Ιαν 10, 2016 Κινηματογράφος 0
«Είναι εντάξει, γιέ μου. Ξέρω ότι θέλεις αυτό να τελειώσει». Αυτή είναι μια επική φωνή με την οποία θα ανοίξει μια ταινία που θα διαρκέσει δυόμιση ώρες, σχεδόν χωρίς να σταματήσει η βία, οι τραυματισμοί και οι στερήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, χρησιμεύουν ως παρηγορητικά τα λόγια του πατέρα στο γιο του. Αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει τόσο εύκολα προειδοποίηση ενός κινηματογραφιστή προς το κοινό του.
Ευτυχώς, ενώ η «Επιστροφή» του Alejandro Iñárritu είναι μια σκληρή δοκιμασία, είναι επίσης μια βαθιά ανταμοιβή, μια ταινία που ισορροπεί την ομορφιά και την κτηνωδία με εξαιρετική ισορροπία.
Βασισμένη στο μυθιστόρημα του 2002 του Michael Punke, το οποίο βασίστηκε στις εμπειρίες της πραγματικής ζωής κυνηγού γουνών Hugh Glass, η ταινία αφηγείται την αρχέγονη ιστορία της επιβίωσης και της εκδίκησης. Το 1823, ένα μεγάλο κύμα κυνηγών είναι στα πρόθυρα της ολοκλήρωσης του, μετά από έξι μήνες της αποστολής του στους χειμερινούς τόπους άγριας φυσικής ομορφιάς της Μοντάνα και της Νότιας Ντακότα, όταν αυτοί έχουν απομονωθεί από μία ομάδα πολεμιστών της φυλής Ree. Αφού οι περισσότεροι απ’τους άνδρες σκοτώθηκαν στη μάχη, εκείνοι που απέμειναν ζήτησαν απ’τον έμπειρο οδηγό τους, το Glass (Leonardo DiCaprio), να τους οδηγήσει με ασφάλεια πίσω στους στρατώνες του φυλακίου.
Ο Glass, ωστόσο, σύντομα θα τραυματισθεί από μια αρκούδα και, αν και καταφέρνει να σκοτώσει το ζώο, είναι σοβαρά τραυματισμένος με ένα άνοιγμα που ξεκίνησε απ’το λαιμό του μέχρι την πλάτη του που ήταν ανοικτή σαν σε κορδέλες. Προβλέποντας τον επικείμενο θάνατό του, ο αρχηγός της αποστολής, ο Χένρι (Domhnall Gleeson), τον αφήνει πίσω με τρεις άνδρες για να το θάψουν, όταν έρθει η ώρα: το γιο του Glass, το Χοκ (Forrest Goodluck), ένα άλλο νεαρό κυνηγό, τον Τζιμ Μπρίντζερr (Will Poulter) και ένα μεγαλύτερο άντρα, τον Τζον Φιτζέραλντ (Tom Hardy), που έχει μισθοφορικά κίνητρα και καμία αγάπη για τον Glass. Εν συντομία, ο Φιτζέραλντ σκοτώνει το Χοκ και προσπαθεί να πείσει τον Μπρίντζερ να αφήσουν τον Glass να πεθάνει.
Αλλά ο Glass δεν πεθαίνει. Σηκώνεται από τον τάφο του σιγά-σιγά και, όπως ο Ηρακλής με το λιοντάρι της Νεμέας, τυλίγεται στο δέρμα της αρκούδας. Στη συνέχεια σέρνεται, ζώνεται τα όπλα του και διασχίζει κουτσαίνοντας μεγάλες αποστάσεις κατεψυγμένων εδαφών, μεγάλες ερήμους σε μια προσπάθεια να βρει το Φιτζέραλντ και να εκδικηθεί το θάνατο του γιου του. Στην πορεία, θα κυνηγηθεί από εχθρικούς ιθαγενείς, περισσότερο από μία φορά, πέφτει από γκρεμούς, περισσότερο από μία φορά, και αντιμετωπίζει το θάνατο από την πείνα και την εγκατάλειψη.
Απ’αυτή την απλή ιστορία, o Iñárritu έχει κατασκευάσει μια επική ιστορία ασυνήθιστης γοητείας και ρυθμού, μια ταινία που, όπως ο ήρωας του, επιτυγχάνει ένα είδος υπερβατικότητας. Ο σκηνοθέτης βοηθήθηκε αφάνταστα απ’το διευθυντή του φωτογραφίας, Emmanuel Lubezki. Κινηματογράφησαν αποκλειστικά με φυσικό φως, χειρίστηκαν με μαεστρία το χειμωνιάτικο τοπίο ταυτόχρονα ανελέητο και γοητευτικό, δημιουργώντας έναν κόσμο που απαρτίζεται από αποχρώσεις του γκρι: το γκρι του ουρανού, το γκρι του χιονιού, το γκρι του βράχου.
Όπως και στις δύο τελευταίες μεγάλες εργασίες του Lubezki, «Gravity» και «Birdman», έχουμε να κάνουμε τόσο με ένα αισθητικό έργο όσο και με ένα τεχνικό. Η επίθεση που ανοίγει την ταινία είναι ένα παιχνίδι δύναμης όπου επικρατεί η δράση της χορογραφίας, με πλάνα που θυμίζουν τις εργασίες του Lubezki για την «Children of men». Η επίθεση της αρκούδας είναι μία πολύ σπουδαία σκηνή, χωρίς κάποια μονταρισμένη παράλληλη δράση. Επιπλέον, οι απαιτήσεις του καιρού και του φυσικού φωτός ανάγκασε την παραγωγή να πραγματοποιηθεί σε δώδεκα περιοχές στον Καναδά, την Αργεντινή, και στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και την εγκατάλειψη από κάποια μέλη του συνεργείου. Η παραγωγή, έτσι όπως ολοκληρώθηκε, έκανε το Lubezki να είναι το φαβορί για ένα Όσκαρ στη φωτογραφία.
Ο Hardy είναι αξιοθαύμαστος ως Φιτζέραλντ, έχει στοιχεία που δικαιολογούν την ωμή βία ενός άντρα, τα μαύρα βαθουλωτά μάτια και οι βαθιές ουλές, ανάμεσα στα άλλα είναι ο επιζών από μία ανολοκλήρωτη καταστροφή. Όπως έχει κάνει στο παρελθόν, εξαφανίζεται εντελώς ο εαυτός του απ’το ρόλο, έτσι ώστε εκείνοι που θα αγνοούσαν τη συμμετοχή του στην ταινία θα είχαν δυσκολίες να τον αναγνωρίσουν. Ο Iñárritu έχει κατασκευάσει μια επική ιστορία ασυνήθιστης ομορφιάς και συντονισμού, μια ταινία που, όπως ο ήρωας της, επιτυγχάνει ένα είδος υπερβατικότητας.
Και ο Leonardo; Εδώ έχουμε μία πιο περίπλοκη περίπτωση. Σίγουρα αξίζει τα πολλά βραβεία που έχει χάσει απ’το δρόμο του. Αλλά δεν είμαι βέβαιος για το πώς ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του στην οθόνη -και είναι παρών σχεδόν σε κάθε σκηνή- θα μπορούσε σωστά να χαρακτηριστεί ως υποκριτική. Οι υπηρεσίες του είναι αμφισβητήσιμες. Ο ηθοποιός πέρασε εννιά μήνες σε απομακρυσμένες περιοχές, στο χιόνι και στο παγωμένο νερό, συχνά στα πρόθυρα της υποθερμίας. Αυτός είναι εντελώς πειστικός στο ρόλο, αλλά ίσως αυτό είναι εν μέρει επειδή στην οθόνη έχει υπομείνει -προφανώς σε λιγότερο βαθμό- τις ωδίνες που είχε υποστεί ο Glass. Ένας σημαντικός παράγοντας είναι ότι ο χαρακτήρας του σε μεγάλο βαθμό λειτουργεί στη σίγαση, σε όλη την ταινία, και ότι τα συναισθήματα που μεταφέρει είναι αναπόφευκτα τόσο μεγάλης κλίμακας που περιορίζεται η ποικιλία, κατά συνέπεια δεν είμαστε τόσο σίγουροι για το πώς ακριβώς θα ταξινομούσαμε τις επιδόσεις του. Αναμφισβήτητα είναι το νούμερο Ένα σε όλη την ταινία.
Η ταινία έχει τις ατέλειές της. Αν και υπάρχουν νύξεις για την ηθική της πολυπλοκότητας και της ασάφειας, από νωρίς αυτές έχουν εγκαταλειφθεί υπέρ των απογοητευτικών διχοτομιών: οι χαρακτήρες σταδιακά ταξινομούνται ομοιόμορφα ανά είδος, ανεκτικοί και αξιόπιστοι, απ’τη μία πλευρά, ψεύτικοι, συγχωρητέοι, και φανατικοί απ’την άλλη.
Μετά είναι το μήκος. Όσο εκπληκτική και συναρπαστική να είναι η «The revenant», τα 156 λεπτά είναι πολύς χρόνος για τους θεατές που δεν έχουν αποκτήσει τέτοιες αντοχές. Μετά από όλα αυτά πριν έρθει το τέλος της ταινίας, η αιματηρή αντιπαράθεση στρέφει επικίνδυνα την αφήγηση προς την κωμωδία. Η ταινία του Iñárritu αξίζει να τη δει κάποιος, αλλά θα πρέπει να τον προειδοποιήσουμε, είτε σας αρέσει ο DiCaprio είτε σας τραβάει ο πραγματικός Glass, αυτός θα περιπλανιέται στο κρύο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Γιάννης Φραγκούλης
Σκηνοθεσία: Alejandro González Iñárritu
Σενάριο: Mark L. Smith, Alejandro González Iñárritu
Φωτογραφία: Emmanuel Lubezki
Μοντάζ: Stephen Mirrione
Μουσική: Bryce Dessner, Carsten Nicolai, Ryuichi Sakamoto
Παίζουν: Leonardo DiCaprio (Χιούγκ Γκλας), Tom Hardy (Τζον Φιτζέραλντ), Domhnall Gleeson (Άντριου Χένρι), Will Poulter (Μπρίτζερ), Forrest Goodluck (Χοκ), Paul Anderson (Άντερσον), Krisroffer Joner (Μέρφι)
Εταιρείες παραγωγής: New Regency Pictures, Anonymous Content, Appian Way, RatPac Entertainment, Soho VFX
Χώρα παραγωγής: ΗΠΑ
Γλώσσα: αγγλικά, γαλλικά, πονί
Διάρκεια: 156΄
Είδος: περιπέτεια, δράμα, θρίλερ
Έξοδος στις αίθουσες: 21/1/2016
Εταιρεία διανομής: Odeon.
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές και τα τεχνικά χαρακτηριστικά μπορείτε να τα δείτε εδώ.
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη