Μάι 12, 2014 Κινηματογράφος 0
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ; ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Οι αδελφοί Λυμιέρ και ο Έντισον ήταν αυτοί που κατάφεραν να βρουν μια ολοκληρωμένη μέθοδο να αποτυπώσουν μια σειρά εικόνων σ’ένα κινηματογραφικό φιλμ. Έχουμε λοιπόν ένα μηχάνημα που αποτυπώνει αυτό που βλέπει να κινείται μπροστά του. Είναι πολύ εύκολο να γοητευτεί κανείς αποκλειστικά και μόνο απ’αυτή τη διαδικασία, την οποία θα τη λέγαμε μηχανική διαδικασία. Από μόνη της ήταν και είναι ακόμη μια μαγική στιγμή όταν βλέπεις κάτι που έχεις γυρίσει, όπως λέμε στην κινηματογραφική γλώσσα για τη λήψη εικόνων, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Ο σκηνοθέτης αισθάνεται ως δημιουργός, τη χαρά αυτής της δημιουργίας τη γεύεται και τη μοιράζεται μαζί με όλο το συνεργείο.
Γοητεύεται λοιπόν μόνο βλέποντας αυτό που είχε σκεφτεί να γυρίσει, αυτό που είχε σχεδιάσει και, τελικά, αυτό που γύρισε μαζί με το συνεργείο του. Πρέπει να πούμε ότι ο φωτογράφος, οπερατέρ στην κινηματογραφική γλώσσα, δεν μπορεί να δει αυτό που η κινηματογραφική μηχανή τραβά διότι ανεβαίνει το κάτοπτρο, με το οποίο βλέπει από τη τρύπα που υπάρχει πάνω στη μηχανή, το βιζέρ, ανεβαίνει για να αφήσει χώρο ελεύθερο να περάσει το φως και να αποτυπώσει την εικόνα στο φιλμ κάνοντας μια πολύ γρήγορη χημική ένωση. Αυτή τη στιγμή λοιπόν δεν ξέρει τι τραβά ακριβώς. Με αυτό εννοούμε δύο πράγματα: έχει, κατ’αρχήν, μια εικόνα το τι βλέπει ο φακός, έχει δει το κάδρο του, δεν ξέρει, κατά δεύτερο λόγο, αν αυτό που είχε δει είναι ακριβώς αυτό που η κινηματογραφική μηχανή τραβά. Κάτι μπορεί να είχε μπει τυχαία μέσα στο κάδρο, μια μικρή κίνηση των ηθοποιών να χαλάσει τη γεωμετρία, να υπάρξουν μέσα στοιχεία που είναι άσχετα και, πάντως, να ενοχλούν.
Θα περιμένει το φιλμ να εμφανιστεί για να μπορέσει να το δει σ’ένα μηχάνημα που μπορεί να προβάλει σε μια μικρή οθόνη τις εικόνες, να κόβει κάποια περιττά κομμάτια, κάποια πλάνα, και να κολλά άλλα πλάνα μεταξύ τους. Αυτή όμως είναι η δουλειά τριών ανθρώπων: του σκηνοθέτη, του διευθυντή φωτογραφίας και του μοντέρ. Ο διευθυντής φωτογραφίας είναι αυτός που βλέπει την εικαστική σύνθεση του κάθε κάδρου έχοντας στο μυαλό του τα προηγούμενα και τα επόμενα κάδρα, έτσι ώστε να έχουν μια υψηλή αισθητική αξία αλλά και να αποτελούν μια συνέχεια, ακολουθώντας πάντα τις οδηγίες του σκηνοθέτη ο οποίος είναι υπεύθυνος να κάνει εικόνες αυτά που αναφέρει το σενάριο, το οποίο μπορεί να το έχει γράψει και ο ίδιος. Ο μοντέρ κόβει κάποια πλάνα από τις σεκάνς (δηλαδή την ολοκληρωμένη αφηγηματικά σειρά πλάνων) και τα ενώνει με άλλα από την ίδια ή από άλλη σεκάνς, κάνει λοιπόν το μοντάζ, όπως λέμε αυτή τη διαδικασία, σε συνεργασία με το σκηνοθέτη, μερικές φορές και το μουσικό (ο οποίος θα πρέπει να ξέρει τι έχει γίνει στο μοντάζ για να γράψει τη μουσική της ταινίας). Θα δούμε αργότερα ότι το μοντάζ είναι αυτό που κάνει τον κινηματογράφο τέχνη.
Όλα αυτά, βέβαια, δε συμβαίνουν στο βίντεο στο οποίο βλέπουμε αυτό που τραβάμε όταν εγγράφεται στη βιντεοκάμερα. Θα μπορούσε, λοιπόν, να καταλάβει κανείς τη χαρά και την έκπληξη του πρώτου συνεργείου όταν είδε, μετά από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτό που είχε γυρίσει. Στα πρώτα χρόνια του κινηματογράφου, μόνο αυτή η διαδικασία, λήψη και προβολή εικόνων, ήταν μεγάλο πράγμα, σχεδόν ένα τεχνολογικό θαύμα. Ήταν λοιπόν φυσικό να εντυπωσιάζει όλο το συνεργείο και για κάποιο χρονικό διάστημα να τους ευχαριστεί τόσο πολύ που να μην απαιτεί την ανάγκη να κάνουν κάτι άλλο, να ψάξουν να βρουν τρόπους που αυτή η τεχνική να γίνει τέχνη.
Θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα. Μία από τις πρώτες ταινίες των αδελφών Λυμιέρ ήταν «Ο Ποτιστής που ποτίζεται» (1895), ένας κηπουρός ποτίζει ένα κήπο, τότε ένα μικρό παιδί πατάει το λάστιχο, το νερό κόβεται, ο κηπουρός κοιτάζει το λάστιχο, τότε το παιδί το αφήνει απότομα με αποτέλεσμα το νερό να εκτιναχθεί στο πρόσωπο του κηπουρού, ο οποίος θα μείνει με την απορία. Ταινία φάρσας με ελάχιστη πλοκή. Η δεύτερη ταινία των Λυμιέρ, «Η έξοδος από τα εργοστάσια Λυμιέρ» (1895), δεν είναι παρά μια καταγραφή των εργατών την ώρα που βγαίνουν από το εργοστάσιο των ίδιων των Λυμιέρ, όταν τελειώνουν την εργασία τους. Ταινίες που ήταν εύκολο να γυριστούν, σκηνές καθημερινές που δεν εντυπωσίαζαν τους θεατές, αλλά λειτουργούσαν σα μια επίδειξη της νέας εφεύρεσης, του κινηματογράφου. Οι Λυμιέρ έκαναν συνολικά 42 ταινίες μόνο το 1895, μικρής διάρκειας η κάθε μία. Το κοινό τους ήταν κυρίως αυτοί που είχαν κάποια οικονομική άνεση, όχι πάντως το μεγαλύτερο μέρος των εργατών και των μισθωτών, δηλαδή μια ελίτ της γαλλικής κοινωνίας. Στο 1896 θα γυρίσουν μια ταινία, την «Άφιξη του τρένου στη Σιοτά», όπου φαίνεται ένα τρένο να πλησιάζει και τελικά να μπαίνει στο σιδηροδρομικό σταθμό της Σιοτά, μια γαλλικής πόλης. Το τρένο έρχεται κατ’ευθείαν προς την κινηματογραφική μηχανή με ταχύτητα και την τελευταία στιγμή αποφεύγεται η σύγκρουση. Οι θεατές τότε δεν ήξεραν, και ούτε μπορούσαν να ξέρουν, ότι η μηχανή τράβαγε υπό γωνία, δηλαδή δεν ήταν μπροστά από το τρένο αλλά μακριά από αυτό και στο πλάι. Έτσι σοκαρίστηκαν σαν τους θεατές που βλέπουν σήμερα κάποιο θρίλερ. Ήταν η πρώτη φορά που ο κινηματογράφος παραποίησε την πραγματικότητα, πιθανώς αγνοώντας και οι ίδιοι οι σκηνοθέτες τις επιπτώσεις που θα είχε αυτή η σκηνή στους θεατές. Πάντως ήταν η πρώτη φορά που ο κινηματογράφος πλησίασε μια καλλιτεχνική μορφή.
Έξι χρόνια αργότερα, στο 1902, ο Ζωρζ Μελιές, επίσης Γάλλος, μετά από πολλές ταινίες γύρισε «Το ταξίδι στο φεγγάρι». Ο Μελιές έβλεπε τον κινηματογράφο σαν ένα νέο τρόπο διασκέδασης του λαού, ο οποίος πλέον μπορούσε να πάει να δει κινηματογράφο αφού το εισιτήριο ήταν πιο φτηνό. Δεν ήθελε ο Μελιές να κάνει τέχνη αλλά να διασκεδάζει, ξεκίνησε άλλωστε την καριέρα του σαν ταχυδακτυλουργός. Με αυτή την ταινία προσεγγίζει τη λογοτεχνία, ξεκινά από ένα μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν, προσθέτει δικά του στοιχεία και κάνει ένα καλλιτεχνικό έργο, μια αφήγηση που ήταν φανταστική, όπως και τα μυθιστορήματα του Βερν. Ο Μελιές δεν είχε καταλάβει τι είχε κάνει, όπως μας επιβεβαιώνει η καριέρα του, απέτυχε στη συνέχεια να πρωτοτυπήσει, και ξεπεράστηκε πολύ γρήγορα, αναγκάστηκε να κλείσει την επιχείρησή του και να πεθάνει φτωχός στην πόλη όπου γεννήθηκε, στο Παρίσι. Όμως αυτή η ταινία ήταν ένα από τα πρώτα καλλιτεχνικά έργα και αποδείκνυε ότι ο κινηματογράφος μπορεί να είναι και τέχνη.
Οι σκηνοθέτες κατάλαβαν ότι τους «επιτρέπεται» να παραποιούν την πραγματικότητα, πολύ περισσότερο να φτιάχνουν ένα φανταστικό κόσμο και να τον παρουσιάζουν στο κοινό τους. Το κοινό, από τη μεριά του, κατάλαβε ότι ο κινηματογράφος μπορεί να αφηγηθεί όπως ένας λογοτέχνης, κατά κάποιο τρόπο «επέτρεψε» στους σκηνοθέτες να του παρουσιάζουν έναν φτιαχτό κόσμο, σύμφωνα με τη φαντασία τους. Μπορεί πλέον ο κινηματογράφος να προσεγγίσει τις άλλες τέχνες και ιδίως το θέατρο, τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική.
Οκτ 28, 2023 0
Μαρ 29, 2020 0
Ιούλ 30, 2018 0
Ιούλ 30, 2018 0
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη