Το φιόρο του Λεβάντε: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
«Το φιόρο του Λεβάντε» είναι θεατρικό έργο του Γρηγόριου Ξενόπουλου, γραμμένο και πρωτοπαιγμένο το 1914. Το έργο είναι ηθογραφική κωμωδία τριών πράξεων, στο οποίο η αστική σάτιρα ζευγαρώνει ταιριαστά με την επτανησιακή τέχνη. Αυτή ευωδιάζει από το άρωμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. «Το φιόρο του Λεβάντε», δηλαδή το λουλούδι της Ανατολής -εκτός από ονομασία της Ζακύνθου- στο έργο είναι και το παρωνύμιο του κυρίου χαρακτήρα, του Νιόνιου Νιονιάκη. Εμείς είδαμε την παράσταση στα 30α Μερκούρεια, στις Συκιές, στη Θεσσαλονίκη.
Ο ζακυνθινός Νιόνιος Νιονιάκης, φέρνοντας μαζί του τα σύμβολα της ιδιαίτερης πατρίδας του -μια κιθάρα και μια γλάστρα μπουγαρίνι- έρχεται στην Αθήνα. Έχει σκοπό να ζήσει μόνιμα εκεί, προσφέροντας τις υπηρεσίες του, στον παιδικό του φίλο, δικηγόρο και μόνιμο κάτοικο Αθηνών, πλέον, Αριστοτέλη (Τετέλη) Βάλβη και στη οικογένειά του. Μένοντας στην Αθήνα, γίνεται επιστάτης. Δεν είναι υπηρέτης, λέξη που ο Νιονιάκης απεχθάνεται, στο σπίτι του Βάλβη. Με την εύθυμη και ευεργετική παρουσία του, γίνεται πρόξενος χαράς και ευθυμίας στο σπίτι του δικηγόρου. Αλλά όχι μόνο αυτό. Με την ευγενική μεσολάβησή του, φροντίζει ώστε να φτάσουν σε αίσιο τέλος οι έρωτες των δυο νεαρών θυγατέρων του Βάλβη με δυο νεαρούς. Ακόμα, να διαλύσει την εξωσυζυγική σχέση του δικηγόρου προτού αυτή καταστρέψει το γάμο του. Ο Νιόνιος όμως, θα δυσαρεστηθεί τόσο πολύ με τη ζωή στην Αθήνα, θα επιθυμήσει τόσο πολύ τη Ζάκυνθο. Τόσο, που και αν φοβάται πολύ τους σεισμούς, θα ξαναγυρίσει στην όμορφη πατρίδα του. Τα παρακάλια της οικογένειας Βάλβη να εγκατασταθεί μόνιμα στο σπίτι τους, δεν θα εισακουσθούν.
Το έργο, «Το φιόρο του Λεβάντε», πρωτοπαρουσιάστηκε στο κοινό, στις 26 Ιούνη 1914, στο Θέατρο Συντάγματος, από τον θίασο του Νικολάου Πλέσσα, με πρωταγωνιστή στο ρόλο του Νιονιάκη, τον ίδιο τον Πλέσσα. Το έργο έγινε επιτυχία και μάλιστα παίχτηκε για 8 συνεχόμενες βραδιές, σημάδι της επιτυχίας του.
Ο κριτικός της εφημερίδας Αθήναι του Γεωργίου Πωπ, γράφει ότι ο Ξενόπουλος θέλησε να δώσει στο αθηναϊκό κοινό, τον ζακυνθινό τύπο διαφορετικό από ότι παρουσιάζεται στις επιθεωρήσεις. Έτσι, μας δίνει έναν ζακυνθινό καλοκάγαθο, πνευματώδη, έξυπνο, φιλόμουσο, εύθυμος και έντιμο. Επίσης γράφει ότι το θέατρο ήταν γεμάτο -κυρίως από Ζακυνθινούς που χειροκροτούσαν θερμά. Ο Πλέσσας ήταν ιδανικός, στο ρόλο του Νιονιάκη, και, με λίγα λόγια, ο κόσμος ευχαριστήθηκε την παράσταση. Ο Ξενόπουλος κλήθηκε δυο φορές στη σκηνή για να χειροκροτηθεί. Ο κριτικός που υπογράφει με το ψευδώνυμο «Θεατής», ωστόσο, θεωρεί ότι αν και η σκιαγράφηση του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα ήταν καλοφτιαγμένη το υπόλοιπο έργο, έπασχε καθώς η πλοκή ήταν χοντροκομμένη.
Ο κριτικός της εφημερίδας Εστίας είναι ακόμα πιο αυστηρός. «…Το έργον δεν έχει καμμία υπόθεση. Ο συγγραφεύς φέρει απλούστατα τον ήρωά του εις τας Αθήνας προς επίδειξην και τον ρίπτει μέσα εις μια οικογένεια, η οποία ζει βιον ήσυχον, χωρίς πλοκάς και περιπλοκάς. Κατ’ ακολουθίαν το μόνο ενδιαφέρον που κρατεί τον θεατήν απ΄αρχήν της πρώτης πράξεως εις το έργον, συγκεντρούται εις το να ιδή τι χειρότερον έχει γράψει παρακάτω ο συγγραφεύς. Και έχει γράψε πράγματι εις την β’ πράξιν μια διατριβήν κατά του Τζανέτου των «Παναθηναίων» [σ.σ. ζακυνθινός ήρωας της επιθεώρησης Παναθήναια που παιζόταν την ίδια εποχή] η οποία ούτε το πνεύμα του κακού δεν κατορθώνει να έχει.»
Ωστόσο η επόμενη γενιά θα δει τα πράγματα διαφορετικά. Η κριτικός του θεάτρου Ελένη Ουράνη, (Άλκης Θρύλος) θα γράψει στο περιοδικό Νέα Εστία, με αφορμή την παράσταση του 1947, ότι ο χρόνος πέρασε πάνω από το έργο, χωρίς να το ρυτιδώσει. Το περιεχόμενό του δεν είναι πλούσιο, είναι μάλιστα κάποτε και αρκετά απλοϊκό, μα η τεχνική του είναι άρτια και έτσι εκείνο που αποτελεί την ιδιοτυπία του, μια δροσερή νεανική πνοή, πολλή χάρη, πολλή ευγένεια, μια φίνα και διακριτική εξυπνάδα διατηρείται ανέπαφο. «Το φιόρο του Λεβάντε» είναι αναμφισβήτητα ένα από τα πιο χαριτωμένα και πιο κομψά σκηνικά παιγνίδια του νεοελληνικού θεάτρου και ίσως και του παγκοσμίου.
«Το φιόρο του Λεβάντε» παρουσιάστηκε στα Μερκούρεια, από τη Κεντρική Σκηνή του των Θεατρικών Εργαστηρίων του Δήμου Νέαπολης-Συκεών. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Σταμάτης Στάμογλου που εμφανίζεται και στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο σκηνοθέτης διδάσκει θέατρο στο εν λόγω εργαστήριο. Αυτό που βλέπουμε είναι μια ακόμη παράσταση που ακολουθεί την κλασική γραμμή. Οι χορογραφίες είναι πολύ απλές, αποδίδουν την εποχή της Ελλάδας, στις αρχές του 20ου αιώνα. Η σκηνοθεσία απλά βάζει τους ηθοποιούς μέσα και διαχειρίζεται την ανάπτυξη του χαρακτήρα. Πολύ λίγο διαφέρει από τις προηγούμενες παραστάσεις του έργου του Ξενόπουλου.
Θα περιμέναμε ένα θεατρικό εργαστήριο να μπει μέσα στο έργο, να το αποδομήσει και φτιάξει μια άλλη εκδοχή που θα βασίζεται στο έργο του Ξενόπουλου, θα μιλά, όμως, για το σήμερα. Με αυτή τη λογική, «Το φιόρο του Λεβάντε» θα αναφέρεται σε σύγχρονους χαρακτήρες, αφού τα βασικά θέματα στους ελληνικούς χαρακτήρες δεν έχουν αλλάξει πολύ. Ο θεατής θα μπορούσε να ταυτιστεί με το έργο και να βρει μέσα σε αυτό τον εαυτό του. Να σατιρίσει, με άλλα λόγια, τον εαυτό του, να δει τα άσχημα και, ίσως, να θέλει κάποια να τα μετατρέψει. Δυστυχώς τίποτε από όλα αυτά δεν έγινε.
Ο θίασος έπαιζε αρκετά καλά. Δεν φάνηκε τρακ, δεν ήταν στημένος, όσο θα περίμενε κάποιος από μια ερασιτεχνική παράσταση. Το παίξιμο ήταν φυσικό. Οι ηθοποιοί προσπάθησαν να μπουν βαθιά στο ρόλο και να είναι οι χαρακτήρες. Το κατάφεραν. Χωρίς αμφιβολία, αυτό το χρωστούν στο δάσκαλό τους, το Σταμάτη Στάμογλου. Τα συναισθήματα έβγαιναν από μέσα τους και σχημάτιζαν εικόνες που ήταν αυτές εκείνης της εποχής, όπως την έχουμε γνωρίσει, μέσα από τα γραπτά και τις αφηγήσεις. Τα κοστούμια απέδιδαν ρεαλιστικά την εποχή της αρχής του 20ου αιώνα. Το σκηνικό ήταν μια μοντέρνα σύνθεση που έκανε σύνδεση με το σήμερα, το μοναδικό στην παράσταση. Ήταν ανάμεσα στο ρεαλισμό και το φουτουρισμό, άφηνε τη φαντασία του θεατή να αναπτυχθεί.
Η μουσική, χαρούμενη, μας έβαζε σε μια Αθήνα της ρομαντικής εποχής, ξεσηκώνοντας τον κόσμο, έχοντας ρυθμό. Οι χορογραφίες ήταν συγκρατημένες, συνέπλεαν με τη σκηνοθετική δομή των χαρακτήρων. Ο θίασος δεν είχε να ζηλέψει τίποτε από έναν επαγγελματικό που θα ανέβαζε, με το ίδιο στυλ, αυτό το έργο. Πιστεύω ότι αυτή η απόδοση του έργου, «Το φιόρο του Λεβάντε», ήταν ένα στοίχημα που οι σπουδαστές του εργαστηρίου το κέρδισαν με το σπαθί τους. Πολύ εύθυμη νότα έδωσε ο λούστρος που ήταν ακριβώς η λαϊκή φιγούρα η οποία δημιουργούσε ένα χαρακτήρα, αυτός λειτουργούσε αντιστικτικά με την καθώς πρέπει κοινωνία της οικογένειας Βάλδη.
ΤΟ ΦΙΟΡΕ ΤΟΥ ΛΕΒΑΝΤΕ
Συγγραφέας: Γρηγόρης Ξενόπουλος
Σκηνοθεσία: Σταμάτης Στάμογλου
Βοηθός σκηνοθέτης: Γιώτα Καραβασίλη
Ενδυματολογία: Μαγδαληνή Σίγα
Μουσική σύνθεση και επιμέλεια: Κώστας Βόμβολος
Σκηνογραφία: Μαγδαληνή Σίγα
Χορογραφίες: Σταμάτης Στάμογλου
Ερμηνεύουν: Φωτεινή Νέτσικα (Κατερίνα), Μιλτιάδης Παπαδόπουλος (Χαρίλαος), Μαριάννα Διαμαντοπούλου (Βιργινία), Δάφνη Βόλνα (γιαγιά), Γεωργία Αγγελίδου (Πηνελόπη), Παύλος Παυλίδης (Τάκης), Στέφανος Παπακυριακίδης (Τετέλης Βάλδης), Σοφία Σαράφη (Ροζαλία), Σταμάτης Στάμογλου (Νιόνιος), Άννα Βαλτατζή (Λιλή), Καίτη Λάζου (λούστρος)
Παραγωγή: Κεντρική Σκηνή Θεατρικών Εργαστηρίων Δήμου Νεάπολης-Συκεών
Θέατρο: Ανοιχτό Θέατρο Μάνος Κατράκης, Συκιές, Θεσσαλονίκη
Ημερομηνία παράστασης: 28/8/2023.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΑΡΘΡΩΝ
Διαβάστε τις κριτικές θεάτρου που έχουμε δημοσιεύσει
Δείτε τα βίντεο που έχουμε δημιουργήσει
Σεπ 04, 2024 0
Σεπ 03, 2024 0
Σεπ 01, 2024 0
Σεπ 01, 2024 0
Σεπ 08, 2024 0
Σεπ 05, 2024 0
Αυγ 10, 2024 0
Αυγ 10, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Νοέ 20, 2024 0
Νοέ 12, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 03, 2024 0
Νοέ 01, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη