Δεκ 18, 2017 Κινηματογράφος 0
Μιλήσαμε με τη Mariam Khatchvani, τη σκηνοθέτη της ταινίας «Dede», με την ευκαιρία της προβολής της ταινίας της στην Αθήνα, στον κινηματογράφο Αλκυονίς. Μαζί αναλύσαμε την ταινία, συζητήσαμε για τις συνθήκες παραγωγής στη Γεωργία, για τα μελλοντικά της σχέδια. (Την κριτική της ταινίας μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ) Είναι η πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, μετά από μία μικρού μήκους, ένα μικρό αριστούργημα, όπου βρίσκεις στοιχεία από την αρχαία ελληνική μυθολογία, αναγόμενα στην εποχή μας, στα δεινά του σημερινού ανθρώπου. Απολαύστε την.
Η ταινία αναφέρεται σε έναν εμφύλιο πόλεμο στη Γεωργία. Αυτή η διαμάχη έχει ως αναφερόμενο την αντιπαλότητα δύο οικογενειών;
Η ταινία αρχίζει με έναν εμφύλιο πόλεμο στη Γεωργία, αλλά αυτές οι οικογένειες δεν έχουν καμία αναφορά ή σχέση με αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο.
Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την Ντίνα με την Ελένη;
Αν πάρουμε υπόψη μας ότι η Ελένη ήταν πολύ όμορφη γυναίκα και η Ντίνα είναι μία όμορφη γυναίκα, για την οποία έχει γίνει μία διαμάχη, θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε αυτές τις δύο γυναίκες, αλλά δεν έχω σκεφτεί συγκεκριμένα με αυτό τον τρόπο.
Το παιδί που είναι καρπός ενός μεγάλου έρωτα, άρα ιερό, είναι αυτό που τελικά φέρνει την ειρήνη και την ομόνοια σε αυτό τον κόσμο;
Ναι, βεβαίως, το παιδί μπορεί να θεωρηθεί ως ιερό, το οποίο μπορεί να φέρει την ειρήνη σε αυτό τον κόσμο και, σύμφωνα με την ιστορία μου, ακριβώς το παιδί είναι η σωτήρια δύναμη, σώζει την κατάσταση, οι δύο οικογένειες συμφιλιώνονται.
Το πατρικό δίκαιο φαίνεται ότι είναι το πιο ισχυρό. Κανονίζει τη ζωή σε αυτή την κοινότητα. Οι γυναίκες όμως έχουν και αυτές δύναμη και δίνουν άλλη τροπή στα πράγματα. Η Ντίνα πιστεύετε ότι είναι ο μοχλός ανάπτυξης αυτής της κοινωνίας προς μία παραγωγική οδό;
Σωστά αναφέρετε, οι άντρες σε αυτή την ταινία έχουν ισχυρή δύναμη, απλώς οι γυναίκες δεν έχουν λιγότερη δύναμη από τους άντρες. Όσον αφορά στην Ντίνα, όντως είναι μία γυναίκα που προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά της παράδοσης και να είναι ελεύθερη στις αποφάσεις της, να αποφασίζει κατά βούληση για τον εαυτό της. Η Ντίνα δεν είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να σκεφτεί μόνο με την προοπτική και να δίνει μεγάλη σημασία στις ενέργειές της και τι θα συμβεί στο μέλλον. Απλούστατα είναι μία γυναίκα που είναι ερωτευμένη και σκέφτεται τον έρωτά της. Πέραν αυτού δεν έχει κάποιες άλλες βλέψεις, δε θέλει να αφήσει αυτή την ευκαιρία της αγάπης να φύγει από τα χέρια της. Σε πολλές περιπτώσεις ο άνθρωπος μπορεί μόνο μία φορά να ερωτευτεί σε αυτή τη ζωή.
Ο άντρας που με τη βία παίρνει την Ντίνα είναι αυτός που δίνει τη λύση σε αυτή τη τραγωδία;
Επειδή στο Σφανέτι είναι εννέα μήνες χειμώνας και είναι πολύ δύσκολες και σκληρές συνθήκες διαβίωσης, μία χήρα γυναίκα δε θα μπορούσε με τίποτα μόνη της να αντέξει αυτές τις δυσκολίες και να μεγαλώσει χωρίς άντρα το παιδί της. Ο τελευταίος άντρας της Ντίνας, ο Γκιρσέλ, πίστευε ότι με το να παντρευτεί την Ντίνα θα την έσωζε από αυτές τις σκληρές συνθήκες, θα της είχε δώσει κάποια λύση. Ο ίδιος, ο Γκιρσέλ, δεν είχε σκεφτεί σε βάθος πόσο δύσκολα θα ήταν για την Ντίνα να ζήσει με έναν άνθρωπο που δεν τον αγαπούσε. Ο Γκιρσέλ είναι ερωτευμένος και κάνει τα πάντα για να κερδίσει την καρδιά της Ντίνας με όποιο τρόπο. Επειδή είναι ερωτευμένος δε σκέφτεται τίποτε άλλο από το να κερδίσει την αγάπη της Ντίνας. Πιστεύω ότι η Ντίνα ποτέ δε θα ερωτευόταν το Γκιρσέλ, αλλά αυτός, από τη δική του μεριά, πάντα θα στεκόταν δίπλα της ως βοηθός.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός ο άντρας θα ήταν ένας Μενέλαος που προσπαθεί να κανονίσει το δίκαιο με ειρηνικό τρόπο, τελικά;
Όταν έγραφα το σενάριο και έκανα γυρίσματα της ταινίας δεν είχα σκεφτεί για το Μενέλαο συγκεκριμένα, τώρα όμως που το σκέφτομαι, και μου αναφέρουν κάποιοι άνθρωποι, πιστεύω ότι έχει αρκετά κοινά σημεία με την αρχαία ελληνική μυθολογία.
Η ενωμένη πλέον οικογένεια είναι η ελπίδα για την ειρηνική συνύπαρξη σε αυτή χώρα;
Ναι, βεβαίως, η ενωμένη οικογένεια είναι μία ελπίδα ότι με τον ειρηνικό τρόπο μπορείς να λύσεις κάποια θέματα, αλλά δυστυχώς πολλές φορές δε συμβαίνει αυτό με ειρηνικό τρόπο. Επειδή ο κάθε άνθρωπος έχει το χαρακτήρα του, έχει τις συνήθειές του, τα γεγονότα εξελίσσονται με τρόπο ανάλογο με ποιες αποφάσεις θα πάρει ο ίδιος.
Η ίαση του παιδιού με τα φάρμακα σπάει τη δύναμη της παράδοσης και φέρνει την εξέλιξη της τεχνολογίας, σεβόμενη τους νόμους της απελθούσης παράδοσης;
Θα ήθελα να αναφέρω ένα γεγονός από τη ζωή μου. Η μητέρα μου είχε έναν αδελφό που πέθανε από ιλαρά τεσσάρων χρονών και οι αναφερόμενοι ως γιατροί είχαν στολίσει με κόκκινο χρώμα το δωμάτιο, αλλά δεν έδιναν στο παιδί φάρμακα. Δυστυχώς η παράδοσή τους δεν κατάφερε να σώσει το παιδί και αυτό πέθανε. Κατά τη γνώμη μου αυτή η παράδοση έρχεται από το γεγονός ότι δεν υπήρχαν καν φάρμακα για τη θεραπεία κάποιων νόσων και όχι μόνο τότε, ακόμη και τώρα υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα στο Ουσκούλι, στο μέρος που διαδραματίζεται η ιστορία. Οι γυναίκες της παλιάς παράδοσης προσπαθούσαν αντί των φαρμάκων, να διασκεδάζουν το παιδί, να δημιουργούν ένα οποιοδήποτε κλίμα για να περνά το παιδί ευχάριστα και, κατ’αυτό τον τρόπο, να νικήσει την αρρώστια. Εν μέρει αυτή η θεραπεία είχε αποτέλεσμα γιατί όταν ένα παιδί, μέσα στην αρρώστιά του διασκεδάζει και περνά καλά, η ψυχολογική του κατάσταση είναι τέτοια που κάπως μπορεί να θεραπευτεί. Τις περισσότερες φορές η εξέλιξη δεν ήταν ευχάριστη. Κατά κάποιο τρόπο έχω μία αντιπαράθεση ανάμεσα στο νέο και το παλιό, ανάμεσα στους γιατρούς και τις παλιές γυναίκες που προσπαθούσαν με παραδοσιακό τρόπο να γιατρέψουν τον κόσμο. Δεν κριτικάρω τις παραδόσεις, απλώς τις αναφέρω, ήταν τότε έτσι και δε χρειάζεται να συνεχίζεται αυτό και σήμερα. Τότε δεν είχαν άλλες επιλογές και λύσεις, τότε ο άνθρωπος κατάφευγε σε κάποιες μεθόδους απλώς για να σώσει κάποιον κάπως.
Το νέο, η νέα πλέον ενωμένη οικογένεια, έρχεται να δομήσει μία νέα κοινωνία που θα βασίζεται στο παλιό;
Βεβαίως, αυτή η νέα οικογένεια βασίζεται πάνω σε παλιές παραδόσεις και δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να διαφύγει απ’αυτό. Για να αλλάξουν αυτές οι παραδόσεις οι άνθρωποι χρειάζονται χρόνο. Δεν το έχω σκεφτεί ακριβώς έτσι, απλώς ήθελα να δείξω ποιες ήταν οι παλιές παραδόσεις, ίσως και τι αποτέλεσμα έχουμε σήμερα. Απλώς ο κόσμος μόνος του μπορεί και παίρνει αποφάσεις.
Ποιες είναι οι επιρροές σας για να κάνετε αυτό το έργο;
Στην αρχή, όταν ήμουν μικρό κορίτσι η γιαγιά μου πάντα μου διηγιόταν ιστορίες για την τραγική της ζωή, πάντα έκλαιγα μαζί με τη γιαγιά μου. Αργότερα, όταν μεγάλωσα αποφάσισα να κάνω μία ταινία βασισμένη πάνω σε αυτές τις ιστορίες. Ήμουν πολύ εναντίον αυτών των παραδόσεων, πολύ θυμωμένη. Επειδή είμαι και εγώ γυναίκα, φανταζόμουν τον εαυτό μου στη θέση πολλών γυναικών και ήθελα να κριτικάρω και να βρεθώ εναντίον αυτών των παραδόσεων. Αργότερα μελέτησα σε βάθος γιατί υπήρχαν αυτές οι παραδόσεις, γιατί είχαν ανάγκη οι άνθρωποι να έχουν τέτοιες παραδόσεις, βρήκα μόνη μου την απάντηση και δεν είχα τόσο θυμό εναντίον τους.
Επειδή εκείνη την περίοδο το 70% του πληθυσμού στο Σφανέτι ήταν άντρες και μονάχα 30% ήταν γυναίκες, ήταν μία κλειστή κοινωνία, δεν μπορούσαν να βγαίνουν, να κάνουν τίποτε ουσιαστικά, όταν ένας νέος άντρας ήθελε να παντρευτεί δεν ήταν εύκολο να βρει μία ανύπαντρη γυναίκα, πολλές φορές αναγκαζόταν να συζευχθεί μία χήρα. Επίσης θέλω οπωσδήποτε να υπογραμμίσω ότι για τον άντρα δεν είχε μεγάλη σημασία αν αυτή η γυναίκα ήταν χήρα ή αν ήταν παντρεμένη και χωρισμένη, σημασία είχε να ήταν όμορφη και να έκανε πολλά παιδιά.
Στις περισσότερες φορές αγαπούσαν μία τέτοια γυναίκα που ήταν όμορφη, δυνατή και μπορούσε να κάνει πολλά παιδιά. Πάντα υπήρχε μία μάχη ανάμεσα στους άντρες για αυτή τη συγκεκριμένη γυναίκα. Σε εκείνη τη γενιά υπήρχε μία συνήθεια να ντύνονται και να περιποιούνται οι γυναίκες πολύ, ακόμα και αυτές που ήταν μεγάλης ηλικίας, αν τις δεις σήμερα, είναι πάντα περιποιημένες. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά τη μαμά της γιαγιάς μου, η οποία πέθανε 110 χρονών, φορούσε πολύ μεγάλα στρογγυλά σκουλαρίκια, τα οποία κουνιόντουσαν μαζί με το κεφάλι της που κουνιόταν λόγω των γηρατειών της. Στους άντρες πάντα άρεσαν οι περιποιημένες γυναίκες και πάντα υπήρχε μία κόντρα ανάμεσά τους για τέτοιες γυναίκες.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για την παραγωγή της ταινίας, για τις δυσκολίες της παραγωγής και τη χρηματοδότησή της;
Στη Γεωργία είναι πάρα πολύ δύσκολο να πάρεις χρηματοδότηση και να γυρίσεις μία ταινία, αλλά εγώ είχα μία προηγούμενη μικρού μήκους που είχε κερδίσει πολλά βραβεία, 20 βραβεία στο εξωτερικό, οπότε είχα κάνει ήδη μία ταινία μικρού μήκους που είχε κάνει πρεμιέρα στο Κλερμόν Φεράν. Κάπως με γνώριζαν και, τελικά, ήταν εύκολο για εμένα να πάρω χρηματοδότηση. Επίσης είχαμε πάρει χρηματοδότηση από το Φεστιβάλ Τόχα, από το φεστιβάλ Σάντερς, αλλά αυτό το ποσό ήταν μικρό για αυτή την παραγωγή, 200.000 ευρώ, ήταν πολύ δύσκολες οι συνθήκες των γυρισμάτων.
Τα γυρίσματα ήταν πολύ δύσκολα επειδή τη δέκατη μέρα από την αρχή τους είχαν πιάσει τον άντρα μου και όλους τους ηθοποιούς, έγινε ένα επεισόδιο με την αστυνομία, μία μικρή αλλά ασήμαντη κουβέντα μεταξύ τους, εκεί που περιμέναμε να τους βγάλουν το βράδυ, τους έβαλαν ποινή φυλάκισης από 4 έως 9 χρόνια. Βρέθηκα σε πάρα πολύ δύσκολη θέση και, αντί να κάνω την ταινία, προσπαθούσα να βγάλω τα αγόρια από τη φυλακή. Γι’αυτό αναγκάστηκα πάρα πολλές σκηνές που συμμετείχαν αυτά τα αγόρια, να τις αφαιρέσω. Φυσικά έχασα πάρα πολλή ενέργεια και ενθουσιασμό που χρειαζόμουν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Είχα πολύ καλό παραγωγό που δε με άφηνε να χαλαρώσω και με στήριζε για να συνεχίσω και να τελειώσω την ταινία. Γυρίζαμε την ταινία σε πάρα πολύ σκληρές συνθήκες με -42ο και οι κάμερες πολλές φορές έσβηναν από μόνες τους. Αποκλειστήκαμε για 20 μέρες στο Σβανέτι.
Θα θέλατε να αναφερθείτε στα επόμενα σχέδια σας;
Σκοπεύω να κάνω μία ταινία μεγάλου μήκους για το γεγονός που αναφέρθηκα προηγουμένως, για τη φυλάκιση των αγοριών, επίσης για μία γυναίκα που προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά και να αποφυλακίσει τα αγόρια που δεν είχαν κάνει τίποτε σοβαρό και να τους βοηθήσει κάπως. Πάντα προσπαθώ να ασχοληθώ με ιστορίες στις ταινίες μου που είναι πολύ οικείες μου, εν μέρει προσωπικές, και βοηθούν κάπως το κοινό να ταυτίζεται. Αυτή η ιστορία έχει κάπως αναπτυχθεί, αλλά δε θα ήθελα να αναφερθώ σε λεπτομέρειες.
Παράλληλα ασχολούμαι με ένα ντοκιμαντέρ που θα γυρισθεί στο Σβανέτι που αφορά στους πύργους που γκρεμίζονται και κανένας δεν ενδιαφέρεται για αυτά τα παραδοσιακά κτίσματα του 9ου και 10ου αιώνα. Δυστυχώς δεν καταλαβαίνει κανείς την αξία αυτών των πραγμάτων, ούτε η κοινωνία μας ούτε αυτοί που είναι υπεύθυνοι, στην κυβέρνηση. Σήμερα που κοιτούσα την Ακρόπολη μου ήρθε η ιδέα να φέρω κάποιους στην Ελλάδα και να τους δείξω πώς να φροντίζουν την παράδοσή τους. Είναι πάρα πολύ μεγάλο παράδειγμα για εμένα αυτό.
Απρ 14, 2022 0
Μαρ 06, 2022 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη