Νοέ 17, 2018 Κινηματογράφος 1
του Γιάννη Φραγκούλη
Όταν έγινε η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήμουν 14 ετών, μαθητής στην τέταρτη τάξη του εξαταξίου γυμνασίου. Θυμάμαι ακόμη ότι είχαμε πάρει απόφαση να κατέβουμε, μαζικά σα σχολείο, στο χώρο του Πολυτεχνείου. Οι πόρτες όμως ήταν κλειστές. Είχαν προλάβει να τις κλειδώσουν και ο γυμνασιάρχης, στη συγκέντρωση που έγινε, κάτι είπε για προβλήματα που όλοι αντιμετωπίζουμε. Ανάμεσα στους καθηγητές ήταν και μία φιλόλογος που ο άντρας της, φημολογούνταν, ήταν ασφαλίτης. Στο μάθημά της μας είπε ότι θα πρέπει να σεβόμαστε τους καθηγητές μας, ομοίως «τον κύριο Παπαδόπουλο», ανέφερε. «Ναι αλλά ο Παπαδόπουλος δεν είναι καθηγητής μας», ανταπάντησε αμέσως κάποιος μαθητής. Την ίδια μέρα, το απόγευμα, η αδελφή ενός συμμαθητής μας σκοτώθηκε από διαμπερές τραύμα στο κεφάλι από αδέσποτη σφαίρα, όταν βγήκε στην ταράτσα του σπιτιού για να δει τι γίνεται. Την άλλη μέρα όλο το σχολείο ήταν συγκλονισμένο. Είχαμε και εμείς το νεκρό μας. Η επόμενη μνήμη είναι, δύο χρόνια και μετά, όταν κατέβαινε όλο το σχολείο, συγκροτημένα και οργανωμένα για τις επιθέσεις των μπάτσων και των ασφαλιτών, στην επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Τότε, στην Αθήνα 1.000.000 άνθρωποι διαδήλωναν από το Πολυτεχνείο μέχρι την αμερικάνικη πρεσβεία, για ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Ακόμα και τώρα για αυτά παλεύουμε.
2018, 45 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Παιχνίδια αριθμών. Κάτι έχει αλλάξει όμως στην ελληνική κοινωνία. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαβάζουμε ότι δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο, ότι δεν υπήρχαν νεκροί μέσα στο Πολυτεχνείο. Μία προσπάθεια να δοθεί άφεση αμαρτιών στους χουντικούς, με το αυγό του φιδιού να καραδοκεί, με γεγονότα παρόμοια με αυτά που μπορεί κάποιος να διαβάσει στο βιβλίο «Η μαζική ψυχολογία του φασισμού», του Βίλχελμ Ράιχ, που συμβαίνουν όμως στην ελληνική κοινωνία στην εποχή μας. Θα πρέπει όχι μόνο να ανησυχήσουμε αλλά να γρηγορούμε, να αντιδράσουμε. Όχι μόνο να πάμε στην πορεία, αλλά να αφουγκραστούμε την Ιστορία και να δούμε το συλλογικό συνειδητό και το δικό μας στίγμα. Τι έγινε όλα αυτά τα 45 χρόνια; Τι έκανες; Τι έκανα; Ας αφήσουμε όμως τα ερωτήματα για το τέλος για να μπορέσουμε να δούμε μέσα σε αυτά τον εαυτό μας.
Ας πάμε στον κινηματογράφο, να αφήσουμε την Έβδομη Τέχνη να μας μιλήσει με τους δικούς της μύθους. Όλοι ξέρουμε την ταινία «Εδώ Πολυτεχνείο». Στη φιλμογραφία θα διαβάσουμε ότι την έχει σκηνοθετήσει ο Δημήτρης Μακρής, το 1974, σε σενάριο του ίδιου και του Νίκου Σταυρόπουλου, η φωτογραφία είναι συλλογική δουλειά σπουδαστών, αναφέρεται, και η μουσική είναι του Μίκη Θεοδωράκη. Πρόκειται για δραματοποιημένη αφήγηση των γεγονότων, όμως αυτό που δεν αναφέρει ο σκηνοθέτης της «Καγκελόπορτας», είναι ότι το υλικό είναι από την ομότιτλη ταινία, συλλογική εργασία ελλήνων σκηνοθετών και ενός ολλανδού που τραβούσε πλάνα από το ξενοδοχείο που λειτουργούσε τότε, το «Ακροπόλ», ακριβώς απέναντι από την πόρτα του Πολυτεχνείου. Η σκηνοθεσία και το μοντάζ ήταν συλλογική εργασία, αυτό αναφέρεται στην ίδια την ταινία, χωρίς να αναφέρονται τα ονόματα των σκηνοθετών και των άλλων συντελεστών. Ξέρουμε το όνομα του Κώστα Ζυρίνη, το όνομα του οποίου υπάρχει στο Δελτίο Αποστολής για να μεταφερθεί η ταινία στη ΕΡΤ, για την προβολή της. Από τη Σοφία Φραγκούλη, θεία μου και συνεργάτη του Θόδωρου Μαραγκού, από την οποία συνέλεξα αυτές τις πληροφορίες, έμαθα αυτά τα παρασκήνια της ταινίας που προβαλλόταν κάθε χρόνο στην ελληνική τηλεόραση. Το μοντάζ της ταινίας είναι αϊζενσταϊνικό, όταν δείχνονται οι στιγμές που επιτίθεται το μοιραίο τανκς που γκρέμισε την πόρτα του Πολυτεχνείου και παρασύροντας τους φοιτητές που ήταν γαντζωμένοι πάνω σε αυτήν, αποδίδοντας την ψυχολογική ένταση και κορυφώνοντάς την στο απόγειο.
Το Πολυτεχνείο ήταν η κορύφωση της αντιχουντικής δράσης. Η κατάληψη της Νομικής, οι μικρές ή μεγαλύτερες δράσεις, η απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Αλέκο Παναγούλη, η εξέγερση του πολεμικού πλοίου Βέλος και η φυγάδευσή του στην Ιταλία, ο Ασπίδα, οι αντιχουντικές οργανώσεις, μικρές ή μεγάλες που δρούσαν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, η δίκη της χούντας στη Γερμανία, η δράση του ΠΑΚ, η Ντοϊτσεβέλε και το BBC, που μετέδιδαν πληροφορίες από το εξωτερικό, τα τραγούδια του Μίκη που ακούγαμε παράνομα -με το φόβο να μας ακούσει ο διπλανός και να μας καρφώσει-, αυτά που κρυφά τραγουδάγαμε στις ταβέρνες, όταν έκλειναν οι πόρτες, η Μακρόνησος, η απόδραση του Καρρά, στρατιώτη στη Βόρειο Ελλάδα, προς τη Βουλγαρία, ο Καράγιωργας, ο Βερυβάκης, η φυλάκιση και η εξορία του Μίκη Θεοδωράκη… Όλα αυτά οδήγησαν εκεί, Στουρνάρη και Πατησίων, με τους φοιτητές και τους εργαζόμενους να διαδηλώνουν μαζικά και πολύ μαχητικά για «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία». Στιγμές μιας διαδρομής που ο ελληνικός κινηματογράφος τις κατέγραψε, σε αυτό το μέρος της ιστορίας του που ονομάστηκε αγωνιστικός κινηματογράφος.
Αυτή η κινηματογραφική παραγωγή που λέγεται αγωνιστικός κινηματογράφος ξεκινά πολύ νωρίς, από τις αρχές της χούντας και τελειώνει στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Το φιλμ το έπαιρναν από αυτά τα κομμάτια που έπαιρναν από τα κινηματογραφικά γυρίσματα της εποχής, από αυτά που περίσσευαν. Το μοντάζ, στη μονταζιέρα, γινόταν στη ζούλα. Το μοντάζ της ταινίας «Εδώ Πολυτεχνείο», της συλλογικής εργασίας, έγινε στην Ιταλία, συλλογικά, με τα επεξεργασμένα κομμάτια να έχουν φυγαδευτεί με χίλιες δύο δυσκολίες. Ας δούμε κάποιες από τις άλλες ταινίες. Η χρονιά παραγωγής, είναι αυτονόητο, ότι αναφέρεται σε αυτή που η ταινία προβλήθηκε, μετά την πτώση της χούντας, και όχι τότε που έγιναν τα γυρίσματα.
«Ο αγώνας» (1975), 117΄, στο σενάριο, στη σκηνοθεσία και στη φωτογραφία θα βρούμε την ομάδα των 6, δηλαδή τους Δημήτρη Γιαννικόπουλο, Ηλία Ζαφειρόπουλο, Γιώργο Θανασούλα, Θόδωρο Μαραγκό, Κώστα Παπανικολάου και Φοίβο Οικονομίδη. Η ταινία αναφέρεται στους αγώνες του ελληνικού λαού κατά τη διάρκεια της χούντας και στη μεταπολιτευτική περίοδο, πήρε, το 1975, δεύτερο βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ο Θόδωρος Μαραγκός θα κάνει το 1973 την ταινία «Λάβετε θέσεις», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του, με το Νίκο Πετανίδη στη φωτογραφία. Βαγγέλης Καζάν, Χρήστος Τόλιος, Κώστας Τσάκωνας, Φανή Τόλιου, Βασίλης Τσιπίδης και Κώστας Αλεξανδράκης, στις ερμηνείες. Ένας ράφτης σε μία μικρή επαρχιακή πόλη προσπαθεί να σπάσει τη μονοτονία της καθημερινότητας, προετοιμαζόμενος για έναν αγώνα δρόμου. Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1973 θα πάρει τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και φωτογραφίας. Μία πολιτική κωμωδία από αυτές που συνήθιζε να κάνει ο Θόδωρος Μαραγκός (βλέπε σχετικά το «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, 1948-1970», Γιάννης Φραγκούλης, εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006), την οποία ο λογοκριτικός μηχανισμός της χούντας δεν κατάλαβε παρά μετά τη βράβευσή της στο Φεστιβάλ και απαγόρευσε την προβολή της. Να θυμηθούμε τις δύο ταινίες ανιμέισιον του Θόδωρου Μαραγκού -ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του σαν σκιτσογράφος-, «Τσουφ» (1969), 35mm, Α/Μ, 5,5΄, βραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, «Σσστ» (1971), 35mm, έγχρωμη, 8΄, σε αυτή την ταινία, μέσα από φωτογραφίες και σκίτσα φαίνεται η αντίθεση της πραγματικής ζωής από αυτή που δείχνουν οι πολιτικοί και οι εφημερίδες, με βραβείο της ΕΤΒΑ και καλύτερης ταινίας μικρού μήκους με υπόθεση, στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1971, ενώ παίχτηκε και στο Β΄ Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους, το 1972, όπως και το «Οικόπεδο» (1971), 16mm, Α/Μ, 12΄, μία αλάνα που το καλοκαίρι γίνεται Λουνα Πάρκ και το χειμώνα ερημώνει, δείχνει τις αντιξοότητες της ζωής, την ερήμωση της ελληνικής κοινωνίας, η ταινία δεν παίχτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1971, λογοκρίθηκε από τη χούντα, παίχτηκε όμως στο Β΄ Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους, το 1972, όπου πήρε το Α΄ βραβείο κοινού, όλες αυτές οι ταινίες μικρού μήκους του προηγήθηκαν της μεγάλου μήκους και έδειξαν τις προθέσεις του σκηνοθέτη.
Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος θα κάνει, το 1974, μαζί με το Σάκη Μανιάτη, ο οποίος υπογράφει τη φωτογραφία, τα «Μέγαρα», έγχρωμη, 79΄, πολιτικό ντοκιμαντέρ για το ξεσήκωμα των κατοίκων των Μεγάρων ενάντια στην απόφαση της Χούντας να απαλλοτριώσει μία μεγάλη αγροτική παραγωγή για την εγκατάσταση μιας βιομηχανικής μονάδας, πήρε το βραβείο παραγωγής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1974. Το Γιάννη Σμαραγδή θα βρούμε στην ταινία «Κελλί μηδέν» (1975), Α/Μ, 96΄, το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι δική του και η φωτογραφία του Νίκου Σμαραγδή, στις ερμηνείες, ανάμεσα σε άλλους θα δούμε τους Κώστα Καζάκο, Βαγγέλη Καζάν, Νίκο Χαραλάμπους και Δημήτρη Πουλικάκο. Ένας αξιωματικός συλλαμβάνεται για αντεθνική δράση, στα χρόνια της χούντας, αναθεωρεί τις «εθνικόφρονες» ιδέες του όταν έρχεται σε επαφή με αριστερούς συγκρατούμενούς του. Πήρε τιμητική διάκριση στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975.
Σε μία ταινία-δοκίμιο, στο ύφος του ντοκιμαντέρ, ο Λάμπρος Λιαρόπουλος, με την ταινία «Το άλλο γράμμα» (1976), συρραφή δύο παλιότερων ταινιών του, «Γράμμα από το Σαρλερούα» (1965), η περιγραφή της ζωής των ελλήνων μεταναστών στα ορυχεία άνθρακα, στο Βέλγιο, και «Αθήνα, πόλη, χαμόγελο» (1967), μέσα από την προσωπική ιστορία δύο νέων γίνεται η καταγραφή της ζωής στην ελληνική κοινωνία από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, στο «Άλλο γράμμα» προσθέτει ένα πολιτικό-φιλοσοφικό σχόλιο και κάνει την καταγραφή της γενιάς του σκηνοθέτη. Στη φωτογραφία είναι ο Σταύρος Χασάπης και ο Χρήστος Μάγκος. Πήρε το β΄ βραβείο ταινίας μεγάλου μήκους και φωτογραφίας, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1976.
Ας κλείσουμε αυτό το σύντομο σημείωμα με τις ταινίες: «Το γκάζι» (1967), του Δημήτρη Σταύρακα, σε σενάριο δικό του, φωτογραφία του Καλχάιντ Χούμελ και μοντάζ του Πάνου Παπακυριακόπουλου, όπου περιγράφονται με όμορφο και ανάγλυφο τρόπο η ζωή των εργατών στο εργοστάσιο που παρήγαγε γκάζι στην Αθήνα, όπως και οι συνθήκες παραγωγής του αερίου. «Η απολογία» (1972), του Νίκου Αντωνάκου, σε σενάριο δικό του, ο ίδιος υπογράφει το μοντάζ και ο Σπύρος Νούνεσης τη φωτογραφία. Το θέμα της είναι ο διαρκής αγώνας του ανθρώπου με τον κοινωνικό του χώρο. Η αποτελεσματικότητα αυτού του αγώνα δεν πρέπει να γίνει ανασταλτικός παράγοντας για μία συνεχή δράση.
Με αυτό το πολύ μικρό δείγμα μιας σημαντικής παραγωγής, πολιτικά και κινηματογραφικά, μπορούμε να καταλάβουμε πως ο κινηματογραφικός φακός αναφέρεται και ερευνά την ελληνική κοινωνία, τις δεκαετίες του 1960 και 1970, αναδεικνύει τα προβλήματα που ο ελληνικός λαός αντιμετώπιζε, δείχνει την ωμότητα του απολυταρχικού καθεστώτος πριν και κατά τη διάρκεια της χούντας, γεγονότα που σήμερα κάποιοι θέλουν επιμελώς να ξεχάσουν, για να περάσουν από την κολυμβήθρα του εξαγνισμού τους υπανθρώπους, τους ιθύνοντες της χούντας, με την ελπίδα να σηκώσει κεφάλι ο νεοφασισμός στην Ελλάδα.
Όμως θα επανέλθουμε στα δύο ερωτήματα που θέσαμε στην αρχή αυτού του κειμένου. Τι έκανες; Τι έκανα; Όσον αφορά στο να μείνει αυτή η μνήμη ζωντανή και να μη πεθάνει ως μουσειακό είδος, ακόμη στο να πεθάνει οριστικά ο φασισμός μέσα στη συνείδηση του ανθρώπου, στο Εγώ και στο Εμείς, για να μην υπάρχει πλέον κίνδυνος για την ελληνική κοινωνία; «Το πτώμα, να γίνει γεγονός αναστάσιμο. Αν δεν το μπορέσουμε εμείς Παντελή πως θα το μπορέσουν οι πολιτικές;», αναρωτιέται ο Διονύσης Σαββόπουλος στο «Χάππυ Νταίη», του Παντελή Βούλγαρη. Το πτώμα της παλιάς κοινωνίας να γεννήσει τη νέα ζωή που, ελπίζουμε, να είναι καλύτερη και πιο ανθρώπινη από αυτή που ζούμε. Αν δεν το μπορέσουμε εμείς, αναγνώστη μου, πως θα το μπορέσουν οι πολιτικοί; Αν δε γίνουμε εμείς δρώντα πρόσωπα, κινητήριος δύναμη αυτής της κοινωνίας, στην οποία ζούμε, ποιος θα το κάνει;
Υλικό για τη συγγραφή αυτού του κειμένου αντλήθηκε από τα βιβλία της Αλίντας Δημητρίου «Λεξικό ελληνικών ταινιών μικρού μήκους (1939-1992)», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1993 και του Στάθη Βαλούκου, «Φιλμογραφία ελληνικού κινηματογράφου (1914-1984)», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 1984.
Ιαν 02, 2022 0
Ιούλ 15, 2021 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη
Ένα μεγάλο “μπράβο” στον συντάκτη!! Μπορεί να ΄ναι κι απ το λιόγερμα που χτυπάει στον απέναντι τοίχο!