Δεκ 21, 2019 Κινηματογράφος 0
Ο Μιχάλης Δημόπουλος συνομιλεί με το Γιάννη Φραγκούλη*
Υπήρξε κριτικός κινηματογράφου για πολλά χρόνια στην Αυγή, στο Σύγχρονο Κινηματογράφο και αλλού, αλλά ήταν κυρίως κινηματογραφόφιλος. Η κινηματογραφοφιλία έθρεψε μία γενιά ανθρώπων που ασχολήθηκαν συστηματικά και με πάθος με τον κινηματογράφο. Μιλάει για τη δεκαετία του 1960 και μετά, όταν ήταν σε πλήρη άνθιση ο μοντέρνος κινηματογράφος ως ρεύμα και, ταυτόχρονα, αναπτυσσόταν ένας ουσιαστικός στοχασμός πάνω στον κλασικό κινηματογράφο. Αυτή ήταν η παιδεία του κινηματογραφόφιλου της γενιάς μου. Νομίζει, όμως, ότι αυτή η θεώρηση του κινηματογράφου κάπου έχει πια αλλοιωθεί και βρισκόμαστε τώρα σε μία περίοδο καμπής οι αξίες αλλάζουν, δηλαδή οι παλιές αξίες αφήνουν τη θέση τους σε νεώτερες που όμως ακόμα δεν έχουν αποσαφηνιστεί. «Είμαστε μπροστά σε μία νέα κατάσταση πραγμάτων και όσον αφορά στον τρόπο παραγωγής ταινιών και όσον αφορά στην αξιολόγηση των ταινιών και όσον αφορά στο ρόλο των Φεστιβάλ».
Βλέπουμε ότι το 8ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης έχει ωριμάσει, έχει βρει το δρόμο του. Μέσα σε αυτό το πεδίο των ανακατατάξεων, σε διεθνές επίπεδο, που τοποθετείτε το στίγμα του;
Πριν από οκτώ χρόνια είχαμε κάνει την πρόταση για ένα διεθνές φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη. Είχα επικεντρώσει την ταυτότητά του στο χώρο του λεγόμενου νέου κινηματογράφου, των νέων δημιουργών, του νέου αίματος. Πιστεύω ότι τότε είχαμε κάνει μία σωστή επιλογή διότι, από ότι φαίνεται, ο κινηματογράφος οδηγείται σε μία καθολική υπεροχή του κυρίαρχου μοντέλου, του αμερικάνικου κινηματογράφου. Ωστόσο υπάρχουν δημιουργοί, παραγωγοί και εθνικές σχολές που αποκλίνουν από αυτό το μοντέλο και παλεύουν να ενισχύσουν μιαν άλλη, διαφορετική άποψη για τον κινηματογράφο.
Κάνοντας την επιλογή μας πιστέψαμε πως αυτή είναι η άποψη που αφορά σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου που επιμένει να πιστεύει ότι το κινηματογραφικό έργο μπορεί να είναι ακόμα έργο τέχνης, όχι μόνο εμπορικό προϊόν για ψυχαγωγία. Αυτή ήταν η φιλοσοφία μας και στο πέρασμα των χρόνων τηρήσαμε την υπόσχεσή μας. Δεν είναι πια τόσο εύκολο βέβαια γιατί μας πλημμυρίζει ο mainstream κινηματογράφος και η κατάσταση χειροτερεύει διαρκώς.
Πιστεύετε ότι δημιούργησε ένα κλίμα και έφτιαξε, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη, κάποιους κινηματογραφόφιλους; Στη Θεσσαλονίκη βλέπουμε ότι αυτές οι ταινίες έχουν κάποια «εμπορικότητα».
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης διαθέτει μία δυναμική που λειτουργεί ανεξάρτητα από τις ταινίες που προγραμματίζει. Η επιτυχία ενός φεστιβάλ δεν είναι μόνο η επιτυχία του προγράμματος ή της οργάνωσής του: δημιουργεί βασικά ένα φεστιβαλικό κλίμα, ένα ιδιαίτερο πλέγμα που τελικά λειτουργεί εις όφελος ακόμα και των πιο αντιεμπορικών ταινιών.
Αλλά μεταφέρεται και αλλού, ταξιδεύει…
Εκεί είναι πιο δύσκολα τα πράγματα, είναι ένα πείραμα που αξίζει τον κόπο να το κάνεις έστω και αν τα αποτελέσματα δεν είναι άμεσα. Οι περιφερειακές εκδηλώσεις από τη λάμψη του Φεστιβάλ κερδίζουν κάτι. Ακόμη, δίνεις την ευκαιρία σε μερικές πόλεις που είναι υποβαθμισμένες πολιτιστικά να προβληθούν κάποιες ταινίες. Αυτό είναι κάτι σημαντικό.
Ο προγραμματισμός σας είναι να γίνονται εκδηλώσεις καθ’όλη τη διάρκεια του έτους.
Βεβαίως, το Φεστιβάλ είναι κάτι το αυτοτελές, είναι ένα κοινωνικό γεγονός που έχει ημερομηνία αρχής και λήξης. Δεν φιλοδοξούμε να κάνουμε ένα φεστιβάλ όλο το χρόνο. Αυτό που προσπαθούμε είναι να διοργανώνουμε στη Θεσσαλονίκη, στις δύο αίθουσες, Ολύμπιον και Παύλος Ζάννας, και στη συνέχεια στην Αθήνα, στο Παλλάς, κινηματογραφικές εκδηλώσεις που έχουν εκπαιδευτικό χαρακτήρα, όπως αφιερώματα σε σημαντικούς σκηνοθέτες -Φελίνι, Μπέργκμαν, Μπρεσόν και Μιζογκούτσι, που θα γίνει τον Ιανουάριο του 2000. Με τέτοια πολιτιστικά ανοίγματα ενισχύουμε, πιστεύω, τον κινηματογραφικό πολιτισμό που είναι πάρα πολύ σημαντικός και που τα τελευταία χρόνια υποφέρει και στην Ελλάδα, συμβάλλουμε στη δημιουργία μιας κινηματογραφικής παιδείας που θα επιτρέψει στο κοινό να εκτιμήσει καλύτερα και τις ίδιες τις ταινίες του Φεστιβάλ.
Στο Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα οι ταινίες που προβάλλονται είναι αυτές που δεν έχουν πάρει βραβεία σε άλλα φεστιβάλ;
Γενικώς, αυτή είναι η άποψή μου: να δείχνω ταινίες που να μην έχουν βραβευτεί σε μεγάλα φεστιβάλ. Τις επιλέγω συνήθως από τις παράλληλες εκδηλώσεις των φεστιβάλ -μεγάλων και μη- και από ένα πολύ μεγάλο αριθμό ταινιών που φτάνουν στα γραφεία μας κάθε χρόνο από όλο τον κόσμο σε κασέτες. Πέρα από την καλλιτεχνική αξία των ταινιών, η τελική επιλογή συνυπολογίζει και την προσέλευση, τη διαφοροποίηση των ειδών, τις τάσεις τα ρεύματα κ.λπ.
Όσον αφορά στο θέμα του market, δε βλέπουμε μία σημαντική δραστηριότητα.
Δε νομίζω ότι είναι ρεαλιστικό να στηθεί ένα market στην Ελλάδα. Προηγείται το MIFED, στην Ιταλία, τον Οκτώβριο, που είναι ένα τεράστιο market. Υπάρχει στην Αμερική και το AFM και τα δύο μεγάλα market, στις Κάννες και στο Βερολίνο. Τι θα πρόσθετε στη Θεσσαλονίκη; Αυτό όμως που παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον είναι ένα είδος Αγοράς για τα Βαλκάνια που, όπως ξέρουμε, είναι μία ιδιαίτερα υποβαθμισμένη περιοχή σε επίπεδο κινηματογραφικής παραγωγής, την τελευταία δεκαετία, λόγω των δραματικών γεγονότων και των αλλαγών που συντελέστηκαν. Η Θεσσαλονίκη είναι ένα σημείο αναφοράς στα Βαλκάνια και θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κέντρο επαφών και εργασιών για τους επαγγελματίες της ευρύτερης περιοχής.
*Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αθηναϊκή, την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 1999.
Απρ 14, 2022 0
Μαρ 06, 2022 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη