Ο πουπουλένιος: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Είδαμε τη θεατρική παράσταση «Ο πουπουλένιος», του Martin McDonagh, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Από μόνη της η θέαση, οι ηθοποιίες και η σκηνοθεσία ανοίγουν μία μεγάλη κουβέντα. Αυτό το κείμενο θα προσπαθήσει να την ακουμπήσει.
Ο Πουπουλένιος είναι ένας άνθρωπος που αναζητά την αγάπη. Αυτή που δεν κατάφερε να βρει. Βιώνει τη βία και θέλει να εκδικηθεί. Ή μήπως δεν είναι έτσι τα θέματα. Είναι δύο αδέλφια ένας «κανονικός» και ένας «καθυστερημένος». Ακόμη, είναι οι φόνοι κάποιων παιδιών. Επίσης η αστυνομία που θέλει να διαλευκάνει αυτά τα εγκλήματα. Ή δε θέλει; Τέλος είναι τα παραμύθια. Αυτά που παρασύρουν τον άλλο στο να γίνει εγκληματίας. Η ανάκριση, τα ξεχωριστά δωμάτια, τα δύο αδέλφια, οι δύο αστυνομικοί, τα ψυχολογικά τους προβλήματα. Και στο παρασκήνιο ο άνθρωπος που έχει γίνει μαριονέτα. Ποιου όμως;
Το κείμενο του Μάρτιν Μακντόνα (Martin McDonagh) αν το χαρακτηρίζαμε δυνατό θα λέγαμε λίγα. Σοκάρει. Τόσο με την αφήγηση όσο και με τις ανατροπές του. Η σκηνοθεσία της Μαίρης Ανδρέου ακολουθεί τη δυναμική του κειμένου. Μπαίνει μέσα σε αυτό. Προσπαθεί να δυναμιτίσει την ατμόσφαιρα. Το καταφέρνει μία χαρά.
Η παράσταση ξεκινά με έναν κιθαρίστα που αφηγείται μία ιστορία. Ένας ηθοποιός είναι όρθιος και ακίνητος πάνω σε ένα τραπέζι. Τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι τα πλέον απλά. Είμαστε σε μία κάποια μετάφραση της πραγματικότητας. Πιο σωστά ανάμεσα σε αυτή και στην ίδια την πραγματικότητα. Οι μάσκες, μία μάσκα στους δύο ηθοποιούς που αναφέραμε, λειτουργούν για να μας βάλουν στον άλλο. Θα δούμε, στη συνέχεια ότι αυτός ο άλλος είναι ο λακανικός Άλλος. Είναι το Εγώ του και το παραβατικό και κατασκευασμένο Άλλο Εγώ από τον ίδιο. Το θεμελιώδες ερώτημα είναι ένα: ποια είναι τα δύο αδέλφια; Η απάντηση θα δοθεί στο τέλος.
Ο ένας αδελφός είναι «κανονικός» και ο άλλος «καθυστερημένος». Η αστυνομία προσπαθεί να βρει τον ένοχο. Πιο σωστά να τον κατασκευάσει. Αυτή η κατασκευή δομείται σταδιακά από το σκηνοθετημένο θεατρικό κείμενο. Δείχνεται η καλή και η κακή πλευρά του νομίσματος. Μόνο που αυτό μπερδεύεται. Τόσο το καλό και το κακό όσο και το ίδιο το νόμισμα. Όλα γίνονται σε ένα καθεστώς που η ελευθερία του ατόμου δεν υπάρχει. Ο άνθρωπος είναι έρμαιο της θέλησης του οργάνου της τάξης. Πιο σωστά της θέλησής του, ακόμα και της πιο αρρωστημένης.
Οι ρόλοι των δύο μπάτσων εναλλάσσονται. Πότε ο ένας είναι καλός, πότε ο άλλος. Το θύμα είναι ο ανακρινόμενος. Αυτός πιστεύει ότι ο αδελφός του βασανίζεται. Το σκηνικό αλλάζει. Τα δύο αδέλφια συναντιούνται. Ο ένας από τους δύο «σκαρώνει» παραμύθια. Ο άλλος τα πιστεύει. Θέλει να ακολουθήσει την αφήγηση. Σκοτώνει. Το παραδέχεται. Ο μεγάλος αδελφός θα πρέπει να κάνει το αυτονόητο: να το σκοτώσει. Με αυτό τον τρόπο αποδίδει δικαιοσύνη. Όλα όμως ξεκίνησαν από την παιδική ηλικία. Όταν αυτός ο παραμυθάς θα πάρει ένα «γράμμα». Ένα σημείωμα γραμμένο με αίμα, αυτό του αδελφού του. Λέει ότι το βασανίζουν επτά χρόνια. Σοκάρεται. Σκοτώνει τους γονείς του για να πάρει εκδίκηση, αφού αυτοί είναι που το βασανίζουν. Τους θάβει και το έγκλημα δεν αποκαλύπτεται ποτέ.
Πολλά χρόνια μετά κάποια παιδιά βρίσκονται σκοτωμένα. Η αστυνομία υποψιάζεται τα δύο αδέλφια. Ο «κανονικός» είναι ο βασικός υποψήφιος δολοφόνος. Τα παραμύθια του προτρέπουν κάποιον να σκοτώσει. Άρα αυτός είναι ουσιαστικά ο δολοφόνος. Αυτό πιστεύει η αστυνομία. Στην ανάκριση το θέμα γυρνά γύρω από αυτό το σημείο. Η βία είναι παραπάνω από έκδηλη. Πολλές φορές σοκάρει το θεατή. Η βία των ανακριτών θα σταματήσει στην τελευταία σκηνή, θα κορυφωθεί με ένα φόνο. Σε όλο αυτό το παρασκήνιο υπάρχει σαφής αναφορά στα ψυχολογικά προβλήματα όλων των ανθρώπων. Ποιος είναι υγιείς και ποιος είναι άρρωστος; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι πολύ δύσκολη.
Για να καταλάβουμε το έργο θα πρέπει να ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο. Η ψυχική υγεία απλά δεν υπάρχει. Είναι μία κοινωνία που νοσεί. Δεν μπορούμε να μιλάμε για υστερία. Η νεύρωση έχει φτάσει στο πεδίο της ψύχωσης. Όπως αναφέρει ο Ζακ Λακάν, όταν ο Άλλος συνομιλεί με το Εγώ του ανθρώπου, τότε ξεκινά ο παραβατικός λόγος. Οδηγούμαστε στην υστερία και από εκεί στην ψύχωση ή στη σχιζοφρένεια. Αν δούμε έτσι το κείμενο καταλαβαίνουμε ότι ο συγγραφέας των παραμυθιών μιλά για τη βία που αυτός είχε υποστεί από τους γονείς του. Το κείμενο όμως λέει ότι είχε δεχτεί μόνο αγάπη. Αναφέρει ότι ήταν ο αδελφός του που βασανιζόταν. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι αυτά τα δύο αδέλφια δεν είναι παρά ένας άνθρωπος. Ο «κανονικός» και ο «καθυστερημένος» είναι το ίδιο πρόσωπο. Η ήρεμη πλευρά του και η ψυχωτική.
Ο φόνος των γονιών του πιθανόν να βρίσκεται στη φαντασία του. Αυτό όμως δεν έχει μεγάλη σημασία. Η πράξη του φόνου είναι η τελευταία αντίδραση. Είναι στο άρρητο και εδράζει στο φαντασιακό. Δημιουργεί μεγαλύτερο φορτίο στο ψυχικό τραύμα. Είναι φανερό ότι η εξουσία ταυτίζεται με την πατρική εξουσία. Η βία του πατέρα είναι ίδια με αυτή του ανακριτή. Είναι και οι δύο παράλογες. Ο λόγος είναι η μόνη αντίσταση. Το βοηθά να κρατήσει απόσταση από την τρέλα. Άρα θα πρέπει να παταχθεί. Αυτό κάνει η αστυνομία, αυτό έκανε και ο πατέρας. Η πατριαρχική εξουσία επιστρέφει με εκδίκηση. Ο λόγος δεν αναπαράγει. Παράγει μία πιο ειρηνική και παραγωγική κοινωνία, αυτή της μητέρας. Είναι ενάντια στο σύστημα και για αυτό θα πρέπει να καταστραφεί.
Η σκηνοθεσία της Μαίρης Ανδρέου τα δείχνει όλα αυτά στο υπαινικτικό λόγο. Υπονοεί και δε δείχνει με άμεσο τρόπο. Μας προσκαλεί να δούμε μέσα μας το ενδεχόμενο τραύμα. Ακόμα να πλησιάσουμε στο τραυματικό μέρος της κοινωνίας μας, να δούμε αυτό το τραύμα και τη βία από όπου προέρχεται. Να αναρωτηθούμε αν αυτή η βία έχει κάποια λογική. Τελικά να την αρνηθούμε και να την απορρίψουμε συλλήβδην. Όλα αυτά χωρίς να μιλά ούτε μία στιγμή με αναλυτικό τρόπο.
Ο λόγος, η εκφορά του, οι κινήσεις των ηθοποιών, τα σκηνικά, τα κοστούμια και η μουσική συμβάλλουν στο να ανασυρθούν αυτές οι έννοιες. Το έργο θα αποκτήσει μία άλλη ανάγνωση. Διαφορετική στον κάθε αναγνώστη. Είναι το σημείο αναφοράς για έναν έντονο προβληματισμό σε ένα θέμα που είναι σήμερα επίκαιρο όσο ποτέ. Μιλά για τη βία μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία. Χωρίς να την ξεχωρίζει σε κατηγορίες, θέλοντας να την καταδικάσει επειδή αποδιαρθρώνει τον κοινωνικό ιστό. Σε αυτόν τον προβληματισμό δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε σε όλα του τα σημεία. Οι ηθοποιίες καθηλώνουν το θεατή. Το χειροκρότημα ήταν η ελάχιστη ανταμοιβή σε αυτή την εξαιρετική και συλλογική δουλειά.
Συγγραφέας: Martin McDonagh
Σκηνοθεσία: Μαίρη Ανδρέου
Α΄ βοηθός σκηνοθέτης: Ευανθία Σωφρονίδου
Β΄ βοηθός σκηνοθέτης: Νίκος Τσολερίδης
Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη
Μουσική: Γιάννης Τσεμπερλίδης
Επιμέλεια κίνησης: Ευανθία Σωφρονίδου
Σκηνικά: Μαίρη Ανδρέου
Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος
Κοστούμια: Μαίρη Ανδρέου
Βίντεο: Αθηνά Σωτήρογλου, Ευαγγελίνα Καρυοφύλλη
Trailer-teaser: Νίκος Τσολερίδης
Παίζουν: Γρηγόρης Παπαδόπουλος (Άριελ), Σπύρος Σαραφιανός (Τουπόλσκι), Χρίστος Στυλιανού (Μίσαλ), Γιάννης Τσεμπερλίδης (Κατουριάν), Ευαγγελίνα Καρυοφύλλη (Φιγκυράν)
Θέατρο: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος
Ημερομηνία παράστασης: Νοέμβριος 2021.
Διαβάστε το ρεπορτάζ για την παράσταση
Δείτε τα βίντεο ρεπορτάζ για τις θεατρικές πρεμιέρες
Σεπ 04, 2024 0
Σεπ 03, 2024 0
Σεπ 01, 2024 0
Σεπ 01, 2024 0
Σεπ 08, 2024 0
Σεπ 05, 2024 0
Αυγ 10, 2024 0
Αυγ 10, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη