Μπορεί, στην προσπάθειά μας για έναν ορισμό του μύθου, να ξεκινούμε από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, όμως οι μύθοι, έτσι όπως ορίζονται μετά από μία δομική ανάλυση, υπάρχουν από αρχαιοτάτων χρόνων και έχουν πολλά να μας πουν για την κοινωνική δομή ενός λαού, για τον πολιτισμό του, την ιδεολογία του και τα ήθη και έθιμά του, και, κατ΄επέκταση, υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Ο ορισμός τους που δόθηκε στο κεφάλαιο «Ο μύθος ως αφηγηματικό στοιχείο» αφήνει κάποια κενά που θα τα καλύψουμε σε αυτό το κεφάλαιο. Περισσότερες πληροφορίες μπορεί να πάρει κανείς από τη βιβλιογραφία που παρατίθεται.
Ο Αριστοτέλης με τον όρο μύθο δηλώνει την υπόθεση της τραγωδίας, τη σειρά, δηλαδή, των πράξεων και των παθημάτων, τα οποία αποτελούν το περιεχόμενο ενός δραματικού έργου (Συκουτρής στο Αριστοτέλης σ. 127 του προλόγου), σε καμία περίπτωση όμως δεν εννοεί ως «μύθο» μια ψευδή ρήση ή μια πλαστή διήγηση(1), αντίθετα πολλές φορές ο μύθος ταυτίζεται με το λόγο. Ταυτόχρονα, ο Αριστοτέλης ξεχωρίζει το μύθο, ως μέρος του δραματουργικού έργου, από το μυθολογικό έργο. Αν κάποιες φορές αυτά ταυτίζονται δεν μπορούμε να θεμελιώσουμε δικαίωμα να ορίσουμε το μυθολογικό στοιχείο ως μύθο και το αντίστροφο, αλλά μπορούμε να δεχτούμε ότι η μυθολογία είναι μία από τις πηγές κατασκευής ενός μύθου.
Θα δούμε πως ο Αριστοτέλης τοποθετεί το μύθο στην αφηγηματολογία.
Κατά τον Αριστοτέλη, η τραγωδία είναι μίμηση πράξης, ευδαιμονίας και βίου, σε καμία περίπτωση ανθρώπων(2), επειδή η ευδαιμονία είναι πράξη, το κύριο μέρος είναι η μίμηση των πράξεων, δηλαδή ο μύθος. Η υπόθεση είναι απαραίτητο συστατικό υλικό της τραγωδίας και τα μέρη της πρέπει να έχουν ένα λογικό ειρμό, τον οποίο τον προσφέρει ο μύθος. Στο μύθο οφείλονται τα μέρη της τραγωδίας που είναι όμορφα και προκαλούν συγκίνηση, δηλαδή οι περιπέτειες και οι αναγνωρισμοί. Ο μύθος είναι το δυσκολότερο να επιτευχθεί και για αυτό είναι το ανώτερο στοιχείο του δραματουργικού έργου. Βέβαια, όλα αυτά ισχύουν αποκλειστικά και μόνο στην κλασική αφήγηση, την οποία συνήθως την ονομάζουμε αριστοτελική.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η μίμηση είναι μέσα στη φύση του ανθρώπου, για αυτό το λόγο ο άνθρωπος υπερέχει των ζώων, διότι τις πρώτες γνώσεις του τις παίρνει μέσω της μίμησης. Φέρνει ως παράδειγμα το πώς αντιλαμβάνεται κανείς τις εικόνες, τι προσκομίζει από αυτές, λέγοντας ότι «αιτία αυτού είναι να γίνεται η μάθηση πιο ευχάριστη, όχι μόνο στους φιλοσόφους, αλλά επίσης και στους άλλους ανθρώπους, διότι με αυτό τον τρόπο ευχαριστούνται βλέποντας τις εικόνες, αυτό που συγχρόνως θεωρούν, εννοούν και αντιλαμβάνονται τι είναι το κάθε τι» (Αριστοτέλης σ.σ. 28-31). Φτάνουμε λοιπόν στην οριοθέτηση του μύθου ως τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας ή, τουλάχιστον, μιας από τις εκφάνσεις της.
Κατά τον Αριστοτέλη, το έργο του ποιητή(3) δεν είναι να αναφέρει αυτά που έγιναν, αλλά αυτά που είναι επόμενο, δυνατό ή αναγκαίο να συμβούν, ξεχωρίζοντας την ποίηση από την ιστορική αναφορά. Συσχετίζει όμως αυτά τα δύο θεωρώντας ότι ο ποιητής για να φτιάξει το δημιούργημά του παίρνει στοιχεία από τις ιστορικές αναφορές. Όμως ξεχωρίζει τη θεωρητική σκέψη από τη μυθική, διότι στην πρώτη μόνο ιστορική ερμηνεία μπορούμε να δώσουμε, ενώ στη δεύτερη και θρησκευτική, αναδεικνύοντας, με αυτό τον τρόπο, τον ιερό χαρακτήρα του μύθου(4). Όπως θα δούμε, θα ήταν επικίνδυνο να συσχετίσουμε το μυθικό μόνο με το ιερό (θρησκευτικό), είτε είναι αναφορά είτε είναι τοτέμ, διότι μπορεί να μας οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα.
Θα τελειώσω την αναφορά στον Αριστοτέλη μιλώντας για τα μέρη του μύθου. Εδώ έχουμε έναν ακριβή ορισμό των μεταβολών των καταστάσεων, κατά συνέπεια την ανανέωση του ενδιαφέροντος του θεατή (και αναγνώστη του κειμένου), τον προσδιορισμό είτε του περιπετειώδους είτε του κωμικού είτε του τραγικού χαρακτήρα του δραματουργικού έργου(5). Η περιπέτεια, η αναγνώριση και το πάθος είναι τα βασικά μέρη του μύθου και, κατά συνέπεια, του δραματουργικού έργου, στον Αριστοτέλη αναφέρεται με αναλυτικό τρόπο πως αυτά τα μέρη πρέπει να είναι (Αριστοτέλης σ.σ. 92-97). Το ίδιο αναλυτικά αναφέρεται το μέγεθος του μύθου έτσι ώστε αυτός να είναι ωραίος και εύκολα κατανοητός (Αριστοτέλης σ.σ. 66-72). Πάντως η αριστοτελική θεώρηση είναι χρήσιμη και στη σύγχρονη δραματουργία(6), σε τέτοιο βαθμό που κάνει την προσεχτική ανάγνωση αυτού του εγχειριδίου απαραίτητη σε όποιο θέλει να ασχοληθεί με την αφήγηση.
Στον Πλάτωνα έχουμε μια άλλη προσέγγιση του μύθου. Στην αναφορά του για το μύθο υπάρχει ο συσχετισμός με τη θεογονία. Ο Πλάτωνας συνδέει το μύθο, μέσω της εικόνας, με το λόγο και άρα με τη θεώρηση του σύμπαντος κόσμου. Οι λόγοι των εικόνων (οι εικότες λόγοι) είναι έγκυροι επειδή μοιάζουν με τους αληθινούς λόγους. Μπαίνει εδώ η έννοια του συμβόλου, την οποία θα τη δούμε στη συνέχεια της εργασίας μας. Ο Πλάτωνας θέλει οι μύθοι να διεκδικούν και να αγωνίζονται να φτάσουν σε μια αληθοφάνεια, αυτό που επιτυγχάνει η έλλογη κοσμική ψυχή, τη δόξα, την πίστη και τη βεβαιότητα.
Μιλώντας για αληθοφάνεια θα πρέπει να διακρίνουμε τέσσερις βαθμούς: Την ισχυρότατη αληθοφάνεια, η οποία βασίζεται ευθέως στη φρόνηση και εμμέσως στις ιδέες, την ισχυρή αληθοφάνεια, η οποία λειτουργεί σε περιπτώσεις μαθηματικού τύπου εξηγήσεων, στην απλή αληθοφάνεια και στην απουσία αληθοφάνειας, όπως στη μυθολογία, όπου η εξιστόρηση δε συσχετίζεται με εικόνες και αναγκαίες αποδείξεις. Η ανάλυση αυτή του Domini συμφωνεί με αυτή του Βλαστού και μπορούμε έτσι να οδηγηθούμε σε μια φορμαλιστική θεώρηση, την οποία αναλυτικά τη βρίσκουμε στην Kristeva (Domini σ. 47, Vlastos σ. 8, Kristeva 1974), για να μας βάλει η πλατωνική αυτή θεώρηση τόσο στην έννοια του συμβόλου όσο και στα στάδια αναγνώρισης του κλασικού, του ποιητικού και του χαοτικού λόγου.
Πάντως, ο Πλάτωνας μιλά προσεχτικά για το θείο, στο οποίο δεν αφήνει την υπόνοια για να χαρακτηρίσει κάποιος την αναφορά του στην κοσμογονία ως πλαστό μύθο και όχι αληθινό λόγο, όπως κάνει στους Νόμους του. Στον Τίμαιο ο Πλάτωνας κάνει μια διαχρονική αναφορά, μιλά για την αλήθεια, δίνοντάς μας μία μερική βοήθεια αναγνώρισης της αλήθειας, προσδίδει τους χαρακτηρισμούς λογικό, ακόλουθο, αρμόδιο και αναγκαίο στον εικονικό μύθο, τελικά φτιάχνει μία (μαθηματική) εξίσωση μεταξύ του εικότος μύθου και του εικότος λόγου, βρίσκοντας μια αντιστοιχία του μύθου και του λόγου (Πλάτων 2007 σ.σ. 45-52). Φτάνει λοιπόν στο συμπέρασμα του Αριστοτέλη, όμως συσχετίζει το μύθο με την εικόνα και, μέσω αυτής, με το λόγο, άρα με την πραγματικότητα, κάνοντας έτσι μία δομική θεώρηση. Ο μύθος, λοιπόν, μιλά για το ιερό, για τη δοξασία (θρησκευτική ή λαϊκή), για την αλήθεια. Αργότερα θα δούμε αυτές τις θεωρήσεις να επαληθεύονται και να δημιουργούνται από αυτές άλλες, ιδίως από τους εθνολόγους.
Κατά κάποια έννοια, ο «λόγος υπάρχει μαζί με το μύθο πανταχού στο χώρο και στο χρόνο» (Πανεθυμιτακης σ. 43) και αυτός ο λόγος παίρνει χίλιες μορφές. Ουσιαστικά μιλά και, κατά συνέπεια, ανασταίνει πράγματα και καταστάσεις. Μας αναφέρει σχετικά με την κοινωνική δομή, για ένα κοινωνικό σύνολο στο οποίο αναφέρεται, για τη θρησκεία που και αυτή πλαισιώνεται από τους δικούς της μύθους. Αποκτά τη δική του τελετουργία και οι τελεστές προσπαθούν να πουν, μέσα από το μύθο, για την πραγματικότητα, κοινωνικό φαινόμενο που μπορούμε να το δούμε πιο εύκολα στις αφρικανικές φυλές.
Έτσι «ο μύθος πέρασε στην αφήγηση και στο σύμβολο. Αυτοί οι δύο όροι στην περιοχή της σκέψης σημαίνουν το σχηματισμό μια αιτιώδους σειράς και τη συγκρότηση ενός συστήματος, μίας ανοικτής δομής -καμιά σκέψη άλλωστε δεν εκφράζεται και δεν προσλαμβάνεται από το δέκτη της χωρίς να τοποθετηθεί σε σύστημα. Ο μύθος συναντάται στα κοινά γνωρίσματα των όντων, παρεμβαίνει ως κάλυψη του τυχαίου και απρόβλεπτου, εισβάλλει στο πράγμα ως στοιχείο του φαινομένου του. Αν και η νόηση προσπαθεί να εγγράψει ακόμα και τις μεταφορικές έννοιες σε μία τυπολογία (…) η συνείδηση δυσκολεύεται να αφομοιώσει τα πράγματα χωρίς το μύθο τους.» (Πανεθυμιτάκης σ. 45-46, υπογράμμιση δική μου).
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα. Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Πως δημιουργήθηκε ο κόσμος; Οι απαντήσεις που έχουν δοθεί είναι πολλές. Πολλές από αυτές είναι επιστημονικές και προσπαθούν βήμα προς βήμα να φτάσουν σε αυτό το πρώτο δευτερόλεπτο που έγινε η μεγάλη έκρηξη(;) που σημάδεψε τη δημιουργία του κόσμου. Πέρα όμως από τον επιστημονικό λόγο και παράλληλα με αυτόν υπάρχει και ο μυθικός λόγος που είναι πιο κατανοητός και εύκολος να πιστευτεί(7).
Ο μύθος των Ινδιάνων Αρικάρα θέλει τη δημιουργία να ξεπηδά από το έδαφος, αφού οι άνθρωποι προέρχονται από τους λίγους επιζήσαντες γίγαντες που διασώθηκαν με μορφή σπόρων καλαμποκιού, κάτω από την επιφάνεια της γης. Οι Σιχ (Ινδία και Πακιστάν) πιστεύουν ότι το Υπέρτατο ον έχει δημιουργήσει τα πάντα. Για τους Φανγκ (ή Φαν), στη Γκαμπόν, υπήρχε στην αρχή ο μεγάλος θεός Νζάμε, ο οποίος ήταν τριαδικός, χωριζόταν σε τρεις υποστάσεις, έφτιαξε τον κόσμο και όρισε τρία ζώα, τον ελέφαντα, τη λεοπάρδαλη και τον πίθηκο να είναι μονιασμένα και να κυβερνούν τον κόσμο.
Οι Μιξτέκοι (Μεξικό, περιοχές Οξάκα, Γουερέρο και Πουέμπλα) πιστεύουν ότι όλα ξεκίνησαν όταν ο θεός Μιξτέκ και η πανέμορφη γυναίκα του πήραν ανθρώπινη μορφή, υπέταξαν το χάος και διαμόρφωσαν μία κατοικία για να ζήσουν, ο άνθρωπος φύτρωσε από ένα δέντρο. Οι Νέγκριτος (Πυγμαίοι από τη Μαλαισία) θέλουν να υπήρχε στην αρχή μόνο το θεϊκό ζευγάρι ο Πεντν και η Μανόιντ, επίσης υπήρχε ο ήλιος, τη γη την έφτιαξε ένας κοπροσκάθαρος χρησιμοποιώντας λάσπη, το ζευγάρι απέκτησε παιδιά με έναν παράξενο τρόπο: ο Πεντν, μετά από ικεσίες της γυναίκας του, μάζεψε φρούτα, τα τοποθέτησε σε ένα ύφασμα και έκανε ένα αγόρι, μετά η Μανόιντ ονειρεύτηκε ένα παιδί και αυτός δημιούργησε ένα κορίτσι μέσα από το ύφασμα που είχε τυλίξει τους σπόρους -είναι ένας από τους λίγους μύθους που αναφέρονται στο όνειρο. Δε θα αναφερθώ στους ελληνικούς, χριστιανικούς και εβραϊκούς μύθους της κοσμογονίας, γιατί είναι γνωστοί(8).
Αξίζει όμως να αναφερθεί μια «αιρετική» άποψη, αυτή του Jinasena, το μεγάλο δάσκαλο του Ζεν, ο οποίος έλεγε ότι «κάποιοι ανόητοι διακηρύσσουν ότι ένας δημιουργός έφτιαξε τον κόσμο. Το δόγμα ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε είναι ασύνετο και θα έπρεπε να απορριφθεί. Αν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, τότε που ήταν πριν από τη δημιουργία; Πως μπόρεσε ο Θεός να κάνει τον κόσμο χωρίς πρώτες ύλες; Αν πεις ότι έφτιαξε αρχικά τις πρώτες ύλες και μετά τον κόσμο, έρχεσαι αντιμέτωπος με μια ατέλειωτη παλινδρόμηση. Μάθε ότι ο κόσμος είναι αδημιούργητος, όπως και ο ίδιος ο χρόνος, χωρίς αρχή και τέλος.»(9) (Κανακάρης σ. 15). Είναι κατανοητό ότι όλοι αυτοί οι μύθοι δεν προσπάθησαν να απαντήσουν στο ερώτημα, «πως φτιάχτηκε ο κόσμος;», αλλά στο άλλο μεγάλο βασανιστικό ερώτημα: Ποιοι είμαστε και τι είναι αυτό που μας περιβάλλει (βλέπε όλο το βιβλίο για αυτό το θέμα Levi Strauss 1962).
«Ο μύθος, όπως και το όνειρο, προσφέρει μια αφήγηση για ένα περιστατικό που συμβαίνει στο χώρο κα στο χρόνο, μια αφήγηση που εκφράζει, σε συμβολική γλώσσα, θρησκευτικές και φιλοσοφικές ιδέες, εμπειρίες της ψυχής στις οποίες βρίσκεται η πραγματική σημασία του μύθου. Αν δεν μπορούμε να συλλάβουμε το πραγματικό νόημα του μύθου, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία από τις δύο εκδοχές: είτε ο μύθος είναι μία προεπιστημονική, απλοϊκή εικόνα του κόσμου και της ιστορίας και, στην καλύτερη περίπτωση, ένα προϊόν ποιητικά εξωραϊσμένης φαντασίας, ή -και αυτή είναι η στάση του ατόμου που πιστεύει ορθόδοξα στο μύθο- το φανερό περιεχόμενο του μύθου είναι αληθινό, και πρέπει να το δεχτούμε σα μια σωστή έκθεση γεγονότων που αληθινά έγιναν στην «πραγματικότητα» (…). Σήμερα πιστεύεται ότι το σημαντικό βρίσκεται στη θρησκευτική και φιλοσοφική σημασία του μύθου και ότι το φανερό περιεχόμενο είναι η συμβολική έκφραση αυτής της σημασίας.» (Φρομ σ. 195).
Με αυτό τον τρόπο ξεκινά ο Φρομ το κεφάλαιο για τη συμβολική γλώσσα στο μύθο. Χρησιμοποιεί το Φρόιντ και την ψυχανάλυση, σαν εργαλείο ανάλυσης και όχι σα δόγμα, για να ερμηνεύσει κάποιους μύθους, όπως ερμηνεύει τα όνειρα. Ο οιδιπόδειος μύθος (ο οποίος καταλαμβάνει και το μεγαλύτερο χώρο της ανάλυσης), ο μύθος της Δημιουργίας, η Κοκκινοσκουφίτσα, το τυπολογικό του Σαββάτου και η «Δίκη», του Κάφκα αναλύονται με διεξοδικό τρόπο και μας προτείνεται ένας άλλος τρόπος ανάγνωσης πολύ γνωστών κειμένων (Φρομ σ.σ. 196-262).
Αν κάποιος δεν πειστεί από την ανάλυση του Φρομ, τουλάχιστον θα πειστεί ότι δεν υπάρχει μόνο μία άποψη, που έχει να κάνει με την ερμηνεία του μυθικού στοιχείου, αλλά πολλές και διαφορετικές. Σε πολλά σημεία αυτή η ανάλυση έρχεται σε αντίθεση με το κλασικό έργο του Levi Strauss (βλέπε Levi Strauss 1962), όμως μας βάζει μέσα στην έννοια της ύπαρξης μίας άλλης γλώσσας, αυτό θα το δούμε και στο κεφάλαιο για την αναπαραγωγή του λόγου.
Τέλος, με πολύ όμορφο τρόπο ο Campbell κάνει μια μελέτη που έχει να κάνει με το σώμα και το μύθο (Campbell σ.σ. 19-37), μελετώντας σε βάθος αυτά που απλά αναφέρει ο Κανακάρης στους μύθους της δημιουργίας (βλέπε Βιβλιογραφία). Αναφέρεται στην εργασία του Καρλ Γιουνγκ για τα σύμβολα, ο οποίος προχώρησε το συλλογικό ασυνείδητο, μετατοπίζοντας την έμφαση από τη νοητική σφαίρα της ορθολογιστικής αντιμετώπισης στην αφηρημένη υποσυνείδητη άβυσσο, από την οποία προέρχονται τα όνειρα. Μελετά την κοσμολογία, προσπαθεί να βρει το μυθικό στοιχείο μέσα στις θρησκείες και τις δοξασίες (Campbell σ.σ. 41-75) για να καταλήξει σε μια βαθιά μελέτη για τη μεταφορά και τη μεταμόρφωση, μέσα από τους μύθους και τις θρησκείες. Εδώ έχουμε να κάνουμε με το συμβολισμό, στον οποίο εμπλέκεται, με σαφή και άμεσο τρόπο, το σώμα του ανθρώπου(10), γίνεται κατανοητό ότι ο μύθος πλέον δε μιλά για το παρελθόν αλλά για το παρόν, για να δοθεί έτσι το στίγμα του ανθρώπου στην κοινωνία που ζει (Campbell σ.σ. 79-148). Κατά συνέπεια, το μυθικό στοιχείο είναι ένα βασικό σημείο αναφοράς για τον άνθρωπο, κάτι που επιβεβαιώνει τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στη θεώρησή τους για την εικόνα και το λόγο, θεωρώντας το λόγο με τη διπλή του έννοια, ως αφήγηση και ως αναφορά της ύπαρξης.
Έχουμε να κάνουμε με ένα διαφορετικό λόγο, δηλαδή μία διαφορετική εκφορά της γλώσσας, ή μία διαφορετική γλώσσα, όταν εμπλέκονται διαφορετικά κείμενα από άλλες τέχνες ή επιστήμες. Μια μελέτη για την ψυχοθεραπεία, μέσα από τα εικαστικά και το θέατρο, θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι το μυθικό στοιχείο μας μιλά περισσότερο για το σήμερα και το αύριο, παρά για το παρελθόν. Είναι, λοιπόν, ένα ζωντανό στοιχείο και όχι ένα «μουσειακό» είδος.
Η δραματοθεραπεία είναι μια μορφή θεραπείας μέσω της τέχνης που εμφανίστηκε πρόσφατα και περιλαμβάνει μουσική, εικαστικά και χορευτική κίνηση. Δύο δραματοθεραπεύτριες κάνουν σήμερα αυτό που έκαναν τόσο οι αρχαίοι Έλληνες όσο και οι πρωτόγονες φυλές, θεωρητικοποιώντας το. Χρησιμοποιούν το θέατρο όπου «οι μύθοι και οι θρύλοι περιέχουν θέματα που αγγίζουν το καθένα μας και δρουν ως μέσο εξερεύνησης της ατομικής και οικογενειακής ζωής των ανθρώπων» (Jennings και Minde σ. 25).
Το σημαντικό είναι ότι θέλουν να κρατούν οι ασθενείς μία απόσταση από το θέατρο, κάτι που θα τους επιτρέψει να δουν κάτι που έχει γίνει, μια ασυνείδητη διαδρομή στο παρελθόν, η οποία θα αποκτούσε ένα άλλο νόημα και θα τους σάστιζε(11). Τα μυθικά στοιχεία που υπάρχουν σε μία θεατρική παράσταση εμπλέκονται με αυτά που υπάρχουν στο ασυνείδητο του ασθενή και δημιουργούν μία καινούργια αφήγηση η οποία αποκαλύπτει κρυμμένα νοήματα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τη δημιουργία εικαστικών, ζωγραφιές και κατασκευές, και χορευτικών ή κινησιακών παραστάσεων. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι θεατές και οι δημιουργοί είναι οι ίδιοι. Οι ασθενείς φτιάχνουν, σε ομάδες, αυτά τα έργα και τα βλέπουν μαζί (Jennings και Minde σ.σ. 26-45).
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ένα μυθικό στοιχείο, όσο παλιό και να είναι δεν μπορεί να πεθάνει, ζει, έστω ναρκωμένο, ξυπνά και αποκτά ξανά τα χαρακτηριστικά του όταν κάποιος το ανακαλέσει μέσα από μία αφήγηση, σε οποιαδήποτε μορφή και να βρίσκεται, γραπτή, προφορική, κινησιακή, οπτική κ.λπ. Μπορούμε να βγάλουμε ένα πρώτο συμπέρασμα ότι το μυθικό στοιχείο είναι ένα ζωντανό και καθημερινό κομμάτι της κοινωνίας και της ζωής μας και η αναζήτηση του δεν είναι άσκοπη αν γίνεται για ένα συγκεκριμένο σκοπό και με οδηγό μία καθαρά αφηγηματική διαδικασία. Αφού βεβαιωθήκαμε ότι ζει (σαν τους ναυτικούς που ρωτούν τη γοργόνα για το Μέγα Αλέξανδρο!), μπορούμε να προχωρήσουμε στη δομική του ανάλυση, η οποία θα μας βοηθήσει στο να κάνουμε πρώτα τη δική μας ανάλυση και μετά τη σύνθεση του έργου που θέλουμε να φτιάξουμε.
Μαρ 21, 2021 0
Σεπ 11, 2019 0
Ιούν 10, 2019 0
Ιούν 12, 2016 0
Σεπ 08, 2024 0
Σεπ 05, 2024 0
Σεπ 04, 2024 0
Σεπ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη