Δεκ 14, 2013 Κινηματογράφος 0
Μια σειρά γεγονότων του δευτέρου μισού της δεκαετίας του εξήντα είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για την εξέλιξη του αμερικανικού κινηματογράφου του Χόλιγουντ, αλλά και για την ιστορία του κινηματογράφου γενικότερα. Πρόκειται για τη χρονική περίοδο που σήμερα τοποθετούμε τη διάκριση μεταξύ «κλασικού» ή «παλιού» Χόλυγουντ και «νέου». Τα γεγονότα αυτά είναι οικονομικής φύσης. Από τις εξελίξεις σ’αυτόν τον τομέα προέκυψαν και οι αισθητικές επιλογές μεταξύ «κλασικού» και «νέου».
Πριν δούμε τι συνέβη την παραπάνω χρονική περίοδο, πρέπει να αναφερθούμε σε δύο πράγματα που κλόνισαν μεταπολεμικά τα αμερικάνικα στούντιο.
Το πρώτο είναι η ανάπτυξη των λεγόμενων «εθνικών κινηματογραφιών», που δημιούργησαν ένα κλίμα ανταγωνισμού με τις παραγωγές του Χόλυγουντ στην εσωτερική αγορά της κάθε χώρας, με το πλεονέκτημα υπέρ των πρώτων, καθώς μπορούσαν να χρησιμοποιούν θέματα και στοιχεία από το Χόλιγουντ και να τα προσαρμόζουν πιο άμεσα στις ντόπιες αγορές (για παράδειγμα, το αμερικάνικο noir γνώρισε πολλές τοπικές παραλλαγές και προσαρμογές). Ο αναμενόμενος τζίρος από τη διεθνή εκμετάλλευση εμφανίζει πτωτική τάση.
Το δεύτερο είναι η τηλεόραση, η οποία πλήττει το Χόλιγουντ σε δύο φάσεις. Αρχικά με την ίδια την εμφάνισή της στις αρχές της δεκαετίας του ’50 (όταν τα στούντιο απάντησαν με το σινεμασκόπ) κι έπειτα με τις τηλεοπτικές προβολές κινηματογραφικών ταινιών (η πρώτη ταινία που προβλήθηκε στην τηλεόραση ήταν το «Πώς να παντρευτείτε έναν εκατομμυριούχο» με την Μέριλιν Μονρόε, το 1961).
Σ’ αυτό το φόντο των εξελίξεων στο εσωτερικό της βιομηχανίας του θεάματος, από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 ξεκινά ένα γαϊτανάκι αγοραπωλησιών.
Η εξαγορά των Universal-International Studios από την τότε ανερχόμενη εταιρία MCA, η οποία δραστηριοποιούταν σε διάφορους τομείς της show business, αποτέλεσε ένα πρώτο εργαλείο για την πρόσβαση σε νέες αγορές και ακροατήρια. Το 1966, η Gulf + WesternIndustries αγόρασε την Paramount που βρισκόταν στο χείλος της χρεωκοπίας. Η Gulf + Western, η οποία παρήγαγε μεταλλικούς προφυλακτήρες, επιχειρούσε ανοίγματα σε νέους τομείς και προϊόντα.
Μια δραστηριότητα με κάποιο συμβολισμό ήταν το 1967, όταν η Bank of America απορρόφησε την United Artists μέσω της θυγατρικής της Transamerica Corporation. Η δε Avco, εταιρία αεροπορικού εξοπλισμού και χρηματιστικών υπηρεσιών, απέκτησε το 1968 την Embassy Films. Την επόμενη χρονιά, η MGM εξαγοράστηκε από τον μεγιστάνα Kirk Kerkorian, ιδιοκτήτη ξενοδοχείων στο Λας Βέγκας και αερογραμμών. Η παραγωγή ταινιών αναστέλλεται για πάνω από δέκα χρόνια, μέχρι το 1981 που αναλαμβάνει η United Artists.
Τέλος, ο συν-δημιουργός των διάσημων στούντιο Jack Warner δίνει το μερίδιο του στην καναδική Seven Arts. Η νέα εταιρία που ιδρύθηκε ονομάστηκε Warner Bros-Seven Arts και κατάφερε να αποκτήσει την Atlantic Records, όμως, λόγω χρεών, τελικά πουλήθηκε στην Kinney National Services Incorporated. Η τελευταία ήταν μια εταιρία με έδρα τη Νέα Υόρκη και ασχολούταν με την εκμετάλλευση χώρων στάθμευσης και… γραφείων κηδειών.
Στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται, μια άμεση συνέπεια ήταν η κατάργηση του -έτσι κι αλλιώς- παρωχημένου κώδικα ηθικής και δεοντολογίας, που ίσχυε από τη δεκαετία του ’30. Ο «δεκάλογος» του κώδικα αντικαθιστάται από το γνωστό μας σύστημα με τα κεφαλαία γράμματα που περιλαμβάνει το G (από τη λέξη General ) για την ταινία που είναι κατάλληλη για όλες τις ηλικίες, το Μ (που αργότερα αντικαταστάθηκε από το «parental guidance» -γονική συναίνεση), το R (έργο ακατάλληλο για κάτω των 16 ετών) και το Χ (μόνο γα ενήλικες).
Το νέο μοντέλο επιτρέπει την παραγωγή ταινιών με σκηνές βίας και σεξ που απαγόρευε ο συντηρητικός παλαιός κώδικας. Τα γράμματα R και Χ προειδοποιούν και προστατεύουν το ανήλικο κοινό. Επιπλέον, επιτρέπουν τις ταινίες με θεματολογία που αφήνει αιχμές κατά του καθεστώτος, των «εθνικών αξιών» και της «αμερικάνικης οικογένειας» -πράγμα επίσης ανεπίτρεπτο στα πλαίσια του Κώδικα και του «παλαιού» Χόλιγουντ. Η αλλαγή του τοπίου, λοιπόν, έχει φέρει μια φιλελευθεροποίηση και, φαινομενικά, έναν αέρα προοδευτισμού.
Τι συμβαίνει όμως; Ήδη από τη δεκαετία του ’50 έχει δημιουργηθεί ένα είδος κινηματογράφου που προβάλλεται σε drive-in και ειδικές αίθουσες (κακόφημες ή μη), τα λεγόμενα b-movies. Οι ταινίες αυτές παρακάμπτουν τον κώδικα, έστω και ανεπίσημα, με πρόσχημα τη γραφικότητα και το γκροτέσκο, αλλά και επειδή διαθέτουν ξεχωριστά κανάλια διανομής. Οι σκηνές σεξ, για παράδειγμα, είναι καθεστώς στις ταινίες τρόμου αυτού του κυκλώματος. Αυτές οι ταινίες συγκεντρώνουν ένα φανατικό νεανικό κοινό.
Από την άλλη πλευρά, τη δεκαετία του εξήντα αναπτύσσεται ένα αριστερόστροφο ενδιαφέρον για την πολιτική (κυρίως στη νεολαία), που τρέφεται από την κουβανική επανάσταση, τον πόλεμο στο Βιετνάμ, τους αγώνες της μαύρης κοινότητας και των μειονοτήτων, αλλά και τη «σεξουαλική επανάσταση». Το κοινό αυτό συγκροτεί τα δικά του δίκτυα και εκφράζεται αρχικά από τις λίγες ανεξάρτητες παραγωγές.
Οι δύο παραπάνω κατηγορίες συνιστούν μια μάζα θεατών, η οποία είτε έχει γυρίσει την πλάτη στον κινηματογράφο των στούντιο είτε δεν ικανοποιείται απόλυτα από αυτόν. Σ’αυτές πρέπει να συνυπολογιστεί και το ευρύ και ανομοιογενές κοινό (το «ανώνυμο»),το οποίο είναι πια ώριμο για νέα ερεθίσματα. Το Χόλιγουντ, λοιπόν, ασφυκτιά στα όρια της ηθικής και της δεοντολογίας και η άρση των περιορισμών επιβάλλεται ως αναγκαία συνθήκη για το άνοιγμα σε νέες αγορές και νέα ακροατήρια. Οι εταιρίες που αποκτούν τα στούντιο -αποδεσμευμένες από όποια «εθνική πολιτική»- ενδιαφέρονται πρώτα απ’όλα για το άμεσο κέρδος. Έτσι, είναι πρόθυμες να κυκλοφορήσουν ταινίες με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίφαση με τα (ταξικά) συμφέροντα τους, εφόσον φέρνουν κοινό και κόβουν εισιτήρια.
Η ιστορία της μετάβασης από το «κλασικό» στο «νέο» Χόλιγουντ είναι διδακτική για τη φύση του καπιταλισμού. Η δομή του «νέου» Χόλιγουντ είναι σαφώς συγκεντρωτική και κορπορατική. Ωστόσο, εμφανίζεται πιο ανεκτικό στις νέες ιδέες από το «κλασικό» Χόλυγουντ των συντηρητικών μεμονωμένων παραγωγών. Η αντίφαση εξηγείται στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς. Η δεκαετία του εξήντα είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στην πορεία διαμόρφωσης ενός νέου καπιταλιστικού μοντέλου, το οποίο, επιδιώκοντας το καθολικό άνοιγμα στις «αγορές», είναι αναγκασμένο να ανασκευάσει κατεστημένες αντιλήψεις, να απαλείψει παλιές ιδεοληψίες, να άρει αποκλεισμούς. Παρόμοιες εξελίξεις με τη βιομηχανία του θεάματος έχουμε την ίδια εποχή και σε άλλους τομείς της παραγωγής. Σταθμός στην πορεία του νέου μοντέλου είναι η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων στο ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα τη δεκαετία του ‘70.
Στην πραγματικότητα, το Χόλυγουντ αναλαμβάνει να αφηγηθεί την κυρίαρχη τάση της εποχής. Από τον κρατικό φιλελευθερισμό του Ρούζβελτ,όπως διαβάζεται στο «Meet John Doe», του Κάπρα, ή το «Boomerang», του Καζάν, μέχρι τη σημερινή νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση των ταινιών καταστροφής.Μ’αυτήν την έννοια, ο χολιγουντιανός κινηματογράφος είναι κατεξοχήν πολιτικός. Εκφράζει την κυρίαρχη συστημική αφήγηση. Ο δε κινηματογράφος που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «πολιτικό», αν θέλουμε να κυριολεκτούμε,είναι «στρατευμένος».
Μιχάλης Αγραφιώτης
(μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών)
Ιαν 02, 2022 0
Ιούλ 15, 2021 0
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Ιούν 09, 2017 138
Μαρ 08, 2014 2
Μαρ 22, 2014 2
Μάι 28, 2014 2
Οκτ 12, 2014 2
Νοέ 09, 2014 2
Οκτ 28, 2024 0
Οκτ 26, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 24, 2024 0
Οκτ 22, 2024 0
Οκτ 20, 2024 0
4 έτη ago
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας μας, που συμμετέχει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
SOTOS, EVERLASTING PAINTER (TRAILER)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ
Email: info@filmandtheater.gr
Τηλ: (+30) 6974123481
Διεύθυνση: Ιωαννίνων 2, 56430, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκη