. Τελικά, οι πρόσφυγες, λίγο μακριά από το σπίτι, θέλουν να κάνουν νέα έφοδο στο τούνελ, στο Καλέ, για να περάσουν απέναντι.
Περιμένουμε από την ταινία ένα τελικό ξέσπασμα της βίας ή κάτι το σοκαριστικό, για να ξεκαθαρίσει αυτό το μπερδεμένο κοινωνικό τοπίο. Απρόσμενα αυτό έρχεται από την Άνα. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι που θα εκτονώσει το υπόγειο φορτίο της βίας, είναι, σχετικά με την όλη κατάσταση, κάτι το ασήμαντο, μας αφήνει σε ένα αφηγηματικό θολό τοπίο. Όταν βλέπουμε αυτό το ξέσπασμα, μας προκαλεί γέλιο, ένα συναίσθημα που βρίσκεται ανάμεσα στο γελοίο και την ταραχή. Ο Haneke έχει κάνει μία μαύρη κωμωδία για μία ξεκάθαρη κοινωνιοπαθολογία, την οποία περιγράφει αποσπασματικά.
Για άλλη μία φορά αποκαλύπτει πως οι ατομικές συμπεριφορές, από τα μηνύματα στο Facebook μέχρι τη χορευτική εκτόνωση, είναι άμεσα συνδεδεμένες με τη δημόσια εικόνα μας και δεν χαρίζεται ούτε στη νέα γενιά, η οποία έχει κληρονομήσει από γονείς και προγόνους μια αποστασιοποιημένα ωμή συμπεριφορά και μια στείρα «ορθολογική» σκέψη. Και όλα αυτά μέσα από γεωμετρικά ισορροπημένα, κλινικώς καθαρά πλάνα, τα οποία μετατρέπουν κάθε έννοια τακτοποίησης σε απόλυτο τρόμο… Περισσότερα
H αστική διάβρωση περνάει από γενιά σε γενιά σε αυτό το ασαφές οικογενειακό δράμα, όπου όλοι είναι ένοχοι κάποιας αόριστης αμαρτίας, καθώς το φιλμ καταλήγει σε ένα φινάλε που μπορεί κάποτε να θεωρείται από τις κορυφαίες σκηνές της φιλμογραφίας του Haneke. Χωρίς πληροφορία, χωρίς εξήγηση, χωρίς λόγο, η απόγνωση και ο κυνισμός συναντώνται σε μερικά ψηφιακά δευτερόλεπτα βροντερού γέλιου και απορίας. Αυτό το τελευταίο βλέμμα μπορεί και να συνοψίζει τα πάντα. Τα εντελώς πάντα όμως… Περισσότερα
Συγχρόνως ο σκηνοθέτης μάς κλείνει και το μάτι, το «Happy end» μοιάζει να ακολουθεί την «Αγάπη», το αριστούργημα του Χάνεκε γυρισμένο έξι χρόνια νωρίτερα. Ο ίδιος αρνείται να δεχτεί το «Happy end» ως συνέχεια της «Αγάπης», αλλά τελικά δεν έχει και τόση σημασία, η όποια αναφορά που θα δείτε είναι περισσότερο ένα παιχνίδι, ένα σκέρτσο πολύ μακρινό από την ουσία της ταινίας… Περισσότερα
Ο προσανατολισμός του Χάνεκε προς την απομυθοποίηση –και την αποδόμηση– της προαιώνιας δύναμης των Λοράν είναι συνώνυμη με τα αποκαλυπτήρια της ψεύτικης εικόνας τους. Η προβολή μιας φρίκης, σιωπηλά προνομιακής και αφόρητα ανυπόφορης, είναι απλώς σοκαριστική. Η ερμηνεία της Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι υψηλού επιπέδου, ενώ ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν «παίζει» με τη βεβαιότητα του σοφού ηθοποιού που έχει ζήσει τα πάντα κι είναι έτοιμος να αποτραβηχτεί οριστικά από τη σκηνή… Περισσότερα
Όμοια αναμένω πως θα αντιδράσουν κι οι θεατές. Οτιδήποτε και να γραφεί για την ταινία, όσο αρνητικό και αν είναι, δε πιστεύω ότι θα εμποδίσει τους φαν του δημιουργού να πάνε να δουν την ταινία του. Και καλά θα κάνουν, όχι μόνο για να έχουν και τη δική τους άποψη, αλλά και επειδή είναι άγνωστο αν ο μεγάλος -και ηλικιακά πλέον- σκηνοθέτης προτίθεται να γυρίσει και επόμενη ταινία. Κρατάμε λοιπόν τις όποιες καλές στιγμές μας πρόσφερε, αλλά δε μπορούμε να μη κρατήσουμε και ένα μικρό παράπονο στον Χάνεκε, για αυτή του την τελευταία ταινία… Περισσότερα
Η μικρή Εβ περιφέρεται επιφανειακά ανέκφραστη και αινιγματική στα δωμάτια του πύργου της οικογένειας (κάπου στο Καλαί και όχι μακριά από προσφυγικό καταυλισμό) και παρακολουθεί τους πάντες, τους οποίους κατά βάθος θεωρεί υπεύθυνους για την όποια κατάντια τους. Ενώ όμως φαίνεται αμέτοχη στα όσα συμβαίνουν, με τη στάση της τους βοηθάει να βουλιάζουν περισσότερο στο βούρκο που έχει δημιουργήσει η αταραξία και η αδιαφορία τους… Περισσότερα
Είναι κρίμα που αυτή η ενδιαφέρουσα προσέγγιση χάσκει μετέωρη, αφού ο Χάνεκε δεν καταφέρνει σε καμία περίπτωση να δημιουργήσει κάτι γύρω από αυτήν, αφήνοντας το σενάριό του να παραδοθεί σε ένα δήθεν ειρωνικό σχόλιο επάνω στον αδρανή δυτικό πολιτισμό. Τα χαλαρά ήθη της σύγχρονης εύπορης οικογένειας, η έλλειψη συναισθηματικής συνοχής που χαρακτηρίζει τα μέλη της και η αποστασιοποίηση από οτιδήποτε βρίσκεται εκτός του μικρόκοσμού της, δηλώνουν μέρη μιας ανούσιας αφήγησης που, ακόμη χειρότερα, στερείται κάθε καυστικότητας… Περισσότερα
Η στιβαρή κινηματογράφηση όμως αυτών των σχεδόν σαπουνοπερατικών καταστάσεων σε καθηλώνει και πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεσαι πως ο Χάνεκε έχει πλήρη συναίσθηση της δραματουργικής φύσης τους. Αλλά ακόμη και γι’ αυτούς που αμφιβάλλουν μέχρι τέλους, ο αυστριακός δημιουργός επιφυλάσσει μια μεγάλη έκπληξη: ένα κωμικό γκαγκ που άνετα θα μπορούσε να είχε ξεπηδήσει από τη φαντασία του Τζέρι Λιούις!.. Περισσότερα
Η κριτική του Χάνεκε εστιάζει στο πατροπαράδοτο οικογενειακό έλλειμα, στην υπέρμετρη κακότροπη χρήση της έξυπνης τεχνολογίας, στη διογκούμενη αποξένωση, στη μεγαλοαστική κατάθλιψη, στον επιχειρηματικό μακιαβελισμό, ακόμη και στο θέμα των μεταναστών που κατακλύζουν το λιμάνι του Καλαί στο οποίο είναι τεχνηέντως τοποθετημένη η ζωή της οικογένειας. Εμμέσως βάλλει και εναντίον των σύγχρονων φετίχ – αρκεί να παρατηρήσετε με τι είδους κινητό τραβάει η μικρή στην αρχή και ποια τεχνολογία ενστερνίζεται στο τέλος… Περισσότερα
Ίσως αυτό να είναι και το στοιχείο που αποδυναμώνει κάπως την ταινία: από το μεταναστευτικό και τις δυσλειτουργικές οικογενειακές σχέσεις, μέχρι την καλωδιωμένη αποξένωση της εποχής ή τον συγκαλυμμένο ρατσισμό που υφίσταται το μαροκινό υπηρετικό προσωπικό των Λορόν, η ταινία απλώνεται σε πολλά πεδία ταυτόχρονα θολώνοντας την εστίαση και την αποτελεσματικότητά της. Παρ’ όλα αυτά, περί Χάνεκε πρόκειται, καλό σινεμά θα δείτε… Περισσότερα
Με την κοφτερή σκηνοθεσία του, ο σκηνοθέτης οικοδομεί λιθαράκι-λιθαράκι ένα πλέγμα σχέσεων που βρίσκεται σε πολύ εύθραυστη ισορροπία. Όσο για το φινάλε, μην ξεγελαστείτε από τον τίτλο της ταινίας!.. Περισσότερα
Μόνο που, περιέργως, ο Haneke δείχνει πιο… πράος με τον μισανθρωπισμό του, που είναι το σήμα κατατεθέν του. Κάνει και μια «ύπουλη» σύνδεση με το «Αγάπη», εδώ, σε μια ταινία που μόνο αγάπη δεν υπάρχει! Και το φινάλε της ταινίας είναι ταυτόχρονα ένα από τα πιο τρομακτικά και πιο αστεία (;;;;;) της φιλμογραφίας του – και ναι, εδώ μπορείς να το δεχτείς ως αστείο, όχι όπως στην περίπτωση της τελευταίας ταινίας του Λάνθιμου. Η νέα γενιά έρχεται να ξεφορτωθεί το παλιό αλλά δεν πράττει: απλά καταγράφει. Υπάρχει κάτι περισσότερο απέλπιδο; Νομίζω πως δεν θα αρέσει στο μεγάλο κοινό η νέα ταινία του Haneke (ελπίζω να μην συμβεί κάτι τέτοιο) γιατί είναι πιο κρυπτική απ’ ότι συνήθως και θέτει πολλά ερωτήματα δίχως να δίνει σχεδόν καμία απάντηση. Το αν παραβιάζει ανοιχτές θύρες είναι ένα ζήτημα επίσης που σηκώνει μεγάλη κουβέντα… Περισσότερα
Σκηνοθεσία: Michael Haneke
Σενάριο: Michael Haneke
Φωτογραφία: Christian Berger
Μοντάζ: Monika Willi
Παραγωγοί: Stefan Arndt , Michael Katz , Margaret Ménégoz , Olivier Père
Παίζουν: Isabelle Huppert (Άνα), Jean-Louis Trintignant (Τζόρτζ), Mathieu Kassovitz (Τόμας), Fantine Harduin (Ηβ), Franz Rogowski (Πιέρ), Laura Verlinden (Αναΐς), Aurélia Petit (Ναταλί), Toby Jones (Λόρενς), Hassam Ghancy (Ρασίντ), Nabiha Akkari (Τζαμίλα)
Χώρα παραγωγής: Γαλλία, Αυστρία, Γερμανία
Έτος παραγωγής: 2017
Γλώσσα: αγγλικά, γαλλικά
Διάρκεια: 107΄
Είδος: δράμα
Ημερομηνία εξόδου: 16/11/2017
Εταιρεία διανομής: Rosebud 21.
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά: διαβάστε εδώ.
Για να βρείτε που παίζεται η ταινία πηγαίνετε εδώ.
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη